Έμεινε στον τόπο της, το Ηράκλειο, όταν τα πράγματα ήταν αρκετά πιο δύσκολα και οι πόρτες για τους ντόπιους μουσικούς της κλασικής μουσικής ήταν ερμητικά κλειστές!
Σε μια εποχή που δεν υπήρχε καμία υποδομή αλλά ούτε και γνώση, η πτυχιούχος του Τμήματος Φιλολογίας του ΕΚΠΑ, κάτοχος του μεταπτυχιακού τίτλου DEA του Πανεπιστημίου της Σορβόννης, προτίμησε το μονοπάτι της κλασικής μουσικής, έχοντας στον δρόμο της δύο φωτισμένες δασκάλες.
“Δεν ξέρω τι θα γινόταν” τονίζει η γνωστή Ηρακλειώτισσα πιανίστρια Λίλυ Δάκα μιλώντας στην “Π” “αν πήγαινα κάπου αλλού. Ίσως να είχα μια άλλη καριέρα. Ίσως και όχι. Αλλά δεν έχει σημασία. Σημασία έχει ότι προσπάθησα –σε ό,τι μέτρο δυνάμεων μου αναλογούσε- να υπηρετήσω την επιστροφή μου στην πόλη που γεννήθηκα και μεγάλωσα και να μείνω εδώ, βαδίζοντας στον δρόμο που πίστευα ότι έχω να βαδίσω”.
Η ίδια δεν βάζει κανένα «αν», ιδίως όταν μιλά για το λιθαράκι που έβαλε στο στήσιμο του Μουσικού Σχολείου Ηρακλείου, στο οποίο διδάσκει από το 2000, έτος της ίδρυσής του. “Η εμπειρία μου με τα παιδιά είναι συναρπαστική. Το Σχολείο το αγαπώ. Ήταν μια πολύ συνειδητή επιλογή μου να γίνω δασκάλα! Τα παιδιά είναι γεμάτα ζωντάνια και αλήθεια. Μακάρι να είχαμε ένα καλό εκπαιδευτικό σύστημα” αναφέρει χαρακτηριστικά.
Η Λίλυ Δάκα θα εμφανιστεί σε μια εκδήλωση μουσικής και λόγου μαζί με την σοπράνο Διαμάντη Κριτσωτάκη και τη μουσικολόγο Μυρτώ Οικονομίδου, αύριο, Σάββατο, στο Πολιτιστικό Συνεδριακό Κέντρο, με αφορμή την επέτειο των 60 χρόνων από τον θάνατο και των 140 χρόνων από τη γέννηση του Μανώλη Καλομοίρη, παράλληλα με τη συμπλήρωση 80 χρόνων από τον θάνατο του ποιητή Κωστή Παλαμά.
Η γνωστή Ηρακλειώτισσα πιανίστρια δίνει ακόμα στη συνέντευξή της ενδιαφέροντα στοιχεία για τη σχέση του μουσουργού με τους δύο μεγάλους Κρητικούς, τον Νίκο Καζαντζάκη και τον Ελευθέριο Βενιζέλο, μιλά για τη μεγάλη διαφορά που έκανε το ΠΣΚΗ στη ζωή των μουσικών αλλά και στα πολιτιστικά πράγματα του τόπου ενώ αναφέρεται και στις μεγάλες ελλείψεις του Μουσικού Σχολείου.
“Είχε μεγάλο θαυμασμό για το κρητικό πνεύμα και την αδάμαστη κρητική ψυχή”
-Υπάρχει κάτι για τον Καλομοίρη που πολύς κόσμος δεν γνωρίζει;
Στα μουσικά του απομνημονεύματα «Από τη ζωή και τους καημούς του Καπετάν-Λύρα» (έργο στο οποίο ο Καλομοίρης έχει γράψει και τους στίχους και τη μουσική), ο συνθέτης αναφέρεται σε όλα τα μέρη που πήγε και τον συγκίνησαν. Μεταξύ αυτών είναι και η Κρήτη. Θα παρουσιάσουμε ένα σχετικό απόσπασμα στην εκδήλωσή μας, ενδεικτικό του θαυμασμού που είχε για το κρητικό πνεύμα και την αδάμαστη κρητική ψυχή.
Σε σχέση με τον Βενιζέλο, που αναφερθήκαμε πιο πάνω, υπάρχει το γνωστό τραγούδι, εμβατηριακού τύπου, σε στίχους Άγγελου Δόξα «Βενιζέλε μας πατέρα της πατρίδας-Βενιζέλε μας σωτήρα της φυλής». Η μελωδία που σας έρχεται τώρα στο μυαλό είναι του Μανώλη Καλομοίρη!
Μόλις πληροφορήθηκε τον θάνατο του Βενιζέλου, ο Καλομοίρης συνέθεσε το Συμφωνικό τρίπτυχο «Η Κρήτη». Σύμφωνα με τις πηγές μάλιστα, ο Καλομοίρης παρέστη στην κηδεία του Βενιζέλου, όπου με στολή αρχιστράτηγου διεύθυνε την μπάντα του Πολεμικού Ναυτικού και άλλα μουσικά σύνολα.
-Τι είναι αυτό που κάνει τη μουσική του Καλομοίρη να ακούγεται και σήμερα;
-Είναι ένα πολύ σοβαρό ερώτημα αυτό και λίγο θα το τροποποιήσω: Ακούγεται η μουσική του Μανώλη Καλομοίρη σήμερα;
Η μουσική του θεωρώ ότι έχει περιβληθεί από μια αρνητική προκατάληψη, εξαιτίας της προσωπικότητας του Καλομοίρη: πενήντα και πλέον χρόνια κυριαρχούσε στη μουσική-και όχι μόνο-ζωή του τόπου, οι επιλογές του και η στάση ζωής του καθόρισαν πολλά, όχι πάντα με τον καλύτερο τρόπο.
Το αδιαμφισβήτητο όραμά του για τη δημιουργία Εθνικής Σχολής Μουσικής, προσπαθώντας να συγκεράσει όλα τα στοιχεία της ελληνικής παράδοσης και των σύγχρονών του ευρωπαϊκών ρευμάτων, εντάσσοντας επιτακτικά την ελληνική ποίηση και τη δημοτική γλώσσα στα τραγούδια του, κάνουν τη μουσική του βαρυφορτωμένη, μεγαλόστομη, δύσκολη στην πρόσληψή της τη σημερινή εποχή.
Είναι ένα ζήτημα να ανακαλύψουμε αν η μουσική του παραμένει «αισθητικά ενεργή», όπως λένε οι φιλόλογοι, ή ακούγεται για ιστορικούς λόγους. Είναι ένα άλλο ζήτημα να ανακαλύψουμε αν ακούγεται η μουσική του σήμερα, καθώς πολύ σπάνια παίζεται από τις ελληνικές ορχήστρες και την Εθνική Λυρική Σκηνή. Ανεξάρτητα από το αν «μας αρέσει» ή «δεν μας αρέσει», αποτελεί ένα μεγάλο κεφάλαιο στην ιστορία της νεοελληνικής πολιτιστικής μας ζωής.
Η μουσική που επιλέξαμε για τη βραδιά μας, πάντως, μας αρέσει. Επίσης θέλουμε να προβάλουμε τη σημαντική θέση που έχει η ποίηση στο έργο του Καλομοίρη. Ο ίδιος θεωρούσε την ποίηση ίση και ανώτερη της μουσικής. Και όλοι οι δημοτικιστές ποιητές, με πρώτο τον Κωστή Παλαμά, είναι αναπόσπαστα δεμένοι με τη μουσική του. Μένει σε σας τώρα να ανακαλύψετε αν αυτές οι συνθέσεις βρίσκουν κάποιο αντίκτυπο μέσα σας!
«Ο Βενιζέλος και ο Παλαμάς στάθηκαν για τον Καλομοίρη οι δύο “άσβεστοι φάροι” της ζωής του»
-Να μιλήσω; Να σωπάσω; Τι θ΄ακούσουμε στη συναυλία το Σάββατο στο ΠΣΚΗ;
-Πρόκειται για έναν συνδυασμό μουσικής και λόγου, με αφορμή την επέτειο των 60 χρόνων από τον θάνατο (1962) και των 140 χρόνων από τη γέννηση (1883) του Μανώλη Καλομοίρη, παράλληλα με τη συμπλήρωση 80 χρόνων από τον θάνατο του ποιητή Κωστή Παλαμά (1943).
Στην αφιερωματική αυτή εκδήλωση στο ΠΣΚΗ θα παρουσιάσουμε, μαζί με τη μέτζο σοπράνο Διαμάντη Κριτσωτάκη και τη μουσικολόγο Μυρτώ Οικονομίδου, τραγούδια από τους κύκλους «Ίαμβοι και Ανάπαιστοι» και «Από τους Πεντασύλλαβους» σε ποίηση Κωστή Παλαμά (από όπου προέρχεται και ο στίχος του τίτλου), από τους κύκλους «Βραδυνοί θρύλοι» και «Πέρασες» σε ποίηση Κωνσταντίνου Χατζόπουλου, δύο τραγούδια σε στίχους του ίδιου του Καλομοίρη, καθώς και κάποια έργα για σόλο πιάνο.
Επιλέξαμε συνθέσεις που αναδεικνύουν μια «άλλη» πλευρά του Καλομοίρη, εσωστρεφή και λυρική, διαφορετική από την ορμητική και μεγαλόφωνη που έχουμε στο μυαλό μας.
Στη ροή του προγράμματος θα παρεμβάλλονται αφηγήσεις, απαγγελίες και οπτικοακουστικό υλικό, που βασίζονται σε κείμενα από τα απομνημονεύματα του Καλομοίρη «Η ζωή μου και η τέχνη μου», από τα μουσικά του απομνημονεύματα «Από τη ζωή και τους καημούς του Καπετάν-Λύρα», από την αλληλογραφία του με τον Κωστή Παλαμά και τα διάφορα άρθρα του, όλα σε οργανική αλληλεπίδραση με τη μουσική.
Ευχαριστούμε ιδιαίτερα τη Μουσική Βιβλιοθήκη «Λίλιαν Βουδούρη», το Αρχείο του Συλλόγου «Μανώλης Καλομοίρης», καθώς και το Αρχείο του Ιδρύματος «Κωστής Παλαμάς» για την ευγενική παραχώρηση του υλικού.
“Ο Καζαντζάκης έλκει τον συνθέτη και λόγω των γλωσσικών του επιλογών”
-Ιδιαίτερη είναι η σχέση του έργου του Νίκου Καζαντζάκη ως πηγής έμπνευσης για τις όπερες του Καλομοίρη. Τι γνωρίζουμε γι’ αυτήν;
-Η ενασχόληση του Καλομοίρη με τον Καζαντζάκη οριοθετεί την αρχή και το τέλος της συνθετικής του πορείας στον τομέα της όπερας. Ο Πρωτομάστορας είναι η πρώτη όπερα του Καλομοίρη (1916) και βασίζεται στο έργο του Νίκου Καζαντζάκη, το οποίο αρχικά είχε τον τίτλο “Η Θυσία”. Πυρήνας της υπόθεσης είναι ο θρύλος του γεφυριού της Άρτας, που απαιτεί τη θυσία της αγαπημένης του Πρωτομάστορα προκειμένου να στεριώσει. Ο Πρωτομάστορας είναι η πρώτη του όπερα και ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος (1961) (με πυρήνα της υπόθεσης τη νύχτα της Άλωσης) είναι η τελευταία του.
Οι ήρωες του Καζαντζάκη – ο «ανώτερος άνθρωπος» σύμφωνα με τη φιλοσοφία του Νίτσε – ορθώνουν άφοβα το ανάστημά τους απέναντι στη μοίρα και αντιπαλεύουν θαρραλέα όλα τα ακατόρθωτα, με ακατάλυτη και ανίκητη τη δύναμη του πνεύματός τους. Ακόμα και όταν όλα είναι χαμένα, αίρονται πάνω από τα ανθρώπινα μέτρα και δεν εγκαταλείπουν τον αγώνα.
Η ηρωική αυτή στάση κινητοποιεί την έμπνευση του Καλομοίρη και ταιριάζει απολύτως με το όραμά του για την ίδρυση Εθνικής Σχολής Μουσικής. Επίσης, ο Καζαντζάκης έλκει τον Καλομοίρη και λόγω των γλωσσικών του επιλογών, όπως άλλωστε και όλοι οι ποιητές με τους οποίους ασχολήθηκε (κυρίως ο Παλαμάς), καθώς ο συνθέτης υποστήριζε με πάθος τη δημοτική γλώσσα και αγωνίστηκε για την καθιέρωσή της.
Ο Καλομοίρης συναντάει ξανά τον Καζαντζάκη το 1953 στην Αντίμπ και περιγράφει πώς γνώρισε τον Παλαιολόγο: «…και ξάφνου στην κουβέντα μου λέει: -Διάβασες τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο; […] Αμέσως βγάζει και μου χαρίζει ένα αντίτυπο. -Διάβασέ το, μου λέει, μπορεί να σε ενδιαφέρει».
Το πήρα, φιληθήκαμε και έπειτα τράβηξα με την κόρη μου για το σιδηροδρομικό σταθμό της Νίκαιας, απ’ όπου πήραμε το τραίνο για το Παρίσι. Σ’ όλη τη διαδρομή διάβαζα και ξαναδιάβαζα τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο και τα δάκρυα κυλούσαν από τα μάτια μου».
Αξίζει να αναφέρουμε ότι η σύνθεση του Παλαιολόγου (ολοκληρώθηκε το 1961) στάθηκε ιδιαίτερα επώδυνη για τον Καλομοίρη, καθώς ήταν άρρωστος και γνώριζε ότι επρόκειτο για το κύκνειο άσμα του. Αφιερώνει το έργο αυτό στον ελληνικό λαό και γράφει: «Πιστεύω όμως πως με τη μουσική μου στον Παλαιολόγο, περισσότερο από κάθε άλλη μου δημιουργία, ακόμη και από τον ιστορικό, για την Ελληνική Μουσική δημιουργία, Πρωτομάστορα, εχάραξα μια σελίδα στην ιστορία της Ελληνικής Τέχνης».
-Ο Καλομοίρης διασταυρώνεται και μ’ έναν άλλο μεγαλο Κρητικό. «Ο Παλαμάς κι ο Βενιζέλος σταθήκανε πάντα, σ’ όλη μου την καλλιτεχνική και ψυχική βίωση, οι δυο φάροι της πνευματικής μου ζωής» έλεγε ο Καλομοίρης. Ποιά ήταν η σχέση του με τον Ελευθέριο Βενιζέλο;
-Ο τριαντάχρονος τότε συνθέτης Μανώλης Καλομοίρης αφιερώνει τη μουσική του τραγωδία Ο Πρωτομάστορας «στον Πρωτομάστορα της Μεγάλης Ελλάδας, Ελευθέριο Βενιζέλο», χαιρετίζοντάς τον- μέσα από τα λόγια του χορού- με τα ίδια λόγια που ο ποιητής Κωστής Παλαμάς είχε χαιρετίσει την άφιξη του ίδιου του Καλομοίρη στην Αθήνα: «Γειά σου, καλέ, χαρά σου!».
Μακάρι να είχαμε ένα καλό εκπαιδευτικό σύστημα.
Μακάρι να είχαμε
μια σωστή δημόσια παιδεία
Ο Βενιζέλος και ο Παλαμάς στάθηκαν για τον Καλομοίρη οι δύο «άσβεστοι φάροι» της ζωής του. Ο συνθέτης συντάσσεται θερμά με τους υποστηρικτές της ιδεολογίας του Βενιζέλου, προσπαθώντας να εκφράσει με τη μουσική του τα ελληνικά εθνικά ιδεώδη και να αποσαφηνίσει την ελληνική ταυτότητα (να συμπληρώσουμε εδώ ότι ο τρίτος «φάρος» στη ζωή και την τέχνη του Καλομοίρη ήταν ο Γερμανός συνθέτης Ρίχαρντ Βάγκνερ).
Γράφει ο ίδιος στα απομνημονεύματά του για τον Βενιζέλο: «Μόλις τον αντίκρυσα, θυμήθηκα την προφητεία της Γρηάς Λεμονή στην Πόλη, “ο Λευτέρης θα μας λευτερώση”, και την πίστεψα ως τα κατάβαθα της ψυχής μου. Ένοιωσα την ίδια συγκίνησι, το ίδιο ψυχικό συνέπαρμα όπως όταν πρωτογνώρισα τον Παλαμά […]. Ένοιωσα πως θα μπορούσα να ριχτώ στη φωτιά με μια του λέξη […]».
‘’Το σκηνικό μετά Πολιτιστικό Συνεδριακό Κέντρο έχει αλλάξει εντελώς και είναι υπέροχα’’
-Είστε πτυχιούχος του Τμήματος Φιλολογίας του ΕΚΠΑ, κάτοχος του μεταπτυχιακού τίτλου DEA του Πανεπιστημίου της Σορβόννης. Πώς και γιατί η μουσικός ‘’πήρε κεφάλι “από τη φιλόλογο;
-Έτσι τα έφερε η ζωή! Ξεκίνησα να παραδίδω μαθήματα πιάνου από όταν ήμουν φοιτήτρια, για να συμπληρώνω λίγο το εισόδημά μου. Μου άρεσε πολύ! Με επηρέασε ιδιαίτερα και η καταπληκτική παρέα που είχα τότε στην Αθήνα από το Ωδείο: σπουδαίοι δάσκαλοι και αγαπημένοι φίλοι-σπουδαστές, που η μουσική κυριαρχούσε απόλυτα στη ζωή μας!
Αδιάκοπα μελετούσαμε, παίζαμε, συμμετείχαμε σε συναυλίες, πηγαίναμε σε συναυλίες, κάναμε συναγωνισμό ποιος διάβαζε περισσότερες ώρες κάθε μέρα! Η αγάπη μου για τη λογοτεχνία δεν έσβησε ποτέ. Άλλωστε η πολύ πρόσφατα ολοκληρωμένη διατριβή μου είναι σε μεγάλο βαθμό φιλολογικού περιεχομένου. Η «επαγγελματική» μου ζωή όμως πήρε τον δρόμο της μουσικής από νωρίς! Μετά ήρθε και η επιστροφή στο Ηράκλειο, το Μουσικό Σχολείο, και έτσι τα πράγματα πήραν αυτό τον δρόμο.
-Πώς μυηθήκατε αρχικά στον κόσμο της μουσικής;
-Η πρώτη μου δασκάλα ήταν η αγαπημένη μου Ρίκα Δεληγιαννάκη. Ξεκίνησα με μαθήματα πιάνου στο Ωδείο του Μουσικού Συλλόγου «Απόλλων». Η Ρίκα, εμπνευσμένη παιδαγωγός και εξαιρετική δασκάλα, γνώστης επίσης του συστήματος Orff, εφάρμοζε πολύ τη μουσικοκινητική αγωγή και την άτυπη μάθηση.
Έτσι, εκτός από τα τυπικά μαθήματα πιάνου, συμμετείχα σε χορωδιακό σύνολο, σε ορχήστρα με ξυλόφωνα, μεταλλόφωνα και διάφορα κρουστά, κάναμε συναυλίες στη Βασιλική του Αγίου Μάρκου, παίζαμε και τραγουδούσαμε-ήταν το ιδανικό ξεκίνημα.
Όλα τα παιδιά που ξεκινήσαμε τότε με αυτό τον τρόπο, συνεχίσαμε τη μουσική! Εκεί, σε ένα από τα σεμινάρια που διοργάνωνε η Ρίκα, γνώρισα και τη μετέπειτα δασκάλα μου, τη σπουδαία και επίσης αγαπημένη Ντόρα Μπακοπούλου!
-Σκεφτόμουν για σας ότι όλοι στο Ηράκλειο σας ξέρουμε, αλλά λίγοι σάς γνωρίζουν. Τι δεν γνωρίζουμε για σας;
-Είμαι παντρεμένη και έχω δύο κόρες! (φοιτήτριες τώρα). Και νιώθω πολύ ευλογημένη γι’ αυτό!
-Πώς είναι το Ηράκλειο για έναν μουσικό μετά τη δημιουργία του ΠΣΚΗ;
-Έχει αλλάξει το σκηνικό εντελώς και είναι υπέροχα. Το ΠΣΚΗ κατορθώνει δύο πολύ σημαντικά πράγματα: φέρνει στην πόλη μας κορυφαίες παραστάσεις από την Αθήνα και το εξωτερικό και ταυτόχρονα απευθύνεται στο ντόπιο μουσικό δυναμικό, αξιοποιώντας το με τον καλύτερο τρόπο. Έτσι, έχουμε την ευκαιρία να παρακολουθούμε εξαιρετικής ποιότητας θεάματα, ενώ παράλληλα μπορούμε να κάνουμε κι εμείς πράγματα.
Το γεγονός ότι επιτέλους υπάρχει στο Ηράκλειο αίθουσα (αίθουσες) συναυλιών με όλες τις σωστές προδιαγραφές, είναι πολύ ευεργετικό. Το ΠΣΚΗ είναι ένας αληθινός χώρος πολιτισμού: παράγει πολιτισμό, διδάσκει πολιτισμό. Αξίζουν θερμά συγχαρητήρια σε όλους τους ανθρώπους του, τους καλλιτεχνικούς και διοικητικούς διευθυντές, τους καλλιτέχνες, τους τεχνικούς, αλλά και όλους τους εργαζόμενους σε οποιαδήποτε θέση!
«Όταν συναντάω στον δρόμο παλιούς μαθητές και μου λένε “γεια σας κυρία”, είμαι ευτυχισμένη»
-Εσείς επιλέξατε σε πιο δύσκολα χρόνια για τους μουσικούς να μείνετε στο Ηράκλειο. Από την ως τώρα πορεία θεωρείτε ότι άξιζε τον κόπο ή υπάρχει πάντα ένα “αν”;
Πολύ σχετικά είναι όλα. Ναι, έμεινα εδώ, όταν τα πράγματα ήταν αρκετά πιο δύσκολα και οι πόρτες για τους ντόπιους μουσικούς της κλασικής μουσικής ήταν ερμητικά κλειστές! Ήταν πάρα πολύ δύσκολο να οργανώσεις μια συναυλία μουσικής δωματίου, ας πούμε, ένα ρεσιτάλ πιάνου. Δεν υπήρχε καμία υποδομή αλλά ούτε και γνώση.
Ένας άνθρωπος, ο Γιώργος Αντωνάκης, στήριζε τους ντόπιους καλλιτέχνες μέσα στο πλαίσιο που του επιτρεπόταν. Δεν ξέρω τι θα γινόταν αν πήγαινα κάπου αλλού. Ίσως να είχα μια άλλη καριέρα, αν αυτό εννοείτε. Ίσως και όχι. Αλλά δεν έχει σημασία. Σημασία έχει ότι προσπάθησα –σε ό,τι μέτρο δυνάμεων μού αναλογούσε- να υπηρετήσω την επιστροφή μου στην πόλη που γεννήθηκα και μεγάλωσα και να μείνω εδώ, βαδίζοντας στον δρόμο που πίστευα ότι έχω να βαδίσω.
Και σίγουρα άξιζε χίλιες φορές και δεν το αλλάζω με τίποτα αυτό, δεν βάζω κανένα «αν», και η παραμικρή συμβολή στο στήσιμο του Μουσικού Σχολείου, όπως επίσης και στη δημιουργία των προϋποθέσεων για να είναι σήμερα καλύτερα τα πράγματα!
-Διδάσκετε πιάνο στο Μουσικό Γυμνάσιο Ηρακλείου από το 2000. Ποια είναι η εμπειρία σας με τα παιδιά;
-Διδάσκω στο Μουσικό Σχολείο από το 2000, το έτος της ίδρυσής του. Η εμπειρία μου με τα παιδιά είναι συναρπαστική. Το Σχολείο το αγαπώ. Ήταν μια πολύ συνειδητή επιλογή μου να γίνω δασκάλα! Τα παιδιά είναι γεμάτα ζωντάνια και αλήθεια. Φυσικά υπάρχουν προβλήματα- έφηβοι είναι, σε δύσκολες εποχές, χωρίς προσανατολισμό, σε μια πλέον κατακερματισμένη κοινωνία. Η σχέση με τα παιδιά είναι πολύτιμη.Η παιδαγωγική διαδικασία είναι ιερή. Θα μπορούσα να σας μιλάω ώρες για αυτό. Η καθημερινή επαφή με τα παιδιά είναι μια διαρκής αποκάλυψη. Είναι πηγή ζωής. Όταν συναντάω στο δρόμο παλιούς μαθητές και μου λένε «γεια σας κυρία», είμαι ευτυχισμένη! Μακάρι να είχαμε ένα καλό εκπαιδευτικό σύστημα. Μακάρι να είχαμε μια σωστή δημόσια παιδεία.
Τα παιδιά μας αξίζουν το καλύτερο και τους δίνουμε το χειρότερο εκπαιδευτικό σύστημα που υπάρχει στον πλανήτη. Προτεραιότητα απόλυτη του κράτους έπρεπε να είναι η δημόσια παιδεία. Όπως και η δημόσια υγεία. Δυστυχώς στην Ελλάδα σήμερα οι δύο αυτοί πυλώνες αφήνονται να καταρρεύσουν – πολύ μεθοδικά. Είναι πολύ οδυνηρό αυτό που συμβαίνει.
Όμως στο σχολείο μας, παρά τις δυσκολίες, συμβαίνουν πολύ όμορφα πράγματα. Έχουμε ένα δώρο και ένα σημείο αναφοράς: τη μουσική. Και όλα γίνονται πιο εύκολα και πιο διαχειρίσιμα!
-Υπάρχει κάποια συμβουλή που σας έδωσε δάσκαλός σας που με τη σειρά σας εσείς τη δίνετε στους δικούς σας μαθητές;
-«Δεν υπάρχει “δεν μπορώ”, υπάρχει “δεν θέλω!”». Αυτό το έλεγαν όλοι μου οι δάσκαλοι.
Έλεγε λοιπόν ο αγαπητός μας κύριος Γιώργος Καλούτσης: η μελέτη της μουσικής μοιάζει σαν να σκάβεις τον κήπο. Ανακατεύεσαι με τα χώματα, τις πέτρες, τα αγκάθια, ιδρώνεις, κοπιάζεις. Μετά όμως φυτρώνει ένα όμορφο, μοσχομυριστό λουλούδι!
Και η αγαπημένη μου δασκάλα, η Ντόρα Μπακοπούλου, αυτό που έλεγε και έδειχνε συνεχώς ήταν η πίστη και η εμπιστοσύνη της στις ικανότητές μας. Πίστευε ότι θα τα καταφέρουμε. Πίστευε ότι μπορούμε και αυτό μας το μετέδιδε. Δεν υπήρχε εμπόδιο. «Είναι στο χέρι σας!» (κυριολεκτικά!). Έτσι μας έλεγε και έτσι λέω κι εγώ στους μαθητές μου!
Τα μεγάλα προβλήματα του Μουσικού Γυμνασίου
-Το Μουσικό Γυμνάσιο έχει πολλές ελλείψεις. Πού εντοπίζετε τις πιο σημαντικές;
-Το κτήριο –εντελώς ακατάλληλο, χωρίς αίθουσα συναυλιών, αίθουσα πολλαπλών χρήσεων, αίθουσα σίτισης, αίθουσες διδασκαλίας μουσικών μαθημάτων, χωρίς πρόσβαση ΑμεΑ (ακόμα και τα παιδιά μας όταν, ας πούμε, σπάσουν το πόδι τους, δεν μπορούν να ανέβουν στην αίθουσα για κάποια συγκεκριμένα μαθήματα!), περιτριγυρισμένο από ερειπωμένα κτήρια- και η μεγάλη απόστασή του από τον ιστό της πόλης, είναι τα πιο σημαντικά προβλήματα του συγκεκριμένου σχολείου.
Όλα τα άλλα εντάσσονται στη γενικότερη υποβάθμιση και απαξίωση της δημόσιας παιδείας, καθώς και στα γενικότερα αιτήματα όλων των Μουσικών Σχολείων της χώρας (όπως την αναγνώριση και πιστοποίηση των μουσικών μαθημάτων, την έλλειψη βιβλίων, εγχειριδίων και ύλης σε πολλά μουσικά μαθήματα, την έλλειψη καθηγητών μουσικών οργάνων κλπ.).