Μία τραγωδία με αρχή, αλλά χωρίς τέλος, είναι η βιβλική καταστροφή που σημειώθηκε στην Αττική. Ύστερα από τέσσερις ημέρες, με 84 νεκρούς, εκατοντάδες τραυματίες, δεκάδες αγνοούμενους και ανυπολόγιστες φυσικές και περιουσιακές καταστροφές, διανύουμε το δυσκολότερο κομμάτι αυτής της ιστορίας: την προσπάθεια για αναγνώριση από τα συγγενικά πρόσωπα των νεκρών, με την κατάσταση να κρίνεται ως πρωτόγνωρη, βλέποντας και τους ίδιους τους ιατροδικαστές να λυγίζουν στη θέα των νεκρών, καθώς και την αναζήτηση των αγνοούμενων με την αγωνία να κορυφώνεται.
Αίσθηση προκαλούν οι δηλώσεις των πληγέντων, οι οποίοι περιγράφουν καρέ-καρέ τις στιγμές που βίωσαν στην προσπάθεια διαφυγής τους, εκφράζοντας την αγωνία, τα συναισθήματά τους, αλλά και τα παράπονά τους. Ο Γολγοθάς, ωστόσο, δεν έχει τελειωμό για τους κατοίκους του Ματιού και του Νέου Βουτζά, καθώς και οι πυρόπληκτοι βρίσκονται αντιμέτωποι από χθες και με τον κίνδυνο για καταστροφικές πλημμύρες, εξαιτίας της διάβρωσης του εδάφους που υπέστη η περιοχή, με αποτέλεσμα την αδυναμία συγκράτησης του νερού από τις ρίζες των δέντρων και άρα τη μεταφορά του σε οικιστικές περιοχές.
Χθες η Αττική χτυπήθηκε και από τον καιρό, αφού μία έντονη βροχόπτωση είχε ως αποτέλεσμα να «βουλιάξουν» αρκετές περιοχές στα βόρεια προάστια. Οι λίμνες που σχηματίστηκαν «έπνιξαν» δεκάδες οχήματα, χωρίς ευτυχώς να χαθούν και πάλι αθρώπινες ψυχές.
ΔΑΝΟΙ ΤΟΥΡΙΣΤΕΣ: «Όλα μάς θύμιζαν τον Τιτανικό»
Συγκλονίζει η μαρτυρία ζεύγους Δανών που μαζί με τα παιδιά και τους φίλους περιγράφουν πώς αντιμετώπισαν την πυρκαγιά και πώς σώθηκαν κολυμπώντας για ώρες δίπλα σε κόσμο που πνιγόταν.
«Ο κόσμος φώναζε και ούρλιαζε, τα παιδιά έκλαιγαν, όλα τα παιδιά έκλαιγαν» λέει σοκαρισμένη η μητέρα. Οι ίδιοι περιγράφουν την αγωνία τους μέχρι να φθάσουν στην ακτή, την επιβίβασή τους σε πλοιάριο που στη συνέχεια λόγω της θαλασσοταραχής βυθίστηκε, τη μάχη με τα κύματα, την απώλεια μιας ανθρώπινης ζωής μπροστά στα μάτια τους και τέλος την διάσωσή τους μετά από πολλές ώρες κολύμπι.
“Ο συναγερμός καπνού ηχούσε προκαλώντας πανικό. Ήταν -συνεχίζει – σαν να πετούσαν πύρινες φλόγες στον ουρανό. Έτσι η μόνη μας διέξοδος ήταν η θάλασσα, η μόνη μας ελπίδα. Προσπαθήσαμε να κρυφτούμε πίσω από μια πλαγιά αλλά γρήγορα συνειδητοποίησαμε ότι κι εκεί ήταν πολύ ζεστά”. Τότε είδαμε ένα πλοιάριο. Βάλαμε τα παιδιά στην βάρκα αλλά ήταν σαν τον Τιτανικό.
Αφήσαμε χώρο να μπούν κι άλλοι. Πατούσαμε απάνω σε αχινούς για να φθάσουμε στην θάλασσα”. “Ανοιχτήκαμε στη θάλασσα -τονίζει ο πατέρας- υπήρχε πολύς κόσμος που ήθελε να μπεί στην βάρκα. Αν γινόταν αυτό η βάρκα δεν θα πήγαινε ούτε δύο μέτρα.
Τα κύματα ήταν πολύ ψηλά και ζητήσαμε από τους άνδρες να εγκαταλείψουν. Κανείς δεν ήθελε να κατέβει κι όλοι πέσαμε στη θάλασσα. Η ελπίδα ήταν το μόνο που μας είχε απομείνει. Στην αρχή κολυμπούσαμε όλοι μαζί αλλά η γυναίκα μου έμεινε πίσω και μού φώναζε να φροντίζω τα παιδιά. Η κατάσταση ήταν πολύ δυσκολη”.
ΤΙ ΕΚΑΝΕ Η ΕΛ.ΑΣ.
Πώς σώθηκαν την τελευταία στιγμή 500 οδηγοί
Σοκαριστικές λεπτομέρειες για τα όσα συνέβησαν την ώρα που η πύρινη λαίλαπα «κατάπινε» μια ολόκληρη περιοχή και οδηγούσε στον θάνατο δεκάδες ανθρώπους έρχονται στο φως της δημοσιότητας, μέσω των περιγραφών αστυνομικών που ήταν στο σημείο της φωτιάς και με κίνδυνο της ζωής τους βοήθησαν τους συμπολίτες τους όπως μπορούσαν.
Όπως μάλιστα υποστηρίζουν οι αστυνομικοί, όταν η φωτιά έφτασε στη Λεωφόρο Μαραθώνος απεγκλώβισαν εκατοντάδες οδηγούς, που μέσα στον καπνό και στις φλόγες προσπαθούσαν να βρουν τρόπο διαφυγής. Όπως αποκαλύπτει το CNN Greece αστυνομικές πηγές αποκάλυπταν ότι θα θρηνούσαμε περισσότερα από 500 άτομα εάν δεν έχει γίνει γρήγορα η εκκένωση της Λεωφόρου Μαραθώνος και αν δεν σταματούσαν στο ύψος του Διονύσου οδηγούς που ήθελαν να συνεχίσουν την πορεία τους.
Την ίδια ώρα οι αστυνομικοί διευκρινίζουν ότι η Λεωφόρος Μαραθώνος στο σημείο που βρίσκεται από τη Ραφήνα έως το Μάτι είχε μείνει ανοιχτή για όσους ήθελαν από τις συγκεκριμένες περιοχές να φύγουν από την παραλία και να ανέβουν προς τον κεντρικό δρόμο, όμως όταν πια οι φλόγες έφτασαν να καίνε και να μετατρέπουν σε πυρωμένη άσφαλτο τον δρόμο ήταν αδύνατον οποιοδήποτε όχημα να κινηθεί στη συγκεκριμένη οδό.
Αστυνομικοί της ομάδας ΔΙΑΣ άρχισαν βλέποντας αυτήν την εικόνα – και χωρίς να υπάρχει από τις αρμόδιες Αρχές εντολή για εκκένωση- να μπαίνουν στα φλεγόμενα σπίτια και όπως περιγράφουν στο CNN Greece, πολλές φορές να κουβαλούν ακόμα και στις πλάτες τους ηλικιωμένους που είχαν εγκλωβιστεί στην πύρινη λαίλαπα.
Άλλοι αστυνομικοί ζήτησαν επειγόντως να διατεθούν λεωφορεία για να απομακρυνθούν τα παιδιά από τις παιδικές κατασκηνώσεις ενώ ορισμένοι έπεφταν στη θάλασσα για να σώσουν, όπως μπορούσαν, πολίτες που είχαν βρει πια μόνη διέξοδο και ελπίδα για ζωή στη θάλασσα.
ΣΤΑΧΤΗ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΑΞΙΑΣ
Δεν γλύτωσε το σπίτι του σκηνοθέτη Θεόδωρου Αγγελόπουλου
Από την πύρινη κόλαση της 23ης Ioυλίου δεν γλύτωσε ούτε το σπίτι του Θεόδωρου Αγγελόπουλου, το οποίο υπέστη τεράστιες καταστροφές, ενώ στάχτη έγιναν αντικείμενα μεγάλης πνευματικής αξίας του εκλιπόντος σκηνοθέτη και σεναριογράφου.
Οι φλόγες που έπληξαν το Μάτι Αττικής κατέστρεψαν ολοσχερώς την κατοικία και την αλληλογραφία του αξέχαστου Θεόδωρου Αγγελόπουλου, ο οποίος έφυγε από τη ζωή το 2012 από τροχαίο.
Η επιβλητική μονοκατοικία του σπουδαίου σκηνοθέτη ήταν ανάμεσα στα σπίτια που καταστράφηκαν από τις φωτιές που έπληξαν την ανατολική Αττική και οι οποίες, σύμφωνα με τον τελευταίο απολογισμό, στοίχισαν τη ζωή δεκάδες ανθρώπους.
Η σύζυγος του πολυβραβευμένου σκηνοθέτη, Φοίβη Αγγελοπούλου, σε κατάσταση σοκ μίλησε σε δημοσιογράφους και περιέγραψε τις συγκλονιστικές στιγμές που βίωσε από το μένος της φονικής πυρκαγιάς, ενώ αποκάλυψε πως ολόκληρη η πνευματική ιδιοκτησία της οικογένειας έγινε στάχτη.
Μεταξύ άλλων είπε ότι κάηκε η αλληλογραφία του αξέχαστου σκηνοθέτη με πασίγνωστες προσωπικότητες, τα βιβλία που είχε με τις υπογραφές των συγγραφέων τους κ.ά. Το μόνο πoυ διασώθηκε, με πρωτοβουλία της κόρης τους ήταν το αρχείο της ταινίας «Θίασος».
Όλα αυτά βρίσκονταν στο γραφείο του Θεόδωρου Αγγελόπουλου, το οποίο παραδόθηκε στις φλόγες μαζί με ολόκληρο το σπίτι.
Η ίδια περιέγραψε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες κατάφερε να σωθεί.
Όπως είπε, κατά τη διάρκεια εκδήλωσης της πυρκαγιάς βρισκόταν σε μια φίλη της, που ήταν χειρουργημένη με πατερίτσες και η οποία τελικά πνίγηκε.
Τα περίεργα παιχνίδια της μοίρας
Η ΑΚΤΙΝΟΛΟΓΟΣ ΠΟΥ ΧΑΘΗΚΕ ΜΕ ΤΙΣ ΔΥΟ ΤΗΣ ΚΟΡΕΣ
Η Βασιλική Χερουβείμ, τεχνολόγος-ακτινολόγος, έκανε ένα νέο ξεκίνημα στη ζωή της, όταν η πυρκαγιά χτύπησε τη Ραφήνα και στέρησε όχι μόνο τη ζωή της, αλλά και αυτή των δύο παιδιών της.
Η άτυχη γυναίκα παρουσιάστηκε για πρώτη ημέρα τη Δευτέρα 23 Ιουλίου στο Κέντρο Υγείας Ραφήνας με τρίμηνη μετακίνηση από το Γενικό Ογκολογικό Νοσοκομείο Κηφισιάς, όπου και υπηρετούσε. Η πρώτη ημέρα στη δουλειά έμελε να είναι και η τελευταία της.
Η τραγική ειρωνεία είναι ότι η άτυχη ακτινολόγος είχε χάσει το σύζυγό της πέρυσι στο ίδιο σπίτι (σκοτώθηκε στο πηγάδι του σπιτιού).
Τη συγκλονιστική της ιστορία αποκάλυψε η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στα Δημόσια Νοσοκομεία (ΠΟΕΔΗΝ).
«Δυστυχώς, από επίσημη ενημέρωση που έχουμε μεταξύ των θυμάτων βρίσκεται και συνάδελφος τεχνολόγος-ακτινολόγος με τα δύο παιδιά της και τη μητέρα της, που αναγνωρίστηκαν σε ένα από τα καμένα αυτοκίνητα (αναγνωρίστηκε το παιδί της και βρέθηκε η τσάντα με την ταυτότητά της).
Η τραγική ειρωνεία είναι ότι η άτυχη συνάδελφός μας, παρουσιάστηκε για πρώτη ημέρα τη Δευτέρα 23 Ιουλίου στο Κέντρο Υγείας Ραφήνας με τρίμηνη μετακίνηση από το ΓΟΝΚ που υπηρετούσε. Μονογονεϊκή οικογένεια, που πέρυσι στο ίδιο σπίτι χάθηκε και ο σύζυγός της (σκοτώθηκε στο πηγάδι του σπιτιού)».
Ψάχνουν ακόμα για τις δίδυμες
«Μακάρι να υπήρχε μια ευχάριστη εξέλιξη, θα ήμασταν μαζί και θα μιλούσαμε με σας και με όλους όλο το 24ωρο. Δυστυχώς, δεν έχουμε καμία εξέλιξη, ούτε άσχημη ούτε καλή. Δεν έχουν σταματήσει οι έρευνες και συνεχίζουμε». Αυτά ήταν τα λόγια του Γιάννη Φιλιππόπουλου, πατέρα των δύο δίδυμων κοριτσιών που αγνοούνται. Την ίδια ώρα καταβάλλονται υπεράνθρωπες προσπάθειες για την ανεύρεση των παιδιών, τα ίχνη των οποίων χάθηκαν αργά το απόγευμα της Δευτέρας στο Μάτι Αττικής, κατά τη διάρκεια του πύρινου ολέθρου. Εκτός από τις δύο 9χρονες δίδυμες αναζητούνται ο παππούς και η γιαγιά τους που βρίσκονταν μαζί.
Την ώρα που ο αριθμός των νεκρών αυξάνεται με δραματικό τρόπο, στις έρευνες για τον εντοπισμό των δύο κοριτσιών συμμετέχει ο ιδιωτικός ερευνητής Γιώργος Τσούκαλης, η συνδρομή του οποίου ζητήθηκε από την οικογένεια. «Έπειτα από κάλεσμα του πατέρα των δίδυμων κοριτσιών ανέλαβα την υπόθεση και ελπίζω να ισχύει το καλό σενάριο, να βρίσκονται τα αγγελούδια αυτά στη ζωή» ανέφερε ο κ. Τσούκαλης.
Πώς χάθηκαν τα ίχνη τους
«Βρέθηκαν με τους παππούδες στο αυτοκίνητο και στο τελευταίο τηλέφωνο που έγινε μίλησε ο παππούς με την αδελφή του Γιάννη, είπε ότι υπάρχουν φωτιές, βρήκαν κάποιο αδιέξοδο και “προσπαθούμε από εδώ να διαφύγουμε”, αυτό ήταν και το τελευταίο τηλέφωνο» είπε ο Γιώργος Τσούκαλης εξηγώντας πώς χάθηκαν τα ίχνη των τεσσάρων ατόμων. «Στη συνέχεια προσπάθησε ο Γιάννης εκ νέου να επικοινωνήσει μαζί τους, αλλά ήταν αδύνατο. Τελικά, το αυτοκίνητό τους βρέθηκε κοντά στο σημείο όπου χάθηκαν οι 26 άνθρωποι» πρόσθεσε ο ιδιωτικός ερευνητής.
«Είναι συγκλονιστικό άνθρωποι που δεν σε γνώριζαν να σου ανοίγουν την πόρτα»
Σχετικό αίτημα φιλοξενίας υπέβαλε και μία από τους κατοίκους για την οικία της στη λεωφόρο Δημοκρατίας, στο Κόκκινο Λιμανάκι. Όπως ανέφερε στο αθηναϊκό – μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, σώθηκε μαζί με την έφηβη κόρη της την τελευταία στιγμή από την πύρινη λαίλαπα.
Το σπίτι τους υπέστη σοβαρές ζημιές και πλέον φιλοξενούνται στην οικία εθελόντριας. «Είναι συγκλονιστικό άνθρωποι που δεν σε γνώριζαν μέχρι χθες, να σου ανοίγουν την πόρτα και να μοιράζονται το σπίτι τους» ανέφερε η πρώτη.
Από την πλευρά της η γυναίκα που προσέφερε το σπίτι της, μάς είπε ότι μετά την καταστροφή, χωρίς δεύτερη σκέψη, δήλωσε στον Δήμο ότι έχει την ευχέρεια να φιλοξενήσει έως τέσσερις πυρόπληκτους.
«Είναι ζήτημα ανθρωπιάς» συμπλήρωσε.
Η Χρύσα Σπηλιώτη γύρισε να βρει τον σύζυγό της και χάθηκε
Νέα στοιχεία για την αγνοούμενη ηθοποιό, Χρύσα Σπηλιώτη, και τον σύζυγό της, Δημήτρη Τουρναβίτη, έδωσε ο αδερφός του, Κώστας Τουρναβίτης, μιλώντας σε τηλεοπτικό σταθμό. Συγκεκριμένα, ο αδερφός του άντρα της ηθοποιού τόνισε ότι η Χρύσα Σπηλιώτη ήταν ανάμεσα στην ομάδα ατόμων που πέρασε μέσα από το μοιραίο οικόπεδο και υπό την καθοδήγηση του ιδιοκτήτη του έφτασαν από τα σκαλάκια στη θάλασσα.
Ωστόσο, ο σύζυγός της, Δημήτρης Τουρναβίτης, δεν βρισκόταν ανάμεσα στην συγκεκριμένη ομάδα ατόμων, με αποτέλεσμα η ηθοποιός να γυρίσει πίσω για να τον βρει. Από τότε εξαφανίστηκαν τα ίχνη της.
Επίσης, ο Κώστας Τουρναβίτης δήλωσε ότι βρήκε το ένα σκυλί του ζευγαριού μέσα στο σπιτάκι του στην παραλία, μαζί με μία βρεγμένη μπλούζα του αδερφού του, γεγονός που δείχνει ότι ίσως ο Δημήτρης Τουρναβίτης προσπάθησε να διαφύγει προς τη θάλασσα.
Στη συνέχεια, τόνισε ότι παρά τις έρευνες που διεξάγει το Λιμενικό θα ψάξει και μόνος του, εκφράζοντας ωστόσο την απαισιοδοξία του, λέγοντας πως «έχω πολύ μικρές ελπίδες να είναι εν ζωή».
Βρήκε το σκυλάκι τους
Ο Μάνος Πίντζης πήγε στο Μάτι για να δει τις καταστροφές και να βοηθήσει όπου μπορούσε τους πληγέντες και εντόπισε τον σκύλο της Χρύσας Σπηλιώτη. «Βρήκα ένα σκυλάκι, που ήταν ψιλοκαμένο, αγριεμένο και με πήρε τηλέφωνο η κόρη της Χρύσας Σπηλιώτη και μου είπε ότι είναι της Χρύσας και βρήκα και ένα λευκό t-shirt και μου είπε ότι είναι το μπλουζάκι του μπαμπά της, γιατί είναι ψαράς και με ρωτούσε αν είδα κάτι άλλο…» δήλωσε στην εκπομπή Splash.
“Άφησα τη μάνα μου να καεί!”
Δεν έχουν τέλος οι προσωπικές ιστορίες ανθρώπων που έζησαν τον πύρινο εφιάλτη στο Μάτι. Μια από τις τραγικές φιγούρες ήταν και ο Θανάσης Μωραΐτης, ο οποίος ζει μόνιμα στο Μάτι επί 48 χρόνια και βρέθηκε χθες στο νοσοκομείο προκειμένου να δώσει DNA για την ταυτοποίηση της νεκρής μητέρας του. Ο ίδιος περιέγραψε τις τραγικές στιγμές που έζησε:
«Όλα έγιναν σε ένα λεπτό, δεν είχα κανένα περιθώριο επιλογής. Η μητέρα μου ήταν ανήμπορη να μετακινηθεί, ήταν 90 χρονών» είπε ο κ. Μωραΐτης, ψελλίζοντας με λυγμούς στην κάμερα «άφησα τη μητέρα μου να καεί».
Όπως περιέγραψε, πήγε με την οικογένειά του στα Κόκκινο Λιμανάκι και έμειναν επί δυόμιση ώρες στη θάλασσα πριν τους περισυλλέξει ιδιώτης.
Την συγκλονιστική του ιστορία μετέφερε και η δημοσιογράφος Ελένη Λαζάρου: «Πριν από λίγο ήρθε ένας άνθρωπος, ο οποίος είδε τη μητέρα του να καίγεται μπροστά στα μάτια του – 90 χρονών η μητέρα του.
Ο άνθρωπος αυτός είχε πάει διακοπές μαζί με τη σύζυγό του, τον 19χρονο γιο του και την 90χρονη μητέρα του. Κατάλαβαν πολύ αργά τη φωτιά. Όταν την αντιλήφθηκαν η φωτιά ήταν στην ουσία δίπλα τους.
Προσπάθησε ο άνθρωπος να τους βάλει όλους μαζί στο αυτοκίνητο να φύγουν, η φωτιά τους είχε κυκλώσει…
Προσπάθησε να βγάλει τη μητέρα του έξω από το αυτοκίνητο, ο ίδιος κάηκε, έχει εγκαύματα, προσπαθώντας να την βγάλει.
Είδε ότι δεν μπορούσε να τα καταφέρει, η μητέρα του δεν μπορούσε να περπατήσει, δεν μπορούσε να τρέχει μαζί τους και όπως μας είπε χαρακτηριστικά: «Δεν πρόλαβα να της πω ούτε αντίο, έφευγα και την έβλεπα να καίγεται»!
Είναι συγκλονιστικές οι μαρτυρίες…», είπε «παγωμένη» η Ελένη Λαζάρου.
“Δεν μπόρεσαν όλοι. Δεν αντέχεται Δεν περνάει. Δεν ξεχνιέται”
Μια ιστορία μιας μητέρας με το μωρό της που σώθηκε την τελευταία στιγμή από τη φονική φωτιά έχει αναρτηθεί στο facebook και συγκλονίζει.
“Είχε καπνό πολύ και δε μπορούσες να καταλάβεις πως η φωτιά ήταν τόσο κοντά, ο καπνός έμπαινε στο σπίτι και φύγαμε όχι γιατί πιστεύαμε θα μας φτάσει η φωτιά, αλλά γιατί έβηχε το μωρό. Είπαμε θα πάμε προς την παραλία. Μεσα σε δεκα λεπτά, ώσπου να τη ντύσω και να βάλω δυο φρούτα στην τσάντα της, κόπηκε το ρεύμα.
Βγήκαμε στο δρόμο, στα σπίτια οι γείτονες έριχναν νερά με τα λαστιχα, άλλοι ετρεχαν, η Ντίνα από απέναντι έψαχνε το γιο της. Έμπαιναν στα αυτοκινητα και έβγαιναν πάλι γιατί οι δρόμοι ηταν κλειστοί και κατεβαίναμε ολοι προς την παραλία.
Πενήντα μέτρα παρακάτω μας έφτασε η φωτιά. Ουρλιαχτά, κουκουνάρια με φλόγες, να φωνάζει κόσμος το όνομα του παιδιού της Ντίνας, πηγαίναμε οπου πήγαιναν οι άλλοι, η μικρή έκλαιγε, την κρατούσα αγκαλιά και της έλεγα θα σωθούμε, θα σωθούμε.
Μπροστά μας καμμένα, δίπλα φλόγες, η μάνα μου προχωρούσε μπροστά μου, σαν να θελε να μου ανοίξει το δρόμο. Είδε κάτι σαν κορμό, ήταν ανθρωπος. Καμένος άνθρωπος. Ενα κάρβουνο σε ανθρώπινο σχήμα, τον κάναμε στο πλάι για να μην περάσουμε από πάνω του.
Φτάσαμε στην παραλία, νομίζαμε θα μείνουμε εκεί, καιγόταν η άμμος, χωρίς υπερβολή. Από μια ταβέρνα που δεν είχε ακόμη καεί μπήκαμε στη θάλασσα. Περπατώντας στα νερά περάσαμε μέχρι το ξενοδοχείο που ήρθαν και μας πήραν οι βάρκες, δεν ξέρω πόσοι… Πεντακόσσιοι; Μπορεί παραπάνω.
Δεν άκουγα άλλο τις φωνές. Έλεγα μόνο στη μικρή, θα σωθούμε, θα σωθούμε. Μας συνέλλεξαν οι βάρκες. Πρωτα τραυματίες και παιδιά ειπαν. Φτάσαμε βουβοί στη Ραφήνα, δεν άλλαξα κουβέντα με άνθρωπο, δε μιλούσαν οι άνθρωποι.
Μόλις βγήκαμε μού πήραν το παιδί, το τύλιξαν με κουβέρτα και μας είπαν θα πάμε στο νοσοκομείο, προληπτικά. Άγνωστοι μού έδειχναν φωτογραφίες στα κινητά, αν είχα δει κάποιον. Νόμιζα τους έχω δει όλους ή κανέναν, δεν απαντούσα, τι να έλεγα.
Δεν έχω πια σπίτι, δεν έχω αυτοκίνητο, έχω μόνο τα ρούχα μου και το κινητό που κρατούσα με το στόμα στο νερό για να επικοινωνήσω. Αλλα δε με νοιάζει.
Εχω την κόρη μου και τη μάνα μου. Ζω.
Δε μπόρεσαν όλοι. Δεν αντέχεται
Δεν περνάει. Δεν ξεχνιέται.”