Τη δική του εκδοχή για τους λόγους που τον οδήγησαν να κάψει το άψυχο σώμα του πατέρα του στην αυλή του σπιτιού τους, στα Άνω Λιόσια, έδωσε ο γιος του ηλικιωμένου.
Σύμφωνα με τα όσα υποστηρίζει ο 59χρονος, ο πατέρας του πέθανε στις αρχές Φεβρουαρίου, ενώ, δηλώνει μετανιωμένος που δεν κάλεσε τον δήμο ώστε να λάβει βοήθεια για την ταφή του. Όπως λέει, βρισκόταν σε κατάσταση σοκ γιατί έχασε το μοναδικό στήριγμά του.
Μιλώντας στο Star, ο 59χρονος περιέγραψε πώς πέθανε ο πατέρας του και πώς έφτασε στο σημείο να κάψει το άψυχο σώμα του, τρεις μήνες μετά τον χαμό του.
Όσα ανέφερε
Όπως είπε, ο ηλικιωμένος πατέρας του, που ήταν και το μοναδικό στήριγμά του όλα αυτά τα χρόνια, «έφυγε» τον περασμένο Φεβρουάριο. «Του πήγα τον καφέ στο δωμάτιο. Όταν πήγα μετά από ώρες, τον είδα στην ίδια θέση. Εκεί έπαθα σοκ. Ήμασταν πάρα πολύ κοντά, από τότε που γεννήθηκα μέχρι τότε που πέθανε ήμασταν μαζί… Κλείδωσα την πόρτα του δωματίου του, πήγα στο δικό μου και κλείστηκα εκεί για μια εβδομάδα. Δεν είπα σε κανέναν ότι πέθανε, δεν ήθελα να μπλέξω κανέναν.
«Όταν συνήλθα και ρώτησα για την κηδεία του, μου ζητούσαν 2.500-3.000 ευρώ. Δεν τα είχα λεφτά, είχα προβλήματα με τις τράπεζες. Δεν ήθελα να εμπλέξω κανέναν… Πέρασε χρόνος. Δε σκέφτηκα να ζητήσω βοήθεια από τον δήμο κι αυτό ήταν στο σφάλμα μου» πρόσθεσε ο 59χρονος.
«Έμαθα ξαφνικά ότι το σπίτι πλειστηριάστηκε. Έπρεπε να αδειάσω το σπίτι. Τότε σκέφτηκα ότι έχω τον άνθρωπο μέσα. Εκεί μου έστριψε λίγο η βίδα. Αποφάσισα να τον βγάλω έξω. Τράβηξα το στρώμα. Πώς μου ήρθε εκείνη τη στιγμή δεν ξέρω», περιέγραψε και κατέληξε: «Δεν ήθελα να τον αποχωριστώ. Για μένα δεν είχε πεθάνει ακόμα. Όταν τελείωσε για λίγο η καύση, μπήκα στο σπίτι και δεν βγήκα για δύο – τρεις ημέρες. Λόγω της καύσης βγήκε η μυρωδιά, έτσι το κατάλαβαν οι γείτονες. Αυτό που έκανα ήταν απαράδεκτο, θα μπορούσα να αντιδράσω διαφορετικά», περιέγραψε.