Στην Ελβετία είναι χειρότερα απ’ ότι στην Ελλάδα
Στο ύψος των περιστάσεων πρέπει να σταθούν οι επιστήμονες και… να σωπαίνουν, να αφήνουν μονάχα τους επίσημους εκπροσώπους του κράτους να δίνουν οδηγίες προς τους πολίτες.
Το παραπάνω επισημαίνει, σε συνέντευξή του στην “Π” ο πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας, Τεχνολογίας και Καινοτομίας, κ. Μανώλης Δερμιτζάκης, καθηγητής Γενετικής Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Γενεύης, διευθυντής του Κέντρου Γονιδιώματος Health 2030.
Το κείμενο της συνέντευξης έχει ως εξής:
Πώς είναι αυτό το διάστημα η κατάσταση στη Γενεύη;
“Έχω μείνει στη Γενεύη, μαζί με την οικογένειά μου, θα ήθελα να είμαι στην Ελλάδα, αλλά μένω εδώ για προσωπικούς λόγους. Στην Ελβετία είναι χειρότερα από ό,τι στην Ελλάδα, τα κρούσματα είναι περισσότερα και οι θάνατοι είναι περισσότεροι. Παρόλο που έχει πιο καλά προετοιμασμένο σύστημα υγείας, είναι κάτι που δεν ξέρουμε πώς θα εξελιχθεί.
Έκανε πολύ χρόνο η Ελβετία να εφαρμόσει κάποια μέτρα, ήταν πιο συντηρητικοί, ίσως, δεν πήραν τόσο σοβαρά κάποια πράγματα και επιπλέον υπάρχει το θέμα της δομής της κυβέρνησης. Είναι ομοσπονδιακή με διαφορετικά συστήματα υγείας και ήταν δύσκολο να ληφθεί μία κεντρική απόφαση.
Η Γενεύη αποφάσισε τώρα να κλείσει τα πάντα, εκτός από σούπερ μάρκετ, ό,τι έχει σχέση με διαθεσιμότητα φαγητού, τα εστιατόρια είναι με delivery και take away, τα φαρμακεία και τα βενζινάδικα είναι ανοιχτά. Όλα τα άλλα κλείνουν, τα Πανεπιστήμια, τα ερευνητικά κέντρα έχουν κλείσει, όπως και οι Εκκλησίες. Η οδηγία είναι “Μένουμε σπίτι μας”.”
Τα τελευταία 24ωρα βλέπουμε να αναρτούνται διάφορα στο διαδίκτυο, και οι επιστήμονες φωνάζουν να είμαστε όλοι προσεκτικοί. Είναι κρίσιμο να ακούμε μόνο τους ειδικούς;
“Ναι, αλλά σε ένα επίπεδο ακόμα. Σε μια κατάσταση, όπου τα πράγματα ήταν πιο χαλαρά, λιγότερο σοβαρά, θα έλεγα ακούστε τους επιστήμονες, μην ακούτε τους μη επιστήμονες. Έχουμε φτάσει στο σημείο που τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά και δεν υπάρχει περιθώριο παρερμηνείας έστω και στο παραμικρό. Πιστεύω πως πρέπει να δούμε ένα επίπεδο παραπέρα.
Δεν πρέπει να ακούμε ούτε τους εθελοντές ειδικούς αλλά μόνο τους ειδικούς που έχει βάλει η κυβέρνηση και έχουν μελετήσει συγκεκριμένα τα δεδομένα της Ελλάδας.
Έχουμε μια τάση, δεν το λέω εναντίον κάποιου, να υπερεκτιμούμε τις απόψεις κάποιων διάσημων καθηγητών που λένε κάτι, από το ΜΙΤ ή το Χάρβαρντ.
Αυτά δε μας βοηθάνε. Προφανώς κάτι έχουν να πουν αυτοί οι άνθρωποι αλλά δεν είναι καν ειδικοί στον τομέα αυτό, είναι ειδικοί στο χώρο τους. Προφανώς έχουν μία επιστημονική άποψη αλλά δεν είμαστε στη φάση όπου η ελευθερία των επιστημονικών απόψεων και των σκέψεων μπορεί να βγει στο κοινό.
Το κοινό χρειάζεται αυστηρές οδηγίες. Αυτές τις δίνει ο ΕΟΔΥ. Υπάρχει επιτροπή εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Υγείας από διακεκριμένους ανθρώπους στο χώρο της λοιμωξιολογίας, της επιδημιολογίας και της μικροβιολογίας.
Πιστεύω, λοιπόν, ότι πρέπει να ακούμε αυτούς και μόνο. Ούτε τι είπε ο τάδε καθηγητής στο ΜΙΤ ούτε το δεκάλογο του ενός, ή το δεκαπεντάλογο του άλλου.
Νομίζω ότι και τα ΜΜΕ πρέπει να προσέχουν πάρα πολύ. Βλέπω ότι ο καθένας βγαίνει και τον ρωτάνε “τι να κάνουμε;” και λέει ο καθένας τη δική του πλευρά. Μπορεί, όμως, να κάνει λάθος και να το παρεξηγήσει ο άλλος. Να πει ότι “ο τάδε καθηγητής είπε να μη βάλουμε ή να βάλουμε μάσκα”.”
Θεωρείτε, λοιπόν, ότι και οι ίδιοι οι επιστήμονες πρέπει να κρατήσουν μια συγκεκριμένη στάση, να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων;
“Δε νομίζω ότι υπάρχει χώρος για συζήτηση μεταξύ επιστημόνων στα κοινά. Η υγεία είναι συγκεκριμένη και, μάλιστα, αυτό που εγώ θα πρότεινα και το έχω στείλει και στο γραφείο του πρωθυπουργού μήπως μπορεί να το επιβάλει, είναι κάθε ΜΜΕ να βάλει στον κεντρικό τίτλο του παραπομπή στο site του ΕΟΔΥ.
Δε χρειαζόμαστε άλλους ειδικούς, αλλά αυστηρές οδηγίες, σα στρατιωτάκια, γιατί είμαστε σε ένα σιωπηρό πόλεμο, θα ακολουθούμε αυτά που λέει ο ΕΟΔΥ. Αυτή είναι η δική μου θέση. Βγαίνει λίγο από την ελευθερία της έκφρασης των επιστημόνων αλλά αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει χώρος και χρόνος για ελευθερία έκφρασης και γενικότερης συζήτησης.
Χρειάζονται αυστηρά μέτρα, αυστηρή τήρηση των κανόνων, όπως τους έχει ορίσει η κυβέρνηση. Η τήρηση των κανόνων είναι κατά συνθήκη, δεν είναι γενικώς. Όταν μπαίνουν κάποιοι κανόνες μπαίνουν σε συγκεκριμένο σύστημα με συγκεκριμένα δεδομένα. Δεν μπορούν να εφαρμοστούν όλοι οι κανόνες σε όλα τα συστήματα.
Οι επιστήμονες μελέτησαν το σύστημα της Ελλάδας, τη θερμοκρασία, τα κοινωνικά χαρακτηριστικά. Για το γεγονός ότι δεν έκλεισαν οι Εκκλησίες από την αρχή, ήξεραν ότι αν τις έκλειναν από την πρώτη μέρα θα υπήρχαν αντιδράσεις.
Επομένως, υπάρχουν κοινωνικοί παράγοντες που ο καθένας λαμβάνει υπόψη του και η κυβέρνηση έχει τον κεντρικό λόγο. Πρέπει αυτό και μόνο αυτό να ακούμε. Όλα τα υπόλοιπα δεν έχουν θέση στη συγκεκριμένη φάση. Το να επαναλαμβάνει κάποιος συγκεκριμένα μηνύματα, ναι, να κάνει ανάλυση για το πώς θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση και να επαναλαμβάνει με το δικό του γλαφυρό τρόπο ό,τι έχει πει το Υπουργείο και ο καθένας να παρεξηγεί, είναι επικίνδυνο.
Ακόμα, χαίρομαι πάρα πολύ που η Ελληνική κοινότητα και οι άλλες κοινότητες ανά την Ευρώπη αναγνωρίζουν το έργο των γιατρών, όπως με το χειροκρότημα και την όποια εκτίμηση υπάρχει. Πιστεύω πως ακριβώς το ίδιο πρέπει να γίνει με τους επιστήμονες που έχουν αναλάβει ένα συγκεκριμένο έργο, όχι εμένα ως επιστήμονα.
Αυτά που έχει πει ο ΕΟΔΥ εμένα με καλύπτουν και αν θέλω να φέρω αντίρρηση θα πάρω τον υπουργό, τον επιστήμονα που είναι στην επιτροπή. Δε θα κάτσω να κάνω συζήτηση διαδικτυακά ή στα ΜΜΕ για το αν συμφωνώ ή διαφωνώ. Ο κόσμος δεν έχει την ευελιξία να καταλάβει το διάλογο σε αυτή τη φάση γιατί τα πράγματα είναι επικίνδυνα.
Η διαφορά της μίας μέρας για την εφαρμογή ενός μέτρου που ήδη έχει επιβάλει το υπουργείο έχει τεράστια επίπτωση σε ανθρώπινες ζωές.
Παίζονται μέρες, όχι βδομάδες ή μήνες. Επομένως, πρέπει να ακολουθούμε σα στρατιωτάκια αυτό ακριβώς που λένε οι επιστήμονες, οι εμπειρογνώμονες του Υπουργείου Υγείας και ο καθένας να βρει προσωπικές λύσεις να περνάει το χρόνο του. Ο καθένας πρέπει να ψάξει να βρει πώς θα βρίσκεται στο χώρο του. Η εναλλακτική λύση είναι πολύ χειρότερη.
Το εναλλακτικό σενάριο είναι η πιθανότητα να κολλήσει τον ιό, ακόμα και για τους νέους μπορεί να έχει μια σοβαρή επίπτωση. Το ακόμα χειρότερο είναι να το μεταδώσει σε κάποιους δικούς του ανθρώπους, πιο μεγάλους, που να ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες, ή να είναι άρρωστοι. Αυτό που μας ζητάνε είναι το σωστό. “Αυτό πρέπει να κάνουμε και τελείωσε”.