Πόσες δόσεις αλήθειας και ψέματος χρειάζεται η ζωή μας, πόση αλήθεια αντέχουμε και πώς το ψέμα μάς βοηθάει να κρύψουμε ακόμη και από τον ίδιο μας τον εαυτό αλήθειες που μπορεί να μας συνθλίψουν;
Κάναμε μια ενδιαφέρουσα συζήτηση με την κοινωνική ψυχολόγο Δέσποινα Λιμνιωτάκη η οποία μίλησε στην «Π».
Ερώτηση: Για ποιους λόγους λέμε συνήθως ψέματα;
Απ: Το ψέμα είναι ένας μηχανισμός επιβίωσης από το υπαρξιακό άγχος.
Διατηρεί την αυτοπεποίθηση σε ανεκτά επίπεδα και συντηρεί την αυτοεικόνα μας.
Πολλές φορές είναι μια ασυνείδητη λειτουργία προερχόμενη από το παρελθόν μας, τον τρόπο δηλαδή που έχουμε μάθει να συνδεόμαστε με τους άλλους: μέσα από τη χειραγώγηση, την εξαπάτηση και την αποφυγή (η αποφυγή ενός στρεσογόνου ερεθίσματος μπορεί επίσης να είναι αποτέλεσμα ψεύδους).
Λέμε ψέματα για να κερδίσουμε τη θέση μας στον κόσμο και να συντηρήσουμε προνόμια. Λέμε ψέματα για να κρατήσουμε ανθρώπους κοντά μας, ή για να προσελκύσουμε περισσότερους.
Τέλος, λέμε ψέματα για να μην απογοητεύσουμε – λίγο οξύμωρο αυτό- καταφεύγουμε σε τεχνικές προκειμένου οι απέναντι μας να μην συνειδητοποιήσουν μια ενδεχόμενη «εξαπάτηση» από μέρους μας, να μη συνειδητοποιήσουν ότι είμαστε λίγοι, μικροί, όχι και-τόσο ικανοί, δηλαδή κοινοί θνητοί!
Ερώτηση: Πόσα ψέματα μπορεί να πει ένας άνθρωπος μέσα στην ημέρα, ακόμη και μικρά και ασήμαντα όπως για παράδειγμα ότι δεν κοιμόταν και δεν τον ενοχλήσαμε την ώρα που του τηλεφωνήσαμε, ενώ κοιμόταν και τον ενοχλήσαμε;
Απ: Το θέμα είναι ότι δεν αναγνωρίζουμε πάντα το ψέμα, έτσι ώστε να απαριθμήσουμε τις φορές που αυτό προκύπτει στην καθημερινή μας ζωή.
Το ψέμα δεν έχει απαραίτητα τη μορφή συγκεκριμένου σεναρίου, αποκομμένου από την υπόλοιπη πραγματικότητα.
Μπορεί να ζούμε μέσα σε μια ψευδαίσθηση σε σχέση με τα “θέλω” και τις επαφές μας με άλλους ανθρώπους. Τα ψέματα που λέμε στον εαυτό μας για το πόσο καλοί και ικανοί είμαστε παίρνουν τη μορφή πεποιθήσεων και στάσης ζωής.Φυσικά υπάρχουν και τα ψέματα που λέμε υπό συγκεκριμένες συνθήκες, όταν για παράδειγμα στριμωχτούμε ή βρεθούμε σε δίλημμα, αλλά αυτά είναι πολύ λιγότερα σε αριθμό και αρκετά ελεγχόμενα στη «χρήση» τους, επειδή φέρουν ηθικό πρόσημο.
Για παράδειγμα, αν εγώ εξαπατήσω κάποιον λέγοντας ένα ψέμα μέσα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο λειτουργίας, αυτό το ψέμα θα με κάνει υπόλογη στον άλλο και θα επιφέρει μια εξαιρετικά αρνητική κριτική.
Ωστόσο, οι άνθρωποι λέμε τρομερά ψέματα για την κατάσταση της ψυχικής μας υγείας (είμαι καλά), των σχέσεων μας (έχω την τέλεια οικογένεια), του εργασιακού μας status (μια χαρά πάει το μαγαζί) ή των προθέσεων που φυλάγουμε για το μέλλον. Λέμε ψέματα για αγάπες, κρυφούς έρωτες και εργασιακά συμβόλαια από τα οποία κάποιος συχνότατα βγαίνει χαμένος.
Συνοψίζοντας σε σχέση με την ερώτηση, θα έλεγα ότι το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας είναι βουτηγμένο στο ψέμα και αυτό ακριβώς υποστήριζαν οι υπαρξιακοί ερευνητές όταν έγραφαν ότι η ζωή είναι πολύ οδυνηρή, για να κοιτάζεις την αλήθεια κατάματα.
Ερώτηση: Τα κατά συνθήκην ψεύδη σε ποια κατηγορία ανήκουν;
Απ: Ανήκουν στην κατηγορία της συντήρησης κοινωνικών δεσμών, της συνέχισης της κόσμου να γυρίζει. Λέμε ψέματα που νομίζουμε ότι δεν πληγώνουν επειδή ιεραρχούμε μέσα μας αυτά που έχουν σημασία, π.χ. δεν θέλω να πάω σε μια κοινωνική εκδήλωση και προσποιούμαι τον άρρωστο αλλά ταυτόχρονα θέλω οι άλλοι να νομίζουν ότι, υπό άλλες συνθήκες, θα ήθελα να βρισκόμουν εκεί.
Υποτίθεται ότι τα κατά συνθήκη ψεύδη διατηρούν ισορροπίες αλλά έχουμε γίνει πολύ πιο αναλυτικοί σε σχέση με το παρελθόν επειδή ζούμε σε εποχή πληροφορίας, που καθιστά τις αντιδράσεις μας διάφανες.
Ερώτηση: Τι θα γινόταν αν αποφασίζαμε να λέμε την απόλυτη αλήθεια για αυτά που σκεφτόμαστε, που πιστεύουμε ή κάνουμε;
Απ: Θα κυκλοφορούσαμε καταρρακωμένοι, ανήμποροι μπροστά στη συνθλιπτική αλήθεια, γυμνοί από άμυνες, τρωτοί. Θα πεθαίναμε. Ο ανθρωπολόγος Ernest Becker που έγραψε το περίφημο, πολυβραβευμένο βιβλίο «Η Άρνηση του Θανάτου», ισχυριζόταν ότι χωρίς τα ψέματα που λέμε, κυρίως στον εαυτό μας, θα πνιγόμασταν από την αλήθεια.
Γι αυτό και σκαρφιζόμαστε ιδεολογικούς, θρησκευτικούς και κοινωνικούς πολέμους, μέσα στους οποίους ισορροπούμε σε «υγιείς», διαχειρίσιμες δόσεις αλήθειας και ψέματος.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, δεν ισχυρίζομαι ότι το ψέμα είναι υγεία και ότι θα έπρεπε να κάνουμε χρήση αυτού. Χρειάζεται να είμαστε αυθεντικοί και ειλικρινείς στις αρχές και τις αξίες μας, με σεβασμό στον εαυτό μας και τους άλλους.
Ε, τώρα, αν στο τέλος της ημέρας συνεχίσουμε να πιστεύουμε ότι είμαστε κουλ ενώ στην πραγματικότητα είμαστε το ίδιο βαρετοί και προβλέψιμοι όπως είναι ο οποιοσδήποτε διπλανός μας, δεν χάλασε ο κόσμος…