Την σφοδρή αντίδραση του ΣΥΡΙΖΑ προκάλεσαν οι εξελίξεις στην πολύκροτη υπόθεση των υποκλοπών για την οποία με σχετική ανακοίνωση του το γραφείο τύπου του κόμματος αναφέρει μεταξύ άλλων : Το σκάνδαλο των υποκλοπών έχει από σήμερα και τη σφραγίδα της ηγεσίας του Αρείου Πάγου. Η ελληνική Δικαιοσύνη στο ανώτατο επίπεδο αποφάσισε τη συγκάλυψη μέσω της αρχειοθέτησης και όχι τη διαλεύκανση μέσω της δικαστικής έρευνας. Είναι μια απόφαση υποβάθμισης και ευτελισμού του κύρους ενός θεσμού που αποτελεί τον θεματοφύλακα της Δημοκρατίας.
Προκαλεί αλγεινή εντύπωση ότι η αρχειοθέτηση επισπεύσθηκε την ώρα που η δημοσιογραφική έρευνα αποκαλύπτει νέα στοιχεία, ακόμη και για την υπόθεση της δολοφονίας του Γιώργου Καραϊβάζ. Την ώρα που αποκαλύπτεται πως ένας στους 3 από εκείνους που είχαν πέσει θύμα παρακολούθησης του Predator, παρακολουθούνταν κι από την ΕΥΠ. Τα ίδια άτομα. Κι αυτό θεωρείται «σύμπτωση»;
Και τα ερωτήματα δεν έχουν τέλος: Κρίθηκε από τον Άρειο Πάγο πως αρχηγοί κομμάτων, το μισό υπουργικό συμβούλιο, δημοσιογράφοι, αρχηγοί του στρατού κ.λπ. αποτελούσαν εθνική απειλή, άρα ορθώς παρακολουθούνταν από την ΕΥΠ; Γιατί και με ποιο τρόπο; Αφού άλλη εξήγηση δεν υπάρχει, ας μας πουν γιατί μια σειρά ονομάτων αποτελούσαν εθνική απειλή.
Η αρχειοθέτηση του σκανδάλου των υποκλοπών πλήττει και τη διεθνή εικόνα της χώρας, η οποία τελεί υπό ευρωπαϊκό δικαστικό και πολιτικό έλεγχο για αυτό το μείζον θέμα.
Τα πολιτικά κόμματα, οι πολίτες, οι ανεξάρτητοι δικαστικοί λειτουργοί, οι δημοσιογράφοι και τα ΜΜΕ οφείλουμε να δώσουμε μάχη για την προστασία των δημοκρατικών μας θεσμών.
Το σκάνδαλο των υποκλοπών – σκάνδαλο Μητσοτάκη και Δημητριάδη – δεν θα μείνει στο αρχείο. Η δημοσιογραφική έρευνα θα συνεχίσει τις αποκαλύψεις και η ανεξάρτητη Δικαιοσύνη, με μια άλλη δημοκρατική κυβέρνηση, θα αναγκάσει τους υπεύθυνους να λογοδοτήσουν. Η λογοδοσία για το σκάνδαλο των υποκλοπών δεν είναι υπόθεση ενός κόμματος, ούτε καν μιας παράταξης. Είναι ζήτημα Δημοκρατίας, για αυτό άλλωστε από την πρώτη στιγμή κορυφαίοι πολιτικοί και νομικοί όλων των παρατάξεων το έθεσαν στο δημόσιο διάλογο απαιτώντας τη διαλεύκανση του. Είναι πλέον φανερό ότι αυτή δεν μπορεί να γίνει με πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη