Νά ‘τανε το ’21… – Η σημασία μιας επετείου

Αν αναλογιστεί κανείς πού βρίσκονταν οι Έλληνες πριν 110 χρόνια, το 1815, όταν σε ένα σπίτι στην Οδησσό, τρεις άνθρωποι αποφάσισαν να αφιερώσουν τη ζωή τους στην ελευθερία του Γένους, και πού είμαστε σήμερα, μπορεί να αισθανθεί ίλιγγο. Η απόσταση που έχουμε διανύσει είναι χαώδης, τρομακτική, δεν τη χωράει εύκολα το μυαλό…

Κι όμως τα καταφέραμε και με όλα μας τα στραβά και τα προβλήματα, η Ελλάδα συγκαταλέγεται σήμερα στα ανεπτυγμένα κράτη του κόσμου. Τίποτα από όσα έγιναν δεν ήταν δεδομένο και αυτονόητο. Θα μπορούσαμε να τα έχουμε πάει και καλύτερα, χάσαμε πολλές ευκαιρίες, δεν υπάρχει αμφιβολία. Αλλά το εθνικό επίτευγμα παραμένει πολύ σημαντικό.

Από τα μέσα του 1815 ως τις αρχές του 1821 χιλιάδες άνθρωποι σε μια έκταση από την Αγία Πετρούπολη ως την Αλεξάνδρεια και από την Κύπρο ως τις μεγάλες πρωτεύουσες της Ευρώπης μυήθηκαν στο μυστικό της Φιλικής Εταιρείας και έγιναν μέρος των επαναστατικών δικτύων που προετοίμασαν τον μεγάλο ξεσηκωμό. Για να γίνει αυτό, για να στηθεί ο μηχανισμός που προετοίμασε την Επανάσταση, αρκετοί άνθρωποι αφιέρωσαν πολύ κόπο και πολλά χρήματα, περιουσίες τεράστιες της εποχής εκείνης, ενώ κάποιοι θυσίασαν και τη ζωή τους πριν καν ηχήσει το πρώτο τουφέκι.

Όταν την άνοιξη του 1821 άρχισαν να φθάνουν στο σουλτανικό Διβάνι οι πρώτες ειδήσεις για τον ξεσηκωμό των Ρωμιών, ο ίδιος ο σουλτάνος Μαχμούτ Β’ και οι επιτελείς του δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι συμβαίνει. Δεν ήξεραν τι σημαίνει έθνος, πώς και γιατί οι ελληνόφωνοι ορθόδοξοι είχαν ενωθεί για να στραφούν κατά της απόλυτης δεσποτικής εξουσίας των Οθωμανών.

Πρώτα από τα πιο βόρεια των Βαλκανίων, από τη Μολδοβλαχία, υπό τον επίσημο αρχηγό Αλέξανδρο Υψηλάντη, και στη συνέχεια από τον νότο, από τον Μωριά με τους οπλαρχηγούς και τους πρόκριτους, έφταναν οι πληροφορίες για τη μαζική και βίαιη αποτίναξη του ζυγού της σκλαβιάς. Οι Οθωμανοί δεν μπορούσαν να νιώσουν τη διαφορά ανάμεσα στη δουλεία και την ελευθερία, οι Έλληνες όμως την καταλάβαιναν καλά.

Ακολούθησαν η Ρούμελη, τα νησιά, η Κρήτη, ακόμα και η Μακεδονία και η Θράκη. Ο αγώνας των Ελλήνων άρχισε να γίνεται γνωστός στα πέρατα του κόσμου. Από τις ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις μέχρι τα εξωτικά νησιά, μηνύματα συμπαράστασης και υποστήριξης άρχισαν να φθάνουν στην επαναστατημένη χώρα. Οι Φιλέλληνες, που συνέρρευσαν στην Ελλάδα από κάθε γωνιά της Ευρώπης, ως και από την Αμερική, θα έδιναν στο εξής τον δικό τους τόνο στην Επανάσταση. Η κοινωνική υποστήριξη του ελληνικού λαού μεταξύ των Ευρωπαίων θα έφερνε πολιτική πίεση στις μεγάλες κυβερνήσεις.

Δεν ονομάστηκε αργότερα τυχαία “Εθνεγερσία” αυτός ο ξεσηκωμός. Έλληνες από κάθε γωνιά της Μεσογείου ήρθαν να πολεμήσουν στον Αγώνα που καλά κρατούσε στην Πελοπόννησο και τη Στερεά Ελλάδα, σε στεριά και θάλασσα. Οχτώ χρόνια τιτανομαχίας χρειάστηκαν οι Έλληνες για να αναπνεύσουν με ανακούφιση, να εξασφαλίσουν ότι ο Αγώνας τους δεν πήγε χαμένος. Υπήρξαν στιγμές που όλα έμοιαζαν να γκρεμίζονται. Στο τέλος όμως ήρθε η δικαίωση, όσο αυτή μπορούσε ρεαλιστικά να έρθει.

Μεγαλύτερη ζημιά στην Επανάσταση, ακόμα κι από τις στρατιές που έστειλε ο σουλτάνος, ακόμα κι από την λαίλαπα του Ιμπραήμ, ήταν τι άλλο, ο εμφύλιος σπαραγμός. Τρεις εμφυλίους πολέμους έκαναν οι Έλληνες μέσα σε δώδεκα χρόνια περίπου, τους δύο στην καρδιά της ίδιας της Επανάστασης. Αυτή είναι η μεγαλύτερη κατάρα μας, να μην μπορούμε να ομονοήσουμε. Και παρά το ότι ήρθαν μέρες που όλα έμοιαζαν μάταια και χαμένα, στο τέλος τα κατάφεραν αυτοί οι σκληροτράχηλοι και παθιασμένοι άνθρωποι.

Πότε με την απαράμιλλη γενναιότητα, ποτέ με τη δαιμόνια εξυπνάδα, έφτασαν να δουν την σκλαβωμένη γη να αναπνέει ελεύθερη. Πλάι στον ομηρικό ηρωισμό και την αυτοθυσία των αγωνιστών ήρθε να σταθεί και η βοήθεια των Μεγάλων Δυνάμεων, της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας που για τα συμφέροντα της δικής τους πολιτικής στη Μεσόγειο, στήριξαν την δημιουργία ενός μικρού ελληνικού κράτους.

Ένα κράτος που έγινε τελικά πολύ πιο μικρό από ό,τι ονειρεύονταν αρχικά οι εμπνευστές του, και πολύ φτωχό, καταχρεωμένο… Αλλά ένα πρώτο, εθνικό κράτος, ανεξάρτητο τελικά κι όχι αυτόνομο. Υπό την κηδεμονία των Δυνάμεων, αλλά φιλόδοξο και δυναμικό. Αυταρχικό και όχι δημοκρατικό, όπως από την πρώτη μέρα του Αγώνα το οραματίστηκαν και μέσα από τα πρώτα Συντάγματα το θεμελίωσαν.

Γιατί η δημοκρατία και η κοινωνική δικαιοσύνη ήταν πρωταρχικά μελήματα των Ελλήνων, χέρι-χέρι πιασμένα με την εθνική ελευθερία. Γι’αυτό και δεν έπαψαν να δίνουν αγώνες και για αυτά, σε όλη τη διάρκεια του 19ου και του 20ού αιώνα. Γιατί οι αγώνες δεν έλειψαν αυτά τα διακόσια χρόνια στο νέο μας κράτος και στον λαό μας, αγώνες εθνικοί, πολιτικοί, κοινωνικοί. Με σφάλματα, με αποτυχίες, με αλληλοσπαραγμούς και όλες τις ανθρώπινες αδυναμίες.

Αλλά και με όλα μας τα μεγάλα προτερήματα που μας έφεραν στον 21ο αιώνα. Τα μεγαλύτερα μηνύματα της Εθνεγερσίας είναι ότι τίποτα δεν χαρίζεται, όλα κατακτώνται. Ότι ο αγώνας πρέπει να είναι διαρκής, αλλά και συνυφασμένος με τις ανάγκες και τα προτάγματα της κάθε εποχής. Και τέλος, ότι χρειαζόμαστε περισσότερη εθνική ομοψυχία, συνοχή και συνεννόηση, και λιγότερες έριδες.

Σε έναν κόσμο που βρίσκεται σε περιδίνηση, χρειαζόμαστε ταυτότητα και κατεύθυνση. Να ξέρουμε από πού ερχόμαστε και πού πηγαίνουμε. Ό,τι και να συμβεί μπορούμε να τα καταφέρουμε, αρκεί, όπως έλεγε ο Μακρυγιάννης, να “βρισκόμαστε εις το εμείς και όχι εις το εγώ”…