Μα, είναι δυνατόν, η Κρήτη να μην παράγει σαλιγκάρια; Πρόκειται για μια απορία που εκφράζεται από πολλούς και η απάντηση είναι ότι δεν υπάρχει ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα, βάσει του οποίου θα μπορούσαν να κινηθούν όσοι θέλουν να ασχοληθούν με τη σαλιγκαροτροφία.
Ο διευθυντής του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας Κρήτης κ. Μωυσής Μυλωνάς, αναφέρει στην «Π» πως κατά 99% μία απόπειρα επένδυσης στη σαλιγκαροτροφεία θα αποτύχει.
Αναφέρει πως πριν από περίπου πέντε χρόνια κάποιοι επιτήδειοι είχαν προσπαθήσει να πείσουν τους Κρητικούς ότι τα σαλιγκάρια είναι μια σίγουρη επιχειρηματική κίνηση, τα χαρακτήριζαν, μάλιστα, «χρυσό» και «πετρέλαιο των γεωργών».
«Έλεγαν στον κόσμο ότι θα έβγαζαν χρήματα με ουρά, ότι μετά από ένα χρόνο θα μπορούσαν ανά στρέμμα να έχουν μερικούς τόνους σαλιγκάρια. Είχαν δεσμευτεί ότι θα τα αγόραζαν οι ίδιοι σε υψηλές τιμές, τους πουλούσαν ειδικά δίκτυα για να μην ανεβαίνουν πάνω τα σαλιγκάρια, ειδική τροφή. Κάποιοι έκαναν επενδύσεις 30 στρεμμάτων, δηλαδή ξόδεψαν εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ», αναφέρει ο κ. Μυλωνάς.
Όπως λέει, η παραγωγή είναι πολύ μικρότερης κλίμακας και μπορεί να μη συμφέρει να επενδύσει κανείς στα σαλιγκάρια.
Σημειώνεται πως το Μουσείο έχει εκπονήσει μία μελέτη για το πώς θα μπορούσε να γίνει η εκτροφή των σαλιγκαριών στην Κρήτη.
Εξάλλου, στο Μ.Φ.Ι.Κ. απευθύνονται πολλοί επίδοξοι επενδυτές που ρωτούν τι πρέπει να γνωρίζουν για τα σαλιγκάρια. Όμως, αποθαρρύνονται όταν μαθαίνουν πως για ένα στρέμμα χρειάζονται από 15.000 ως 25.000 ευρώ. Μέχρι σήμερα, έχουν γίνει 200 με 250 προσπάθειες σαλιγκαροτροφίας στην Κρήτη και επιτυχημένη χαρακτηρίζεται μονάχα μία, επειδή έχει καταφέρει να καθετοποιήσει την παραγωγή.
«Θα πρέπει να δούμε γιατί αποτυγχάνει η προσπάθεια σαλιγκαροτροφίας. Φταίνε οι υψηλές θερμοκρασίες του καλοκαιριού; Τότε, θα μπορούσαμε να βρούμε σε ποιες περιοχές εξυπηρετεί να κάνουμε σαλιγκαροτροφεία, δηλαδή εκεί όπου δεν θα επικρατούν υψηλές θερμοκρασίες. Είναι η πυκνότητα το πρόβλημα, όπως λένε οι ειδικοί, και φτάνουμε σε σημείο στο οποίο τα σαλιγκάρια δε μεγαλώνουν άλλο;
Πρέπει να δούμε ποια η διάθεση του προϊόντος, αν κοστίζει παραπάνω από ο, τι το μαζεύει κανείς από τη φύση και δε συμφέρει η επένδυση σε αυτό», αναφέρει ο κ. Μυλωνάς.
Εξηγεί πως τα σαλιγκάρια χρειάζονται συνεχή επιτήρηση, «δεν μεγαλώνουν μόνα τους, θέλει δουλειά κάθε μέρα, έναν άνθρωποι να τα προσέχει, να απομακρύνει τα μικρά, να τα αραιώνει», αναφέρει.
Στην αγορά, βρίσκει κανείς σαλιγκάρια από Τουρκία, Σκόπια, Βουλγαρία, Τυνησία και Μαρόκο, σε πολύ χαμηλές τιμές, δύσκολα ανταγωνίσιμες.
Ωστόσο, ο κ. Μυλωνάς αναφέρει πως υπάρχει προσφορά στα σαλιγκάρια, που γεννούν από 100 ως 150 αυγά. Το σαλιγκάρι έχει αρκετή δυνατότητα επιβίωσης.
Μία πρόταση που καταθέτει προς τους επίδοξους εκτροφείς σαλιγκαριών είναι να προχωρήσουν στον εμπλουτισμό των διαφόρων πληθυσμών.
«Μπορεί να γίνει με μια ευκολία σε πολλές περιοχές της Κρήτης, η παραγωγή γόνου θα αφήνεται στα χωράφια, εκεί που έχουμε φυσικούς πληθυσμούς και να μεγαλώνουν χωρίς κανένα πρόβλημα», αναφέρει.
Πρόκειται για ένα υβριδικό σχήμα, «παράγουμε τον γόνο, τα μεγαλώνουμε σε ένα συγκεκριμένο επίπεδο, τα απελευθερώνουμε και αυξάνονται οι φυσικοί πληθυσμοί», εξηγεί ο διευθυντής του Μουσείου.
«Αυτό θέλει μια υποστήριξη από ένα πρόγραμμα, το οποίο θα λειτουργούσαν αρμόδιοι φορείς», σημειώνει.