Στάθης Καλύβας
Καθηγητής πολιτικής επιστήμης, Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης
“Αν σε ενοχλεί το μετρημένο και προσγειωμένο ύφος και φαντασιώνεσαι τους πολιτικούς σου δημεγέρτες, αν πιστεύεις πως η Ελλάδα είναι μια χώρα που της ταιριάζουν περισσότερο τα περήφανα αλώνια από τα ψυχρά σαλόνια, αν αρνείσαι να καταλάβεις “τι λένε τα κομπιούτερς κι οι αριθμοί” και δεν μπορείς να αντιληφθείς την βαρύτητα των “νοικοκυρεμένων” δημόσιων οικονομικών γιατί σε μαγεύει το “πώς η ανάγκη γίνεται ιστορία και πώς η ιστορία γίνεται σιωπή” (ό,τι και να σημαίνει αυτό), τότε θα απορρίψεις τον Σημίτη, και μάλιστα με βδελυγμία όπως κάνουν πολλοί, οι περισσότεροι ίσως Έλληνες. Προφανώς η Ελλάδα δεν ήταν έτοιμη για το ευρώ το 2002 (όπως δεν ήταν έτοιμη και για την ΕΟΚ το 1981), αλλά καμμιά φορά στα τρένα πρέπει να ανεβαίνεις όταν περνούν και όχι όταν είσαι έτοιμος.
Προφανώς έγιναν πολλά πράγματα λάθος και στραβά: διαφθορά και διαπλοκή, υποχώρηση στην μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού. Όταν όμως το πολιτικό σου εργαλείο λέγεται ΠΑΣΟΚ, τα περιθώρια σου είναι περιορισμένα. Προχωράς με αυτά που έχεις ή δεν προχωράς καθόλου. Και αν αυτό είναι χειρότερο από το να τα κάνεις όλα σωστά δίχως λάθη και στραβά, είναι πάντως απείρως καλύτερο από το να μην κάνεις τίποτα. Στην Ελλάδα, το πρόβλημα είναι λιγότερο πως προσπαθούμε να κάνουμε υπερβάσεις δίχως να είμαστε έτοιμοι, και περισσότερο πως δεν τολμάμε καν να φανταστούμε τις υπερβάσεις γιατί θεωρούμε, σωστά μερικές φορές και λάθος πολλές άλλες, πως δεν είμαστε έτοιμοι ή δεν “είμαστε γι’ αυτά”. Από την αδράνεια, τον κυνισμό και την οπισθοδρόμηση, προτιμώ εκατό φορές το αδέξιο άλμα. Και επομένως, τον Σημίτη.”
Κώστας Υφαντής
Καθηγητής διεθνών σχέσεων, Πάντειο Πανεπιστήμιο
“Ο Κώστας Σημίτης – για να επαναλάβω τα αυτονόητα- έθεσε δύο μεγάλους στόχους: Την είσοδο της Κύπρου στην ΕΕ και την συμμετοχή της χώρας στον σκληρό πυρήνα της ΕΕ. Με αυτόν τον τρόπο θωράκισε το έθνος. Και μόνο γι’ αυτό η συνεισφορά του είναι απολύτως θετική. Ένας Πρωθυπουργός που άφησε τη χώρα πιο ισχυρή και σε καλύτερη θέση από ότι την παρέλαβε.
Οι αποτυχίες του πολλές – κακή διαχείριση της κρίσης στα Ίμια, διαφθορά και κυρίως αποτυχία να ενίσχυσει τους θεσμούς. Από ένα σημείο και μετά αποδέχθηκε, κακώς, ότι η χώρα είναι μη μεταρρυθμίσιμη. Αυτός ο φαταλισμός υπονόμευσε τις εθνικές προοπτικές, εμπεδώθηκε στην συνείδηση του μέσου
πολίτη και ενίσχυσε τον δήθεν αντισυστημικό λαϊκισμό που κατέλαβε τη χώρα λίγα χρόνια μετά.
Γνήσιος δημοκράτης, εγγενώς ευγενής, πραγματικός διανοούμενος και με μια καθημερινότητα υψηλής αισθητικής.”
Βασίλης Βαμβακάς
Καθηγητής πολιτικής επιστήμης, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
“Τη στενάχωρη αυτή μέρα του θανάτου ενός από τους σημαντικότερους πολιτικούς που γνώρισε ο τόπος θέλω κυρίως να διαβάζω όλα όσα γράφονται στο timeline μου γι’ αυτόν παρά να προσθέσω άλλη μια ανάλυση ή άποψη (να μια φορά που τα διαδικτυακά αντηχεία είναι πολύτιμα γιατί σε εκφράζουν καλύτερα από τον εαυτό σου).
Δύο μόνο πράγματα θα σημειώσω: το ένα είναι ότι ο Σημίτης υπήρξε το μεγαλύτερο παράδειγμα ρεαλιστικής-μεταρρυθμιστικής πολιτικής φυσιογνωμίας της μεταπολίτευσης που πήγε με τον δικό του τρόπο κόντρα όχι μόνο στον περιβόητο λαϊκισμό αλλά και στον πολιτικό ελιτισμό που θέλει πολιτική να ασκούν μόνο οι καλύτεροι, οι πιο νηφάλιοι, οι πιο μορφωμένοι, αν και θα μπορούσε κάλλιστα να είναι εκφραστής μιας τέτοιας προσέγγισης. Αντίθετα, αυτός πραγματικός ρεαλιστής κατάλαβε ότι μόνο μέσα από ένα κόμμα σαν το ΠΑΣΟΚ μπορούσε να αλλάξει ό,τι άλλαξε, και βέβαια με το κόστος που αυτό συνεπάγονταν. Το δεύτερο στοιχείο είναι μια προσωπική μαρτυρία. Ήμουν νέος φοιτητής, όταν έκανα την πρώτη μου “ερευνητική” εργασία για τις πελατειακές σχέσεις κάπου στο 1990. Ανάμεσα σε άλλους πολιτικούς που είχα προσεγγίσει ήταν και ο Κώστας Σημίτης ο οποίος μετά από μια σύντομη συζήτηση με παρέπεμψε στο Νίκο Θέμελη για να μου πει ακόμη καλύτερα ως διευθυντής του γραφείου του, τι σημαίνει εκείνη την εποχή “ρουσφέτι” στην Ελλάδα και να μη μου δοθούν μόνο γενικόλογες απαντήσεις αλλά και δεδομένα για την ίδια την επαφή ενός πολιτικού γραφείου με τους ψηφοφόρους. Η συζήτηση και με τους δύο θα μείνει χαραγμένη όχι μόνο στη μνήμη μου αλλά και στην όποια επιστημονική μου ταυτότητα. Κάποια ώρα θα πρέπει να την ξεθάψω από τα κιτάπια μου…”
Μάνος Ματσαγγάνης
Καθηγητής οικονομικών, Πολυτεχνείο του Μιλάνου
“Μια εν θερμώ ανάρτηση. Είχα την τύχη να εργαστώ στο Γραφείο Πρωθυπουργού την περίοδο 1997-2001, υπό την διεύθυνση (διπλή τύχη αυτή) του Νίκου Θέμελη. Μέχρι τότε γνώριζα τον πολιτικό Κώστα Σημίτη, τον οποίο εκτιμούσα πολύ (παρότι δεν προερχόμουν από το ΠΑΣΟΚ) για την μεταρρυθμιστική πνοή, τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό, την εργατικότητα, και τη μετριοπάθεια που έβλεπα – ορθώς, όπως αποδείχθηκε – ότι κόμιζε στην ελληνική πολιτική. Στη συνέχεια γνώρισα και τον άνθρωπο Κώστα Σημίτη, και αγάπησα (ας μου συγχωρεθεί η λέξη) τον κάπως αμήχανο τρόπο του, την ευγένειά του, τον σεβασμό που έδειχνε στους συνεργάτες του. Η σχέση μας (ενός νεαρού συμβούλου με τον πρωθυπουργό της χώρας) ήταν formal, μου μιλούσε πάντοτε στον πληθυντικό. Τον είδα για τελευταία φορά το 2021, όταν με κάλεσε να συνοδεύσω τον ίδιο και την κυρία Δάφνη στην ξενάγηση του Romano Prodi και της συζύγου του στο Μουσείο της Ακρόπολης από τον Δημήτριο Παντερμαλή. Δεν μπορώ να είμαι αντικειμενικός, νομίζω όμως ότι η Ιστορία θα τον κρίνει για αυτό που ήταν: ένας από τους επιτυχέστερους πρωθυπουργούς από συστάσεως ελληνικού κράτους, σύμβολο μιας μειοψηφίας Ελλήνων που μιλούν λίγο και εργάζονται πολύ, ένας έντιμος πολιτικός, ένας γλυκός άνθρωπος. Να ζήσουμε να τον θυμόμαστε.”
Στέφανος Καβαλλιεράκης
Καθηγητής ιστορίας, Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης
“Επί της ουσίας, τη μέρα που πεθαίνει ένα πολιτικό πρόσωπο με βαρύνουσα θέση στη μεταπολιτευτική ιστορία της χώρας, δλδ τη πλέον ευημερούσα περίοδο της σύγχρονης ιστορίας, μένεις εντυπωσιασμένος από τη τοξικότητα, το μένος των αντιπάλων, τη γραφικότητα των υμνητών. Σχόλια γεμάτα οργή για αυτόν που ξεπούλησε τα πάντα, τα Ιμια, κτλ αλλά κανείς δεν θυμάται την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ ή τη διαδικασία στο Ελσίνκι – που είναι πλέον όμως ξεπερασμένη- ή αστεία σχόλια τύπου ο διάδοχος του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου σε συσχετισμούς που ούτε πρωτοετής ιστορικού τμήματος δεν θα έκανε λησμονώντας ότι η περίοδος Σημίτη σημαδεύτηκε από σοβαρά και εκτεταμένα φαινόμενα διαφθοράς.
Οι αποτιμήσεις τόσο σοβαρών προσώπων έχουν πολλές ζώνες , και πάντα πρέπει να εξετάζεται το χωροχρονικό συγκείμενο αλλά και το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται η χώρα τη περίοδο της διακυβέρνησης τους – αυτή μας η εμμονή ότι κινούμαστε μόνοι στην Ιστορία κάποτε πρέπει να ξεπεραστεί- . Επίσης τα πολιτικά πρόσωπα δεν αποτιμώνται για μια περίοδο της ζωής τους , δεν υπήρξε μόνο η πρωθυπουργία του Σημίτη αλλά και πριν από αυτή. Και τέλος γηπεδικοί όροι για να ικανοποιηθούν ψυχολογικές ταυτίσεις και προβολές ή εργαλειακά σχήματα κάποτε πρέπει να ξεπεραστούν.”