«Ας μην ξεχνούμε ότι κανείς δεν θεωρούσε πιθανή τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης· και όμως συνέβη.
Στην ιστορία ποτέ και τίποτε δεν είναι οριστικό», τονίζει.Μιλά, ακόμα, για τα «Κίτρινα Γιλέκα» και αναφέρει πως «δεν είμαστε εμείς πίσω από τη Γαλλία, η Γαλλία ακολουθεί την Ελλάδα.
Φοβούμαι ότι οι Γάλλοι, αργά ή γρήγορα, θα διαπιστώσουν τα ίδια με τους Έλληνες». Ο κ. Πρεβελάκης θα βρίσκεται στο Ηράκλειο την ερχόμενη Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου.
Θα μιλήσει σε εκδήλωση που θα πραγματοποιηθεί στις 7 το απόγευμα στην αίθουσα Καστελλάκη στο Επιμελητήριο Ηρακλείου με θέμα «Αποκέντρωση, το αίτημα της Ανάπτυξης. Ιδέες για την Ελλάδα, ιδέες για την Κρήτη». Θα μιλήσει, ακόμα, ο πολιτικός επιστήμονας/ συγγραφέας, κ. Μιχάλης Χαραλαμπίδης.
Το κείμενο της συνέντευξης που παραχώρησε στην «Π» έχει ως εξής:
κ. Πρεβελάκη, ήθελα να σας ρωτήσω πρώτα για τα «Κίτρινα Γιλέκα».
Πώς κρίνετε τα όσα γίνονται αυτό το διάστημα στη Γαλλία; Στη χώρα μας κάποιοι θεωρούν ότι ανάλογα έπρεπε να είχαμε πράξει κι εμείς στην αρχή της κρίσης.
«Μα το έχουμε πράξει. Λησμονούμε τα γεγονότα του 2008, όταν “η γενιά των 700 ευρώ” έκαψε την Αθήνα; Ξεχνούμε τους “Αγανακτισμένους”; Δεν είμαστε εμείς πίσω από τη Γαλλία, η Γαλλία ακολουθεί την Ελλάδα. Φοβούμαι ότι οι Γάλλοι, αργά ή γρήγορα, θα διαπιστώσουν τα ίδια με τους Έλληνες.
Δεν οδηγεί πουθενά η πίεση προς την εθνική κυβέρνηση, επειδή τα προβλήματα έχουν τις ρίζες τους εκτός της χώρας. Επίσης, εδράζονται και στην αδυναμία του καθενός από εμάς να προσαρμοστεί σε έναν κόσμο που αλλάζει με ταχύτατους ρυθμούς.
Οι διαμαρτυρόμενοι είναι όπως αυτός που παλεύει μέσα στην κινούμενη άμμο: βουλιάζει ολοένα και περισσότερο. Δεν γίναμε πλουσιότεροι με τις εκρήξεις θυμού και τις παρορμητικές πολιτικές συμπεριφορές. Αντιθέτως, φτωχύναμε ακόμη περισσότερο».
Βλέπετε πως όλη η Ευρώπη αλλάζει; Τις επόμενες δεκαετίες η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα είναι όπως την ξέρουμε σήμερα; Δεν εξυπηρετούνται πια οι σκοποί της ίδρυσής της ή πρέπει να μείνουμε προσηλωμένοι σε αυτό που λέμε “ευρωπαϊκό ιδεώδες”;
«Το ευρωπαϊκό σχέδιο έχει διανύσει πολλές φάσεις από την εποχή της ίδρυσής του. Τελείωσε ο Ψυχρός Πόλεμος, ζήσαμε ραγδαίες τεχνολογικές επαναστάσεις, η Κίνα εξελίσσεται σε πρώτη παγκόσμια δύναμη, η Μέση Ανατολή φλέγεται. Όλα τα ζητήματα τα οποία θεωρούσαμε λελυμένα τίθενται εκ νέου επί τάπητος.
Το κύριο ερώτημα είναι αν θα επιβιώσουν η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ευρωζώνη, με δεδομένη τη σύγκλιση προβλημάτων: εχθρική Αμερική, ανταγωνιστική Κίνα, Brexit, ανερχόμενοι εθνικισμοί εντός Ευρώπης, αδύνατες ηγεσίες, ρωσική απειλή και μεσανατολική/αφρικανική αστάθεια.
Ποιο νέο πρόβλημα θα προκύψει, άραγε, από τις επερχόμενες ευρωεκλογές οι οποίες κινδυνεύουν να ενισχύσουν τα άκρα; Απαιτείται μεγάλη επινοητικότητα και φαντασία από τις ευρωπαϊκές ηγεσίες, ώστε να «επανανακαλυφθεί» δημιουργικά η Ευρώπη.
Αν παραμείνουμε στην ακινησία και στον συντηρητισμό, το ωραίο ευρωπαϊκό πείραμα θα λήξει. Ας μην ξεχνούμε ότι κανείς δεν θεωρούσε πιθανή τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης· και όμως συνέβη. Στην ιστορία ποτέ και τίποτε δεν είναι οριστικό».
Αλλαγές βλέπουμε και σε παγκόσμιο επίπεδο και στη γειτονιά μας, τα Βαλκάνια. Η Ελλάδα τι θέση έχει και τι θέση πρέπει να κρατήσει σε όλα αυτά;
«Το ζήτημα είναι πολύ μεγάλο και απαιτεί μεγάλη προσοχή στον χειρισμό του. Δεν μπορεί να αναλυθεί σε μια σύντομη συνέντευξη. Η περιοχή φλέγεται και κινδυνεύει να αποσταθεροποιηθεί ακόμη περισσότερο. Οι δυνάμεις οι οποίες μας στήριζαν και μας προστάτευαν έχουν καταστεί λιγότερο αξιόπιστες.
Οι ανταγωνισμοί Ευρώπης-Αμερικής και η κρίση ηγεσίας και στα δύο συγκροτήματα δημιουργούν αβεβαιότητα ως προς το ποια και πόση βοήθεια και υποστήριξη θα μπορέσουν να μας προσφέρουν σε κρίσιμες στιγμές. Σε τέτοιες συνθήκες ρευστότητας δεν υπάρχει δυνατότητα να χαράξουμε γραμμή όπως παλαιότερα.
Θα χρειαστεί συνεχής προσαρμογή και μεγάλη ευελιξία. Το πρότυπό μας για την εξωτερική πολιτική πρέπει να είναι και πάλι ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Βέβαια, εσωτερική και εξωτερική πολιτική είναι αλληλένδετες. Αν δεν βάλουμε τάξη στα του οίκου μας, αν δεν εξασφαλίσουμε εκ νέου εθνική ενότητα και ομοψυχία, αν δεν έχουμε σταθερό πολιτικό βίο, θα είναι πολύ δύσκολο να ασκηθεί εξωτερική πολιτική προσαρμοσμένη στις νέες συνθήκες».
Στην εκδήλωση στο Ηράκλειο θα μιλήσετε για την ανάπτυξη στην Ελλάδα και την Κρήτη. Ποιες είναι οι σκέψεις και οι προτάσεις σας;
«Θεωρώ ότι το κύριο πρόβλημα στην Ελλάδα είναι ο συγκεντρωτισμός. Το δίλημμα φιλελευθερισμός/κρατισμός δεν αντιστοιχεί στις συνθήκες της χώρας μας. Το μεταφέραμε από τις αμερικανικές και τις αγγλικές εμπειρίες οι οποίες, όμως, είναι τελείως διαφορετικές ιστορικά και πολιτισμικά. Η συζήτηση αυτή μας αποπροσανατόλισε, μας εμπόδισε να κατανοήσουμε το πραγματικό διακύβευμα.
Θεωρώ ότι όλα τα προβλήματα που μας βασανίζουν και μας απελπίζουν έχουν τη ρίζα τους στον συγκεντρωτισμό ο οποίος, πάντως, είναι ξένος προς όλες τις παραδόσεις του Ελληνισμού: κομματισμός, διαπλοκή, κακή χρήση των πόρων, παρασιτισμός, εξάρτηση από τους ξένους, χωροταξικά προβλήματα, ασθενής ανάπτυξη της περιφέρειας…
Παράλληλα προς τις ζημιές τις οποίες έχει προκαλέσει, ο συγκεντρωτισμός μάς εμποδίζει να αξιοποιήσουμε τα νέα πλεονεκτήματα που προσφέρει η αποκεντρωμένη οργάνωση στις συνθήκες της παγκοσμιοποίησης και των νέων τεχνολογιών. Για όλους αυτούς τους λόγους πιστεύω ότι η ουσιαστική Αποκέντρωση, με έμφαση στην τοπική κλίμακα, οφείλει να αποτελέσει τον νέο εθνικό ορίζοντα κατά την τρίτη εκατονταετία του ελληνικού κράτους».
Έχετε και στο παρελθόν σχολιάσει το δημογραφικό πρόβλημα της χώρας που παίρνει πλέον εκρηκτικές διαστάσεις. Η Ελλάδα «σβήνει»;
«Θα γνωρίσουμε συνταρακτικές αλλαγές στην πληθυσμιακή σύνθεση της χώρας μας. Ο πληθυσμός που αποτελείται από Έλληνες, με τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον όρο σήμερα, θα μειωθεί και θα καταστεί γηραιότερος. Θα συνεχίσουν να έρχονται στην Ελλάδα πληθυσμοί από τη Μέση Ανατολή και τη Βόρειο Αφρική, σε αναζήτηση ασφαλείας και εργασίας.
Επίσης, θα εγκατασταθούν πολλοί Ευρωπαίοι συνταξιούχοι στην Ελλάδα. Το brain drain θα εξακολουθήσει, καθώς οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης θα ζητούν ολοένα και περισσότερο «καλούς» μετανάστες, όπως είναι κατ’εξοχήν οι Έλληνες.
Όλες αυτές οι ανακατατάξεις θα οδηγήσουν σε σοβαρές εντάσεις ως προς το ζήτημα της εθνικής ταυτότητας. Ποιοί είμαστε; είναι ο τίτλος του τελευταίου μου βιβλίου. Προσεγγίζω ένα ερώτημα το οποίο μας φαινόταν ανύπαρκτο εδώ και μερικά χρόνια και τείνει να καταστεί το σημαντικότερο θέμα για το μέλλον. Επί έναν αιώνα και πλέον, από το 1821 ώς το 1923, επιδιώξαμε τη σύμπτωση εθνικού εδάφους και εθνικού πληθυσμού. Κόστισε πολύ ακριβά η διαδικασία αυτή. Τη ζήσαμε στην Κρήτη με το ξερίζωμα των Τουρκοκρητικών, το οποίο περιγράφει δραματικά ο Παντελής Πρεβελάκης στο Χρονικό μιας Πολιτείας.
Τώρα παρακολουθούμε την αναστροφή του ρεύματος. Οι πληθυσμοί αναμειγνύονται και πάλι. Θα χρειαστεί πολλή σοφία, ώστε να διανύσουμε τη νέα αυτή φάση με επιτυχία. Πρέπει να κατορθώσουμε να προσελκύσουμε τους νέους πληθυσμούς, να τους ελληνοποιήσουμε. Έτσι θα τονώσουμε εκ νέου τη δημογραφία μας. Δεν είναι αδύνατον.
Έχει ξαναγίνει στην Ελλάδα. Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή ήρθαν πρόσφυγες Ρωμιοί μεν, τουρκόφωνοι δε. Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου ήρθαν οι Ρωσοπόντιοι, με γλώσσα τη ρωσική και χωρίς καθόλου θρησκευτική παιδεία. Ο πολιτισμός μας έχει μεγάλη δύναμη ένταξης και απορρόφησης. Πρέπει όμως να μεταρρυθμίσουμε το εκπαιδευτικό μας σύστημα το οποίο έχει αποφασιστικό ρόλο να διαδραματίσει».
Θεωρείτε πως τα επόμενα χρόνια θα είναι καλύτερα ή ακόμα πιο δύσκολα για την χώρα μας;
«Πιστεύω ότι το 2019 θα είναι έτος καμπής. Όλοι οι δρόμοι είναι ανοικτοί- προς την ανάκαμψη, όπως και προς την καταστροφή. Ο Θεός ας φωτίσει τον ελληνικό λαό ως προς τις αποφάσεις του».