Ο Δρ. Ιωάννης Παπαδάκης μελετά τη συμπεριφορά των ψαριών

Επί χρόνια μελετά τη συμπεριφορά των ψαριών και τονίζει πως «πολλά πράγματα που παρατηρώ στα ψάρια μου προκαλούν θαυμασμό, αλλά και σεβασμό!» Ο Δρ. Ιωάννης Παπαδάκης, ερευνητής στο Ινστιτούτο Θαλάσσιας Βιολογίας, Βιοτεχνολογίας και Υδατοκαλλιεργειών του ΕΛΚΕΘΕ, τονίζει, σε συνέντευξή του στην «Π» πως «τα ψάρια ούτε «ψαρώνουν», ούτε «έχουν μνήμη χρυσόψαρου», αλλά ίσα-ίσα είναι έξυπνα και έχουν καλή μνήμη».

Το κείμενο της συνέντευξης έχει ως εξής:

– Αστειευόμενος αυτοχαρακτηριστήκατε ως «ψυχολόγος των ψαριών». Τι ακριβώς μελετάτε στη συμπεριφορά των ψαριών;

«Μελετώντας τη συμπεριφορά των ψαριών, παρατηρούμε, καταγράφουμε, αναλύουμε και εξηγούμε ποιες κινήσεις και ενέργειες κάνει ένα ψάρι σε απόκριση διαφόρων εξωτερικών ή εσωτερικών ερεθισμάτων.  Στην περίπτωση μας, στο ΕΛΚΕΘΕ εστιάζουμε κυρίως στην συμπεριφορά των εκτρεφόμενων ψαριών.

Τα ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας διαβιούν σε έναν αλλιώτικο χώρο από το φυσικό τους περιβάλλον, όπως χερσαίες δεξαμενές ή ιχθυοκλωβοί στη θάλασσα.  Γενικά, διατηρούν σε κάποιο βαθμό τη συμπεριφορά που θα είχαν στην φύση, αλλά πολλές φορές τείνουν να ξεχνούν ή να τροποποιούν κάποιες από τις συνήθειές τους, προσαρμοζόμενα στις συνθήκες διαβίωσης τους.

Για παράδειγμα, η διατροφική συμπεριφορά των εκτρεφόμενων ψαριών διαφέρει από τα αντίστοιχα άτομα του ίδιου είδους στη φύση.  Αυτό συμβαίνει διότι τα εκτρεφόμενα ψάρια δεν έχουν ποτέ την ανάγκη να αναζητήσουν τροφή, αφού τους παρέχεται σε σταθερή βάση από τον άνθρωπο.  Επίσης, επιδεικνύουν λιγότερο φόβο αφού δεν έρχονται ποτέ αντιμέτωπα με θηρευτές ώστε να διαμορφώσουν πρότυπα αποφυγής τους.  Αμέσως λοιπόν αντιλαμβανόμαστε ότι πλέον έχουμε να κάνουμε με διαφορετικές κοινωνίες ψαριών που έχουν διαμορφώσει διαφορετικές συνήθειες.

Το πρώτο, λοιπόν, που καλούμαστε να κάνουμε ως επιστήμονες είναι να ταυτοποιήσουμε και στην συνέχεια να κατανοήσουμε ποιες είναι οι ιδιαίτερες συμπεριφορές που εμφανίζει κάθε είδος και γιατί εκφράζονται με τον συγκεκριμένο τρόπο.  Αυτό αρχικά μελετάται στο επίπεδο οργανισμού, δηλαδή του κάθε ατόμου ξεχωριστά, και μετά σε επίπεδο πληθυσμού.

Είναι γνωστό ότι η έκφραση κάποιου πρότυπου συμπεριφοράς είναι, εν μέρει, τυπωμένη στο γενετικό υλικό του οργανισμού.  Επιπλέον, όμως, η συμπεριφορά των ψαριών διαμορφώνεται σημαντικά και από πλήθος συνδυασμών εξωτερικών παραγόντων καθώς και τις μεταβολές αυτών των παραγόντων.

Τέτοιοι παράγοντες μπορεί να είναι τα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά του νερού εκτροφής, όπως το φως, τα τεχνικά χαρακτηριστικά των εγκαταστάσεων εκτροφής, όπως το χρώμα των δεξαμενών και το σχήμα τους, καθώς επίσης και η διαχείριση τους από τον άνθρωπο.

Όλα τα παραπάνω τα ελέγχουμε μέσω οργανωμένων πειραματικών δοκίμων.  Αφού μελετήσουμε και αξιολογήσουμε όλα τα αποτελέσματα που λαμβάνουμε, στην συνέχεια προτείνουμε τις απαραίτητες διορθωτικές ενέργειες που θα δημιουργήσουν συνθήκες ευημερίας κατά την περίοδο εκτροφής των ψαριών, επιτυγχάνοντας ταυτόχρονα και βελτιστοποίηση των παραγωγικών δεικτών για τον κλάδο της ιχθυοκαλλιέργειας.

Ένας τομέας που μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα είναι η μελέτη της διατροφικής συμπεριφοράς των ψαριών.  Σε αυτή την περίπτωση πραγματοποιούνται μελέτες που σχετίζονται με τα συστήματα που εμπλέκονται στη διαδικασία λήψης τροφής, όπως είναι η όραση, η γεύση και η όσφρηση των ψαριών και φυσικά το πεπτικό τους σύστημα.  Έτσι, με αυτόν τον τρόπο αποκωδικοποιούμε τις πληροφορίες που κρύβει το ψάρι μέσα του και έτσι αποκτούμε μια ολοκληρωμένη γνώση για τα αίτια της έκφραση της διατροφικής συμπεριφοράς του κάθε είδους, σε συνάρτηση και με τις παρεχόμενες τροφές».

– Πώς μπορείτε να βοηθήσετε τους επαγγελματίες στον χώρο της ιχθυοκαλλιέργειας;

«Για να παράξει ένα ποιοτικό προϊόν, ο κλάδος των ιχθυοκαλλιεργειών λαμβάνει σοβαρά υπόψη του την ευζωία και υγεία των εκτρεφόμενων ψαριών, ώστε να μεγαλώνουν γρήγορα και χωρίς παθογένειες που μειώνουν την οικονομική απόδοση.  Η συμπεριφορά των ψαριών είναι το πρώτο πράγμα που παρατηρεί ο εκτροφέας κατά την άφιξή του στη μονάδα εκτροφής.

Οποιαδήποτε παρέκκλιση από τα γνωστά πρότυπα συμπεριφοράς, τον ανησυχεί και προσπαθεί να τη συνδέσει με κάποια αιτιολογία.  Για εμάς, λοιπόν, είναι πολύ σημαντικό οι εκτροφείς να αναγνωρίζουν άμεσα τα αίτια μη φυσιολογικών συμπεριφορών, διότι συνήθως αυτή συνδέεται με ανεπιθύμητη αλλαγή κάποιου παράγοντα εκτροφής.

Για παράδειγμα, πιθανή μείωση οξυγόνου στο νερό εκτροφής, κάποιο λάθος στην διαχείριση που προκαλεί καταπόνηση στα ψάρια, ή κάποιος παθολογικός παράγοντας μπορεί να αναγνωριστεί από τη συμπεριφορά των ψαριών.

Γνωρίζοντας καλά τις συνήθειες των ψαριών, όπως για παράδειγμα τον τρόπο κίνησης τους, πως διασπείρονται στον χώρο εκτροφής, πότε προτιμούν να ταΐζονται και πόσο τρώνε, πώς συμπεριφέρονται αν αρρωστήσουν, πώς ανταποκρίνονται σε οποιαδήποτε διαταραχή ή πιθανό κίνδυνο και πώς αλληλοεπιδρούν με άλλα άτομα του ιδίου είδους, ακόμα και τον τρόπο που διαφεύγουν από τα κλουβιά εκτροφής σε περίπτωση φθοράς του κλωβού, οι εκτροφείς μπορούν με μεγαλύτερη ακρίβεια να οργανώσουν, να βελτιώσουν, αλλά και να προστατεύσουν την παραγωγή τους.

Οι μελέτες της συμπεριφοράς των ψαριών αποτελούν ερωτήματα που απευθύνουμε σε αυτά για το πώς θα επιθυμούσαν να είναι οι συνθήκες διαβίωσης τους στο χώρο που έχουμε κατασκευάσει εμείς οι άνθρωποι.  Κάθε αποτέλεσμα που λαμβάνουμε από αυτές τις μελέτες είναι λέξεις, φράσεις ή και προτάσεις ακόμα, σε ένα πρωτότυπο κώδικα επικοινωνίας που έχουμε μαζί τους με τον οποίο τα ίδια τα ψάρια μας καθοδηγούν για το πώς πρέπει να δράσουμε εμείς για αυτά.

Έτσι, οι πληροφορίες που παίρνουμε από τη μελέτη της συμπεριφοράς μας δίνουν τη δυνατότητα να τροποποιούμε και να αναπτύσσουμε νέες τεχνολογίες εκτροφής, οι οποίες είναι περισσότερο εναρμονισμένες και συμβατές με τις ιδιαίτερες απαιτήσεις του κάθε εκτρεφόμενου είδους.  Το κέρδος αυτών των μελετών δεν περιορίζεται μόνο στην ευζωία και ευρωστία των εκτρεφόμενων οργανισμών, αλλά αντανακλάται και στην ποιότητα του ψαριού που θα φτάσει στον καταναλωτή, αφού αυτό θα προέρχεται από μια παραγωγική διαδικασία, η οποία είναι προσαρμοσμένη στις ιδιαίτερες απαιτήσεις του εκτρεφόμενου ψαριού».

– Τι σας έχει κάνει εντύπωση από τον κόσμο των ψαριών όλα αυτά τα χρόνια που ασχολείστε με τη συγκεκριμένη έρευνα;

«Πολλά πράγματα που παρατηρώ στα ψάρια μού προκαλούν θαυμασμό αλλά και σεβασμό!  Παρά το γεγονός ότι δεν έχουμε συνηθίσει να τα συνδέουμε με τις συμπεριφορές των πιο κοντινών μας ζώων (σκύλοι, γάτες, πρόβατα, κ.α.), εν τούτοις παρατηρώ ότι έχουν πάρα πολλά κοινά μαζί τους, αλλά και με εμάς τους ανθρώπους.  Κατ’ αρχήν, πρέπει να σας πω ότι τα ψάρια ούτε «ψαρώνουν», ούτε «έχουν μνήμη χρυσόψαρου», αλλά ίσα-ίσα είναι έξυπνα και έχουν καλή μνήμη.

Πολλές φορές μιμούνται τι κάνει κάποιο άλλο άτομο και μαθαίνουν από αυτό.  Μπορούν και αναγνωρίζουν διαφορετικά ερεθίσματα που σχετίζονται με το πότε είναι η ώρα για να φάνε ή από πού θα πέσει η τροφή.  Μπορούν να μετρήσουν τον χρόνο και να εκτιμήσουν με ακρίβεια πότε είναι το επόμενο γεύμα τους.

Εντυπωσιακό είναι και το γεγονός ότι μπορούν να χειρίζονται κάποια «εργαλεία» για να αυτοσυντηρηθούν, όπως για παράδειγμα ταΐστρες που ενεργοποιούνται με το άγγιγμα ή τράβηγμα μοχλών.

Σε αυτές τις περιπτώσεις έχουμε παρατηρήσει να συνεργάζονται ή να ανταγωνίζονται για το ποιος θα τις χειριστεί.  Δεν είναι βέβαια σπάνιο -όπως δυστυχώς συμβαίνει και στις ανθρώπινες κοινωνίες- κάποια ψάρια να εκμεταλλεύονται εκείνα τα ψάρια που ξέρουν να χειρίζονται την ταΐστρα περιμένοντας να την ενεργοποιήσουν για να φάνε αυτά χωρίς να κοπιάσουν».

– Το ΕΛΚΕΘΕ τι θέση έχει όσο αφορά στη θαλάσσια έρευνα παγκοσμίως;

«Το ΕΛΚΕΘΕ υπάγεται στη Γενική Γραμματεία Έρευνας και Καινοτομίας (ΓΓΕΚ) και αποτελεί το μεγαλύτερο ερευνητικό κέντρο για τη θαλάσσια έρευνα στη χώρα μας, με κυρίαρχη θέση στον Ευρωπαϊκό χώρο και με διεθνή αναγνώριση στην παγκόσμια ερευνητική κοινότητα.  Έχει σύγχρονες εγκαταστάσεις που βρίσκονται στην Αττική, την Κρήτη και τη Ρόδο στις οποίες απασχολούνται πάνω από 600 εργαζόμενοι, από τους οποίους περισσότεροι από 100 ερευνητές.  Αποτελείται από τρία ερευνητικά ινστιτούτα (Ινστιτούτο Θαλάσσιας Βιολογίας, Βιοτεχνολογίας και Υδατοκαλλιεργειών, Ινστιτούτο Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων και Εσωτερικών Υδάτων, και Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας), και λειτουργεί δύο ενυδρεία (Κρήτης και Ρόδου), τρία ερευνητικά σκάφη (Αιγαίο, Φιλία, Αλκυών), καθώς και διάφορα υποβρύχια οχήματα τηλεχειρισμού».

 

Η έρευνα στις θάλασσες

– Σας στεναχωρεί η φυγή των επιστημόνων στο εξωτερικό. Πώς μπορεί να αλλάξει αυτό;

Ο Δρ. Ιωάννης Παπαδάκης μελετά τη συμπεριφορά των ψαριών
Ο Δρ. Ιωάννης

«Ναι, με στεναχωρεί και με ανησυχεί πολύ αυτό το θέμα.  Πρέπει να γνωρίζετε ότι το να ασχολείται κάποιος με την έρευνα είναι κάτι πολύ ιδιαίτερο για τον ίδιο και πολύ σημαντικό για την κοινωνία.  Αυτήν την ενασχόληση άλλοι την λένε «αρρώστια» διότι κρύβει το αθεράπευτο μικρόβιο της δημιουργικής αναζήτησης.

Εγώ την λέω «έρωτα», γιατί ακόμα και να φύγεις από αυτήν δεν θα την ξεχάσεις πότε.  Όλοι οι επιστήμονες κάπως έτσι νιώθουν, και γι’ αυτό αν δεν βρουν εργασία στη χώρα τους, αναγκαστικά θα ψάξουν αλλού.

Αν και το κράτος έχει προσπαθήσει να μειώσει αυτή της τάσης φυγής, με χρηματοδοτήσεις μέσω ανταγωνιστικών ερευνητικών προγραμμάτων των Υπουργείων Ανάπτυξης, Παιδείας και Αγροτικής Οικονομίας, απαιτείται να υπάρξει σταθεροποίηση και ενίσχυση αυτών των δράσεων.

Στο ΕΛΚΕΘΕ, όπως και σε άλλα ερευνητικά ιδρύματα της χώρας μας, έχουμε αξιόλογους νέους επιστήμονες με σημαντικότατη ερευνητική υπόσταση οι οποίοι ζουν σε ένα καθεστώς αβεβαιότητας για το αν θα υπάρξουν νέα ερευνητικά προγράμματα να απασχοληθούν και να προσφέρουν.

Για να καταλάβετε το μέγεθος του προβλήματος, από τα περισσότερο από 600 άτομα προσωπικό του ΕΛΚΕΘΕ, μόνο τα 200 έχουν μόνιμη σχέση εργασίας, ενώ οι υπόλοιποι 400 εργάζονται με συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου.

Σε αυτούς περιλαμβάνονται πάρα πολλά άτομα που κατέχουν μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδών και διδακτορικά, και εξειδικευμένη ερευνητική εμπειρία.  Απαιτείται λοιπόν η δημιουργία νέων μόνιμων θέσεων για νέους επιστήμονες και τεχνικούς, ώστε απερίσπαστα να ασχοληθούν με την έρευνα.  Θα πρέπει το κράτος να επενδύσει περισσότερο στο ανθρώπινο δυναμικό που θα στελεχώσει τον ερευνητικό ιστό της χώρας, δημιουργώντας σταθερά, κάθε χρόνο ένα αριθμό νέων θέσεων ερευνητών.

Οι θέσεις αυτές θα κατανέμονται στα ερευνητικά ιδρύματα με βάση ετήσια αξιολόγηση σύμφωνα με την επίτευξη συγκεκριμένων και μετρήσιμων στόχων απόδοσης, όπως η διεκδίκηση ερευνητικών κονδυλίων, ο αριθμός των επιστημονικών δημοσιεύσεων και ο αριθμός των μεταπτυχιακών/διδακτορικών φοιτητών που εκπαιδεύουν.

Ο ερευνητής δεν προσφέρει μόνο στη νώση και καινοτομία, αλλά και στην παιδεία και στην τοπική και εθνική οικονομία, τόσο με την προσέλκυση χρηματοδοτήσεων, αλλά και με την παροχή υπηρεσιών στη βιομηχανία.  Με αυτό τον τρόπο προσφέρει σημαντικά και πολλαπλασιαστικά οφέλη στην κοινωνία και την πολιτεία».