Από σήμερα (12/02), ο Κώστας Τασούλας είναι ο 9ος Πρόεδρος της Δημοκρατίας στη Μεταπολίτευση, όπως επικυρώθηκε στην ψηφοφορία στην Ολομέλεια της Βουλής, με τη διαδικασία της απλής πλειοψηφίας.
Ποιος είναι ο Κώστας Τασούλας
Γεννήθηκε στα Ιωάννινα το 1959, είναι παντρεμένος και έχει δύο παιδιά.
Σπούδασε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και έχει εργασθεί κατά την περίοδο 1988 – 1989 σε Δικηγορική εταιρία του Λονδίνου, ως υπότροφος του Βρετανικού Συμβουλίου.
Στις βουλευτικές εκλογές του 2000, εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής Ιωαννίνων με τη Νέα Δημοκρατία, ενώ, επανεξελέγη στις βουλευτικές εκλογές του 2004, του 2007, του 2009, του 2012 (δύο φορές), του 2015 (δύο φορές), του 2019 και του 2023 (δύο φορές).
Το 2006, ορίσθηκε αναπληρωτής κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας από τον Πρωθυπουργό.
Το 2007, ορίσθηκε Υφυπουργός Εθνικής Αμύνης.
Τον Φεβρουάριο του 2010, εκλέχθηκε Γενικός Γραμματέας της κοινοβουλευτικής ομάδας της Νέας Δημοκρατίας.
Το 2014, ορίσθηκε Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού, έως τον Ιανουάριο του 2015.
Το 2018, ορίσθηκε Γενικός Εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας για την Συνταγματική Αναθεώρηση.
Το 2019, εκλέχθηκε Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων κι επανεκλέχθηκε τον Μάιο του 2023.
Τον Ιούλιο του 2023, εκλέχθηκε για τρίτη φορά στη θέση του Προέδρου της Βουλής.
Υπήρξε ιδιαίτερος Γραμματέας του αειμνήστου Ευαγγέλου Αβέρωφ – Τοσίτσα, Επίτιμου Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας από το 1981 έως το 1990 και ειδικός σύμβουλος στα Υπουργεία Εθνικής Οικονομίας, Εμπορίου και Γεωργίας (1989 – 1990).
Διετέλεσε Πρόεδρος του Οργανισμού Προωθήσεως Εξαγωγών από το 1990 έως το 1993, ενώ, εξελέγη δημοτικός σύμβουλος του Δήμου Κηφισιάς, το 1990.
Το 1994, εξελέγη Δήμαρχος Κηφισιάς.
Τον Ιούνιο του 2013, ορίσθηκε Πρόεδρος του Ινστιτούτου Δημοκρατίας «Κωνσταντίνος Καραμανλής».
Οι διατελέσαντες Πρόεδροι της Δημοκρατίας
Πρώτος Πρόεδρος της Μεταπολίτευσης ήταν ο ακαδημαϊκός, Μιχαήλ Στασινόπουλος, που ήταν και βουλευτής Επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας. Ψηφίσθηκε από 206 βουλευτές. Η θητεία του διήρκεσε από τη 18η Δεκεμβρίου 1974 έως τον Ιούνιο του 1975 και ήταν μεταβατικού χαρακτήρα, έως την υπερψήφιση του νέου καταστατικού χάρτη.
Τον διαδέχθηκε ο επίσης ακαδημαϊκός, Κωνσταντίνος Τσάτσος, που συγκέντρωσε 210 ψήφους.
Το 1980, ήταν η σειρά του Κωνσταντίνου Καραμανλή να «μετακομίσει» στην Ηρώδου Αττικού, καθώς εξελέγη στην τρίτη ψηφοφορία με 183 ψήφους.
Το 1985, ο Ανδρέας Παπανδρέου πρότεινε τον Χρήστο Σαρτζετάκη, ανακριτή στην υπόθεση Λαμπράκη, ο οποίος εξελέγη με 180 ψήφους.
Το 1990, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης πρότεινε ξανά ως Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ο οποίος εξελέγη στην 5η ψηφοφορία με 153 ψήφους.
Το 1995, εξελέγη ο Κωστής Στεφανόπουλος με 181 ψήφους, πρόταση της τότε ΠΟΛ.ΑΝ του Αντώνη Σαμαρά, την οποία απεδέχθη το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου. Ο Κωστής Στεφανόπουλος επανεξελέγη το 2000 με τον τότε αριθμό – ρεκόρ των 269 ψήφων.
Το 2005, ο Κώστας Καραμανλής πρότεινε τον πρώην Υπουργό του ΠΑΣΟΚ, Κάρολο Παπούλια, που έλαβε 279 ψήφους. Το 2010, επανεξελέγη με 266 ψήφους.
Το 2015, ο Αλέξης Τσίπρας πρότεινε τον άλλοτε Υπουργό της Νέας Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλο, που εξελέγη με 233 ψήφους.
Το 2020, ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, πρότεινε την πρώτη γυναίκα για το ύπατο αξίωμα, την Κατερίνα Σακελλαροπούλου, η οποία έλαβε 261 ψήφους.
Οι Κωστής Στεφανόπουλος, Κωνσταντίνος Καραμανλής και Κάρολος Παπούλιας είχαν δύο προεδρικές θητείες.
Οι αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας
Σύμφωνα με το Άρθρο 30 παρ. 1 του Συντάγματος, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αποτελεί τον ρυθμιστή του Πολιτεύματος. Ωστόσο, κατά το παρόν Σύνταγμα, οι ουσιαστικές αρμοδιότητες του Προέδρου είναι περιορισμένες σε σύγκριση με αυτές του Πρωθυπουργού και των Υπουργών.
Οι αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας διακρίνονται σε συμβολικές, ρυθμιστικές, νομοθετικές, διοικητικές και δικαστικές, είναι συγκεκριμένες, απαριθμούνται περιοριστικά στο Σύνταγμα και διέπονται:
– Aπό τον ερμηνευτικό κανόνα του Άρθρου 50, σύμφωνα με τον οποίο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει μόνο όσες αρμοδιότητες του αναθέτουν ρητά το Σύνταγμα και οι νόμοι που είναι σύμφωνοι με αυτό.
– Aπό τη ρήτρα του Άρθρου 35 παρ. 1, σύμφωνα με την οποία καμία πράξη του Προέδρου δεν ισχύει ούτε εκτελείται χωρίς την προσυπογραφή του αρμοδίου Υπουργού εκτός από τις εξαιρέσεις που αναφέρονται περιοριστικά στις παρ. 1 και 2 του ιδίου άρθρου.
Αναλυτικά, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας:
– Εκπροσωπεί διεθνώς το κράτος, κηρύσσει πόλεμο, συνομολογεί συνθήκες ειρήνης, συμμαχίας, οικονομικής συνεργασίας και συμμετοχής σε διεθνείς οργανισμούς ή ενώσεις και τις ανακοινώνει στη Βουλή όταν το συμφέρον και η ασφάλεια του Κράτους το επιτρέπουν. Η αρμοδιότητα αυτή είναι τυπική και ασκείται ουσιαστικά από την Κυβέρνηση (Άρθρο 36 παρ. 1).
– Διορίζει και παύει τον Πρωθυπουργό, τους Υπουργούς και τους Υφυπουργούς (άρθρο 37 παρ. 1).
– Απαλλάσσει την κυβέρνηση από τα καθήκοντα αν αυτή παραιτηθεί ή απολέσει την εμπιστοσύνη της Βουλής (Άρθρο 38 παρ. 1).
– Αναθέτει διερευνητική εντολή προκειμένου να διακριβωθεί η δυνατότητα σχηματισμού Κυβέρνησης που να απολαύει της εμπιστοσύνης της Βουλής (άρθρο 37 παρ. 2, 3 και 4).
– Συγκαλεί τη Βουλή σε σύνοδο τακτικά μία φορά το χρόνο και έκτακτα όταν αυτός το κρίνει εύλογο (άρθρο 40 παρ. 1).
– Κηρύσσει την έναρξη και τη λήξη κάθε βουλευτικής συνόδου αυτοπροσώπως ή διά του Πρωθυπουργού (Άρθρο 40 παρ. 1).
– Αναστέλλει τις εργασίες της βουλευτικής συνόδου, αρμοδιότητα που μπορεί να ασκήσει ο Πρόεδρος κατά διακριτική ευχέρεια μία φορά σε κάθε βουλευτική σύνοδο (άρθρο 40 παρ. 2, 3).
– Διαλύει τη Βουλή και προκηρύσσει εκλογές στις περιπτώσεις που καθορίζει το Σύνταγμα: (άρθρο 37 παρ. 3, άρθρο 41).
Αν δεν τελεσφορήσουν οι διερευνητικές εντολές και επιβεβαιωθεί η αδυναμία σχηματισμού Κυβέρνησης που να έχει την εμπιστοσύνη της Βουλής (άρθρο 37 παρ. 3).
Αν έχουν παραιτηθεί ή καταψηφισθεί από τη Βουλή δύο κυβερνήσεις και η σύνθεση δεν εξασφαλίζει κυβερνητική σταθερότητα (Άρθρο 41 παρ. 1).
Προκειμένου να αντιμετωπισθεί εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας, έπειτα από πρόταση της κυβέρνησης που έχει την ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής (Άρθρο 41 παρ. 2).
– Προκηρύσσει δημοψήφισμα για κρίσιμα εθνικά θέματα μετά από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου και απόφαση της Βουλής που λαμβάνεται με απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών (Άρθρο 44 παρ. 2 εδ. 1).
– Προκηρύσσει δημοψήφισμα για ψηφισμένο νομοσχέδιο που αφορά σε σοβαρό κοινωνικό θέμα, με διάταγμα που προσυπογράφεται από τον Πρόεδρο της Βουλής, εφόσον αυτό έχει προταθεί από 120 βουλευτές και έχει αποφασισθεί από 180 βουλευτές (Άρθρο 44 παρ. 2 εδ. 2).
– Απευθύνει διαγγέλματα προς το λαό σε εντελώς εξαιρετικές περιπτώσεις, έπειτα από σύμφωνη γνώμη του Πρωθυπουργού. Τα διαγγέλματα προσυπογράφονται από τον Πρωθυπουργό και δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Άρθρο 44 παρ. 3).
– Εκδίδει τους νόμους που ψηφίζει η Βουλή μέσα σε ένα μήνα από την ψήφιση αυτών. Με την έκδοση, δηλαδή την υπογραφή του νόμου, ο Πρόεδρος πιστοποιεί τόσο τη γνησιότητα του νόμου όσο και την τήρηση της προβλεπόμενης διαδικασίας (Άρθρο 42 παρ. 1).
– Δημοσιεύει τους νόμους που ψηφίζει η Βουλή. Δημοσίευση είναι η πράξη του Προέδρου της Δημοκρατίας με την οποία εντέλλεται τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Άρθρο 42 παρ. 1).
– Έχει το δικαίωμα της αναπομπής του ψηφισμένου νόμου στη Βουλή. Το δικαίωμα της αναπομπής μπορεί να ασκηθεί εντός ενός μηνός από την ψήφιση του νόμου και πρέπει να συνοδεύεται από έκθεση των λόγων της αναπομπής (Άρθρο 42 παρ. 1 και 2).
– Εκδίδει κανονιστικά διατάγματα. Το Σύνταγμα προβλέπει τις εξής περιπτώσεις έκδοσης διαταγμάτων από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας (Άρθρο 43)
Ο Πρόεδρος εκδίδει διατάγματα που θεσπίζουν λεπτομερειακούς κανόνες αναγκαίους για την εκτέλεση των νόμων. Το Σύνταγμα αναθέτει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας την εκτέλεση των νόμων με τη σύμπραξη του αρμοδίου Υπουργού που προτείνει και προσυπογράφει. Για την άσκηση αυτής της αρμοδιότητας δεν απαιτείται εξουσιοδότηση του κοινού νομοθέτη (Άρθρο 43 παρ. 1).
Ο Πρόεδρος εκδίδει κανονιστικά διατάγματα με ειδική εξουσιοδότηση νόμου και μετά από πρόταση του αρμοδίου Υπουργού (Άρθρο 43 παρ. 2).
Ο Πρόεδρος εκδίδει κανονιστικά διατάγματα για τη ρύθμιση θεμάτων που καθορίζονται σε νόμους – πλαίσια πάντοτε με τη σύμπραξη του αρμοδίου Υπουργού (Άρθρο 43 παρ. 4).
– Εκδίδει πράξεις νομοθετικού περιεχομένου. Οι πράξεις νομοθετικού περιεχομένου αποτελούν νομοθετικές ρυθμίσεις και εκδίδονται μετά από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου (Άρθρο 44).
Σε έκτακτες περιπτώσεις επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης (Άρθρο 44 παρ. 1).
Σε περίπτωση πολέμου, επιστράτευσης εξαιτίας εξωτερικών κινδύνων ή άμεσης απειλής της εξωτερικής ασφάλειας, καθώς και αν εκδηλωθεί ένοπλο κίνημα για την ανατροπή του δημοκρατικού πολιτεύματος, μετά την έναρξη ισχύος των μέτρων του Άρθρου 48, για να αντιμετωπισθούν επείγουσες ανάγκες ή για να αποκατασταθεί ταχύτερα η λειτουργία των συνταγματικών θεσμών (άρθρο 48 παρ. 5).
– Κηρύσσει τη χώρα σε κατάσταση πολιορκίας σε περίπτωση πολέμου, επιστράτευσης ή άμεσης απειλής της εθνικής ασφάλειας, καθώς και αν εκδηλωθεί ένοπλο κίνημα για την ανατροπή του δημοκρατικού πολιτεύματος, εφόσον η Βουλή απουσιάζει ή υφίσταται αντικειμενική αδυναμία έγκαιρης σύγκλησης αυτής, έπειτα από πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου (Άρθρο 48 παρ. 2).
– Διορίζει το προσωπικό της Προεδρίας της Δημοκρατίας (Άρθρο 35 παρ. 2ε).
– Απονέμει τα προβλεπόμενα παράσημα σε ημεδαπούς και αλλοδαπούς σύμφωνα με τις διατάξεις των σχετικών νόμων (Άρθρο 46 παρ. 2).
– Διορίζει και παύει, σύμφωνα με το νόμο, τους δημοσίους υπαλλήλους (Άρθρο 46 παρ.1)
– Είναι ο συμβολικός αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας και απονέμει τους βαθμούς σε όσους υπηρετούν σε αυτές όπως ορίζει ο νόμος (Άρθρο 45).
– Ως διεθνής εκπρόσωπος του κράτους, χορηγεί τα διαπιστευτήρια γράμματα στους διπλωματικούς αντιπροσώπους της χώρας στα τρίτα κράτη και δέχεται τα διαπιστευτήρια γράμματα των διπλωματικών αντιπροσώπων κρατών του εξωτερικού (Άρθρο 36 παρ. 1).
– Έχει το δικαίωμα απονομής χάριτος. Ο Πρόεδρος μπορεί να χαρίζει, να μετατρέπει ή να μετριάζει τις ποινές που επιβάλλονται από τα δικαστήρια και επίσης να αίρει τις κάθε είδους έννομες συνέπειες των ποινών που έχουν επιβληθεί και εκτιθεί. Η αρμοδιότητα αυτή ασκείται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Δικαιοσύνης και γνώμη του Συμβουλίου Χαρίτων (Άρθρο 47 παρ. 1).
– Απονέμει χάρη σε Υπουργό που καταδικάσθηκε, σύμφωνα με το Άρθρο 86 του Συντάγματος. Το δικαίωμα αυτό ασκείται μόνο μετά τη συγκατάθεση της Βουλής (Άρθρο 47 παρ. 2).