Πολλαπλάσιες πλέον είναι οι πιθανότητες έκτισης της ποινής σε φυλακή, ακόμα και για μικρές ποινές, με τις αλλαγές που προωθούνται στους νέους Ποινικούς Κώδικες και ήδη προκαλούν αναβρασμό στον νομικό κόσμο της χώρας. Η έκτιση της ποινής, όπως προωθείται, είναι ο κανόνας και η αναστολή της ποινής η εξαίρεση της αφού προβλέπεται μόνο στις περιπτώσεις εκείνες που επιβάλλονται ποινές έως 1 χρόνο και υπό την προϋπόθεση ότι οι αμετάκλητες καταδίκες στο ποινικό μητρώο δεν υπερβαίνουν το ένα έτος.
Το θέμα της αναστολής, στο πλαίσιο που προτείνεται, είναι κομβικής σημασίας με άμεσο κοινωνικό αντίκτυπο. Οι ποινές θα εκτίονται είτε μερικώς είτε εξ ολοκλήρου.
Πιο συγκεκριμένα,
-ποινές φυλάκισης άνω του 1 έτους (έστω και για μία επιπλέον ημέρα) μέχρι 2 έτη, δεν προβλέπεται αναστολή αλλά έκτιση της ποινής πρωτίστως με δύο εναλλακτικούς τρόπους: είτε με μετατροπή σε χρηματική ποινή είτε με κοινωφελή εργασία.
– Ποινές φυλάκισης μέχρι 3 έτη θα μπορούν να εκτιθούν μερικώς σε σωφρονιστικό κατάστημα (από 30 ημέρες μέχρι 6 μήνες) με αναστολή του υπολοίπου της ποινής.
-στις ποινές άνω των 3 ετών η φυλακή είναι μονόδρομος.
Για «άνευ προηγουμένου» τροποποιήσεις κάνουν λόγο δικηγόροι αναφερόμενοι σε κάποιες από τις προτεινόμενες αλλαγές. Θεωρούν ότι όλο αυτό συνιστά στην πραγματικότητα «οπισθοδρόμηση» αφού καταργείται «ό,τι ευεργετικό υπήρχε στον Ποινικό Κώδικα» εις το όνομα της πάταξης της ατιμωρησίας και της επιτάχυνσης της δικαιοσύνης.
Και όλα αυτά όταν οι συνθήκες κράτησης στις ελληνικές φυλακές είναι τρισάθλιες και τριτοκοσμικές σε επίπεδο υπερπληθυσμού και υποδομών, με το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα ανθρώπινα δικαιώματα να προβαίνει σε αλλεπάλληλες καταδικαστικές αποφάσεις σε βάρος της χώρας μας.
Όμως και το θέμα της μετατροπής σε χρηματική ποινή δεν είναι κάτι απλό και εύκολο, πολύ περισσότερο τώρα που ο κόσμος δυσκολεύεται ακόμα και για την κάλυψη των καθημερινών αναγκών του. Με τις προσαυξήσεις, το χρηματικό ποσό που πρέπει να καταβάλει κάποιος για τη μετατροπή σε χρηματική ποινή ενός έτους ξεπερνά τις 7000 ευρώ.
Σαφώς και οι προτεινόμενες τροποποιήσεις έχουν και θετικά σημεία, ωστόσο είναι κάποιες αλλαγές που χαρακτηρίζονται κοσμογονικές και έχουν προκαλέσει αναβρασμό. Για παράδειγμα, μία αλλαγή που έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις είναι ότι δε θα καλούνται μάρτυρες αστυνομικοί στο ακροατήριο αλλά θα διαβάζονται απλώς οι καταθέσεις τους. Μόνο αν το κρίνει σκόπιμο και επιβεβλημένο η έδρα, θα καλείται μάρτυρας αστυνομικός. Και αυτό είναι ένα σημείο που αποτελεί «κόκκινο πανί» για τους δικηγόρους, που καταγγέλλουν ότι τέτοιες πρακτικές δεν υπάρχουν ούτε σε ολοκληρωτικά καθεστώτα.
Το θέμα θα απασχολήσει εκτενώς την Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας που συνεδριάζει στις 8 Δεκεμβρίου. Μία με δύο ημέρες νωρίτερα, στις 6 ή 7 Δεκεμβρίου, είναι πιθανόν-εκτός απρόοπτου-να έχουμε την ψήφιση του φορολογικού.
Νίκος Καραγιάννης: «Θα μας βρουν απέναντί τους»
Για ρυθμίσεις που «ναρκοθετούν το Κράτος Δικαίου» κάνει λόγο ο γ. γραμματέας και εκπρόσωπος τύπου του Δικηγορικού Συλλόγου Ηρακλείου κ. Νίκος Καραγιάννης, διαμηνύοντας ότι θα βρουν τους δικηγόρους απέναντί τους.
Όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά, οι προτεινόμενες τροποποιήσεις «αποτελούν την τελευταία πράξη κατάργησης όσων καινοτομιών επιχείρησε να εισάγάγει ο νέος Ποινικός Κώδικας (Ν. 4619/2019) και ο νέος Κώδικας Ποινικής Δικονομίας (ν. 4620/2019)».
«Βλέπουμε» αναφέρει σχολιάζοντας βασικές αλλαγές «ότι προτείνεται η αυστηροποίηση των ποινών, ακόμη και στην περίπτωση αναγνώρισης ελαφρυντικών, καταργούνται ή μεταβάλλονται επί τα χείρω ελαφρυντικές περιστάσεις, επαναφέρεται η μετατροπή των ποινών σε χρήμα και ενεργοποιείται ο μηχανισμός παροχής κοινωφελούς εργασίας ως τρόπος έκτισης.
Δυστυχώς, η αναστολή της ποινής για όσους έχουν προηγούμενες καταδίκες που υπερβαίνουν τους 12 μήνες τίθεται στην κρίση του δικαστηρίου για ποινές μέχρι ένα έτος, η ποινή μέχρι δύο έτη θα μετατρέπεται σε χρήμα ή θα μετατρέπεται σε παροχή κοινωφελούς εργασίας, ενώ ποινή άνω των δύο ετών φυλάκισης θα εκτίεται υποχρεωτικά κατά ένα μέρος στη φυλακή, ενώ δεν αποκλείεται κατά την κρίση του δικαστηρίου να εκτιθεί και συνολικά. Επιπλέον αυξάνεται ο χρόνος πραγματικής έκτισης των ποινών όσων έχουν καταδικαστεί σε βαρύτερες ποινές ισόβιας ή πρόσκαιρης κάθειρξης.
«Ούτε σε ολοκληρωτικά καθεστώτα τέτοιες πρακτικές»
Ο κ. Καραγιάννης δεν μπορεί να μην καυτηριάσει ότι όλα αυτά προωθούνται όταν το σωφρονιστικό μας σύστημα στηρίζεται σε απαρχαιωμένες και απάνθρωπες δομές και συνθήκες κράτησης, με προβλήματα που αυξάνονται από τους έγκλειστους που είναι ήδη υπεράριθμοι και καθιστούν την Ελλάδα υπόλογο στα διεθνή δικαστήρια, τα οποία της επιβάλλουν συνεχείς καταδίκες.
Την ίδια στιγμή, όπως υπογραμμίζει, αυτή τη σκληρή ποινική μεταχείριση καλούνται να τη διαχειριστούν κατά κύριο λόγο πλημμελειοδικεία ή κακουργιοδικεία μονομελούς σύνθεσης όπου τον κύριο λόγο έχει κατά κανόνα ο εισαγγελέας. Παράλληλα συντμείται ουσιαστικά η προδικασία στα πλημμελήματα. «Από τις πλέον προβληματικής συνταγματικότητας ρυθμίσεις η κατάργηση του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων ως δευτεροβάθμιου δικαστηρίου».
Ιδιαίτερα αιχμηρός, όπως άλλωστε και πολλοί συνάδελφοι του, ο γ. γραμματέας του Δικηγορικού Συλλόγου Ηρακλείου, σχολιάζει τη μη κλήτευση αστυνομικών ως μαρτύρων σε ποινικά δικαστήρια.
«Η μη κλήτευση ως μαρτύρων στα ποινικά ακροατήρια των αστυνομικών οργάνων και η υποχρεωτική ανάγνωση των προανακριτικών τους καταθέσεων κατά παράβαση των αρχών την προφορικότητας της ποινικής δίκης, του τεκμηρίου της αθωότητας του κατηγορουμένου και των αρχών της δίκαιης δίκης. Η συγκεκριμένη διάταξη δεν εισήχθη, ούτε εφαρμόστηκε στην ποινική δικονομία ούτε κατά τη διάρκεια των πλέον ολοκληρωτικών καθεστώτων της σύγχρονης ιστορίας μας», δήλωσε χαρακτηριστικά στην «Π».
Ακόμα σχολίασε ότι «καταργείται στην πράξη το δικαίωμα ελεύθερης επιλογής συνηγόρου με τον δραστικό περιορισμό των αναβολών για κώλυμα στο πρόσωπο του συνηγόρου, επιβάλλονται παράβολα στα σχετικά αιτήματα αναβολών, επανέρχεται το παράβολο της έγκλησης και αυξάνονται υπερβολικά τα παράβολα τον προσφυγών».
Καταλήγοντας, ο κ. Καραγιάννης τόνισε: «Οι ρυθμίσεις αυτές μας επιστρέφουν σε ένα ζοφερό παρελθόν, είναι πλήρως αντίθετες με το φιλελεύθερο
πνεύμα που διαπνέει την ποινική νομοθεσία των κρατών μελών της ΕΕ, ναρκοθετούν το κράτος δικαίου, προτάσσουν την ανάγκη συνοπτικής απονομής της ποινικής δίκης σε βάρος της δίκαιης δίκης και θα μας βρουν απέναντί τους».