«Τον Νοέμβριο του 1983, η τουρκική πλευρά προχώρησε σε μονομερή ανακήρυξη ανεξαρτησίας του ψευδοκράτους στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου και με τις Αποφάσεις 541/1983 και 550/1984, το Συμβούλιο Ασφαλείας καταδίκασε την παράνομη αυτή μονομερή ενέργεια, ζητώντας την άρση της και καλώντας όλα τα κράτη να σέβονται την κυριαρχία, ανεξαρτησία και εδαφική ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας και να μην αναγνωρίσουν ή βοηθήσουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο το ψευδοκράτος», είπε, ξεκινώντας την παρέμβασή του ο κ. Κεφαλογιάννης. Και αμέσως προσέθεσε: «Σήμερα, 41 χρόνια μετά τη μονομερή ανακήρυξη του ψευδοκράτους στα κατεχόμενα εδάφη της Κύπρου, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με την ίδια, αδιάλλακτη παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Η τουρκική και τουρκοκυπριακή αδιαλλαξία συνεχίζεται και μάλιστα συνοδεύεται από απαράδεκτες αξιώσεις για “λύση δύο κρατών”, από συστηματικές προσπάθειες επιβολής νέων τετελεσμένων στα Βαρώσια και στη Νεκρή Ζώνη, καθώς και στη εκστρατεία στην οποία έχει επιδοθεί για τη διεθνή αναβάθμιση του παράνομου ψευδοκράτος στα κατεχόμενα».
Η Τουρκία, συνέχισε ο κ. Κεφαλογιάννης, παρά τις υποχρεώσεις της έναντι της ΕΕ (Πρόσθετο Πρωτόκολλο της Συμφωνίας της Άγκυρας 21/09/2005) εμμένει στην άρνησή της να αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία» και «50 χρόνια τώρα, η Κύπρος ένα κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ένα ευρωπαϊκό κράτος τελεί υπό στρατιωτική κατοχή μετά την παράνομη στρατιωτική εισβολή της Τουρκίας. 50 χρόνια τώρα, η Κύπρος παραμένει “ακρωτηριασμένη”».
Η Ευρώπη οικοδομήθηκε πάνω σε αρχές και αξίες που καταδικάζουν τους ιστορικούς αναθεωρητισμούς από όπου και αν προέρχονται, είπε ο κ. Κεφαλογιάννης, τονίζοντας ότι «δεν αρκεί να καταδικάσουμε απερίφραστα το ψευδοκράτος στα κατεχόμενα. Δεν αρκεί να στείλουμε ένα μήνυμα αλληλεγγύης στον κυπριακό λαό».
Τώρα είναι η ώρα, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (Κορυφής) να εντείνουν τις δράσεις τους για την επανένωση της Κύπρου, για την επανέναρξη των συνομιλιών υπό την αιγίδα του ΟΗΕ στο πλαίσιο μίας δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας. «Αποτελεί ιστορικό μας χρέος. Ιστορική μας ευθύνη», είπε, καταλήγοντας.