Η καταπολέμηση της παιδικής παχυσαρκίας βρέθηκε στο επίκεντρο ημερίδας του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας – Ευρώπης με τη συμμετοχή της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Υγείας.
Η καταπολέμηση της παιδικής παχυσαρκίας βρέθηκε στο επίκεντρο ημερίδας του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας-Ευρώπης με τη συμμετοχή της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Υγείας.
Ειδικότερα, συμμετείχαν ο υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης και η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας Ειρήνη Αγαπηδάκη, παρουσία του επικεφαλής του Γραφείου του ΠΟΥ στην Ελλάδα και του Γραφείου του ΠΟΥ/Ευρώπης για την Ποιότητα Φροντίδας και την Ασφάλεια των Ασθενών στην Αθήνα, Joao Breda. Το «παρών» έδωσαν επίσης ο επικεφαλής του προγράμματος για την παχυσαρκία στην Ευρωπαϊκή Περιφέρεια του ΠΟΥ, Dr Kremlin Wickramasinghe και ο διπλωματικός εκπρόσωπος της UNICEF στην Ελλάδα, Dr Ghassan Khalil.
Ο υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης, μεταξύ άλλων, τόνισε ότι «μία από τις πιο κρίσιμες προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε σήμερα στη δημόσια Υγεία είναι η παιδική παχυσαρκία. Είναι ένα ζήτημα που απειλεί τη μελλοντική υγεία και ευεξία των παιδιών του έθνους μας. Η συμβολή του ΠΟΥ Ευρώπης είναι κρίσιμη, καθώς ξεκινάμε την ξεκάθαρη και επείγουσα αποστολή μας: να διαμορφώσουμε μια ενωμένη και ισχυρή απάντηση για να περιορίσουμε την αυξανόμενη τάση της παχυσαρκίας και του υπερβολικού βάρους, ιδιαίτερα μεταξύ των παιδιών μας. Η παχυσαρκία στα παιδιά δεν είναι απλώς μια ανησυχία, είναι μια κρίση που απαιτεί άμεση και αποφασιστική δράση».
Όπως είπε ο υπουργός, η Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι είναι η κοιτίδα της διάσημης μεσογειακής διατροφής, αντιμετωπίζει ανησυχητικά υψηλά ποσοστά παχυσαρκίας στους νέους της.
«Είναι σοκαριστικό να αναγνωρίσουμε ότι το 60% των ενηλίκων μας και ένα στα τρία παιδιά μας ζουν με υπερβολικό βάρος και παχυσαρκία. Αυτή η έντονη αντίθεση με την πλούσια παράδοσή μας στην υγιεινή διατροφή είναι μια επείγουσα έκκληση για επανεξέταση της προσέγγισής μας».
«Οι στόχοι μας -συνέχισε- είναι σαφείς και αδιαμφισβήτητοι: να παρουσιάσουμε την τρέχουσα κατάσταση της παχυσαρκίας στη Νότια Ευρώπη, να αξιολογήσουμε κριτικά την εφαρμογή αποτελεσματικών παρεμβάσεων και να εντοπίσουμε τις προτεραιότητες για δράση. Μέσω της ανταλλαγής γνώσεων, εμπειριών και βέλτιστων πρακτικών, στοχεύουμε να κινητοποιηθούμε με άμεση και διαρκή δράση κατά αυτής της επιδημίας. Στην Ελλάδα έχουμε τη γνώση, την παράδοση και το κοινοτικό πνεύμα για να αναστρέψουμε αυτήν την τάση. Ωστόσο, απαιτείται μια συντονισμένη προσπάθεια από όλους τους τομείς της κοινωνίας -την κυβέρνηση, τους επαγγελματίες υγείας, τους εκπαιδευτικούς και τις οικογένειες. Χρωστάμε στα παιδιά μας να δημιουργήσουμε ένα περιβάλλον που υποστηρίζει υγιεινές επιλογές και προάγει τη δια βίου ευεξία».
Στις δράσεις του προγράμματος αναφέρθηκε από την πλευρά της η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας, Ειρήνη Αγαπηδάκη.
«Μαζί με τη UNICEF αναπτύξαμε ένα πρόγραμμα το οποίο στοχεύει στην πρόληψη και καταπολέμηση της παιδικής παχυσαρκίας. Στόχος μας είναι όχι απλώς ο έγκαιρος εντοπισμός της παιδικής παχυσαρκίας αλλά η πρόληψη των παραγόντων κινδύνου που οδηγούν σε αυτήν. Έτσι, αναπτύξαμε ένα πρόγραμμα που στοχεύει παράλληλα σε πρωτογενές, δευτερογενές και τριτογενές επίπεδο. Το πρόγραμμα έχει ως πρωταρχικό σκοπό να αλλάξει το περιβάλλον που οδηγεί στην παιδική παχυσαρκία».
Η παιδική παχυσαρκία στην Ελλάδα αποτελεί ένα σοβαρό ζήτημα δημόσιας υγείας, καθώς, όπως δείχνουν οι σχετικοί δείκτες, η χώρα μας έχει ανάμεσα στα κράτη- μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης την τρίτη θέση στα παιδιά κάτω των 5 ετών, τη δεύτερη θέση στα παιδιά ηλικίας 5 έως 9 ετών και την πρώτη θέση στα παιδιά και τους εφήβους 10 έως 19 ετών.
«Έτσι, λοιπόν, η μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού, είτε μιλάμε για παιδιά είτε για ενήλικες, είναι είτε υπέρβαροι είτε παχύσαρκοι. Για τον λόγο αυτό έχουμε αναλάβει αυτή την εθνική δράση ενάντια στην παιδική παχυσαρκία για τα επόμενα δύο χρόνια», είπε η κ. Αγαπηδάκη.
Το πρόγραμμα έχει ήδη ξεκινήσει να υλοποιείται πιλοτικά σε 59 σχολεία της χώρας και από το νέο σχολικό έτος θα εφαρμοστεί καθολικά, σε εθνικό επίπεδο. με στόχο την απόκτηση δεξιοτήτων, υγιεινές, διατροφικές δεξιότητες, δεξιότητες φυσικής άσκησης, δεξιότητες για τη σπατάλη τροφίμων κ.α.
Όπως είπε η κ. Αγαπηδάκη, παρέχεται στα παιδιά και τις οικογένειες τους δωρεάν πρόσβαση σε διατροφολόγους, πρόσβαση σε γιατρούς, σε ψηφιακά εργαλεία τα οποία μπορούν να χρησιμοποιήσουν οι οικογένειές τους αλλά και οι ίδιοι, ανάλογα με το αναπτυξιακό τους επίπεδο.
«Και επίσης διευκολύνουμε τις οικογένειες ώστε να συνδεθούν μεταξύ τους και να δημιουργήσουν τοπικά δίκτυα στα οποία, πραγματικά, να μπορέσουμε να προωθήσουμε δραστηριότητες υγιεινής ζωής, δεξιότητες υγιεινής ζωής και να εστιάζουμε στην θετική πλευρά της υγείας η οποία είναι η προώθηση των υγιεινών δράσεων και συμπεριφορών ζωής.
Παράλληλα, έχουμε αναπτύξει και μία στρατηγική αύξησης της ευαισθητοποίησης, καθώς και την ανάπτυξη των δεξιοτήτων που συνδέονται με τις βασικές συμπεριφορές υγείας. Θέλουμε να μάθουμε στα παιδιά ότι το υγιεινό φαγητό είναι νόστιμο φαγητό».