Ειδεχθές, αποτρόπαιο, στυγερό. Αυτά είναι μερικά μόνο από τα επίθετα με τα οποία περιγράφουν οι δημοσιογράφοι τη φρίκη που προκαλεί στους ανθρώπους ένα έγκλημα. Πόσο μάλλον όταν το θύμα είναι ένα παιδί ή ένα βρέφος.
Όσο αποτρόπαια και να είναι μια παιδοκτονία, δυστυχώς πολλά είναι τα περιστατικά που έχουν καταγραφεί στα ελληνικά ποινικά χρονικά με πιο πρόσφατο τη φρικαλέα δολοφονία της 4χρονης Άννυ από τον ίδιο της τον πατέρα. Οι λεπτομέρειες που αποκαλύφθηκαν σιγά – σιγά πάγωσαν το πανελλήνιο.
Ωστόσο πριν από έναν αιώνα μία γιαγιά ήταν η πρωταγωνίστρια σε ένα περιστατικό που χαρακτηρίστηκε από τον Τύπο της εποχής ως «ένα από τα φρικωδέστερα εγκλήματα».
Συνέβη στον Πειραιά στις 9 Μαΐου του 1908…
Βρισκόμαστε στις αρχές του 20ού αιώνα και η βαθιά συντηρητική κοινωνία της Κρήτης δεν μπορεί να ανεχθεί έναν παράνομο έρωτα. Αυτό είναι κάτι που γνωρίζει πολύ καλά η χήρα Μαρία Παπαδάκη από τα Σφακιά. Για αυτό και όταν η 30χρονη κόρη της Αφροδίτη μένει έγκυος, η φυγή μοιάζει μονόδρομος για τις δυο γυναίκες.
Μαμά και κόρη ζούσαν μόνες τους στην Κρήτη, αφού ο σύζυγος και πατέρας είχε πεθάνει πολλά χρόνια.
Η 30χρονη κοπέλα έμεινε έγκυος από έναν Χανιώτη δικηγόρο, χωρίς να είναι παντρεμένη. Ένα παιδί εκτός γάμου θα προκαλούσε την οργή της συντηρητικής κοινωνίας και θα έφερνε σε πολύ δύσκολη θέση τις δύο γυναίκες που θα ήταν πλέον δακτυλοδεικτούμενες. Το σκάνδαλο θα ήταν μεγάλο κι έτσι η γιαγιά του βρέφους αποφασίζει να αναλάβει δράση. Οι δυο τους θα άφηναν μια για πάντα το νησί.
Μάλιστα, λέγεται ότι όταν οι γείτονες ρωτούσαν για την κοιλιά της 30χρονης που όλο και μεγάλωνε εκείνες απαντούσαν ότι πάσχει από μια ασθένεια που προκαλεί πρήξιμο στην κοιλιά.
Ο τοκετός και η άγρια δολοφονία
Μαμά και κόρη μετακομίζουν σε μία λαϊκή γειτονιά του Πειραιά. Ένα μικρό ισόγειο διαμέρισμα είναι το νέο τους σπίτι.
Ήταν αποφασισμένες να κρατήσουν μυστική τη γέννηση του μωρού, για να αποφύγουν την κοινωνική κατακραυγή. Όταν ξεκίνησαν οι συσπάσεις του τοκετού, οι δυο τους κλείστηκαν στο μαγειρείο, για να μη μάθει τίποτα η γειτονιά.
Λίγο αργότερα, ένα αγοράκι θα ερχόταν στον κόσμο. Ωστόσο, όταν η Αφροδίτη πήγε στο δωμάτιό της και ξάπλωσε μισολιπόθυμη από τη γέννα, η μητέρα της πήρε το μωρό και το κατακρεούργησε. Όπως αναφέρει ο Τύπος της εποχής για την «άγρια κατακρεούργησιν αρτιγέννητου βρέφους», η Μαρία Παπαδάκη αποκεφάλισε με ένα μαχαίρι το νεογνό και του έκοψε τα πόδια, ενώ στη συνέχεια τοποθέτησε τα κομμάτια του πτώματος μέσα σε μία κατσαρόλα με βραστό νερό, για να τα εξαφανίσει.
Μία μικρή λεπτομέρεια θα αποκάλυπτε το φρικιαστικό έγκλημα στο μικρό διαμέρισμα. Συγκεκριμένα, όταν η λεχώνα μεταφέρθηκε από το μαγειρείο στο δωμάτιό της, κηλίδες αίματος έπεσαν στην πλακόστρωτη αυλή του σπιτιού. Αυτό κίνησε την περιέργεια των γυναικών της γειτονιάς, οι οποίες μπήκαν μέσα στο δωμάτιο και έτσι «αποκαλύφθηκε ότι επρόκειτο περί τοκετού», όπως αναφέρεται στα δημοσιεύματα της εποχής.
Η είδηση του τοκετού διαδόθηκε γρήγορα στη γειτονιά και πολλές γυναίκες συγκεντρώθηκαν έξω από το σπίτι των δύο γυναικών σοκαρισμένες με τα όσα ανατριχιαστικά έκαναν.
Κάτοικοι κάλεσαν την Αστυνομία και όταν τελικά ο επικεφαλής του αστυνομικού κλιμακίου έφτασε στο σπίτι ζήτησε από τη Μαρία Παπαδάκη να του δείξει το νεογνό. Τότε αποκαλύφθηκαν τα πάντα. «Ένα από τα φρικωδέστερα εγκλήματα τα οποία καθ’ εκάστην συνταράττουσι σχεδόν τακτικώς την Πειραϊκήν κοινωνία», έγραφε ο Τύπος.
Η μητέρα συνελήφθη και οδηγήθηκε στο Αστυνομικό Τμήμα. Η λεχώνα κόρη μεταφέρθηκε στο Τζάνειο Νοσοκομείο. Εν τω μεταξύ, οι Αρχές πήραν τα κομμάτια από το πτώμα του βρέφους, για να γίνει η νεκροψία και η ιατροδικαστική έκθεση.
Στην κατάθεσή της, η κόρη υποστήριξε ότι δεν γνώριζε πως ήταν έγκυος και ότι νόμιζε πως πάσχει από τυμπανισμό. Στη συνέχεια φαίνεται να υποστήριξε ότι όταν ξεκίνησαν οι πόνοι του τοκετού κατάλαβε ότι είχε μείνει έγκυος, και ότι διατηρούσε ερωτική σχέση με ένα δικηγόρο από τα Χανιά του οποίου το παιδί κυοφορούσε.
Όσον αφορά την κατάθεση της μητέρας, η εφημερίδα Σκριπ γράφει: «Η κακούργος γραία Μαρία ανακρινόμενη κατατέθηκεν ότι όταν είδε ότι εγέννησε η θυγάτηρ της Αφροδίτη, σάστισε διότι απ’ έξω είχαν μαζευτεί γυναίκες και εφοβήθη μήπως αντιληφθούν αυτό το πράγμα με τα κλάματα του παιδιού και δια τούτο του έκοψε το κεφάλι με το μαχαίρι, πιστεύει ότι όμως το παιδί γεννήθηκε νεκρό». Οι δύο γυναίκες, όπως αποδείχθηκε, έλεγαν ψέματα.
Οι γιατροί του Τζάνειου Νοσοκομείου είπαν ότι μαμά και κόρη είχαν επισκεφτεί για εξετάσεις το νοσοκομείο λίγους μήνες πριν από τον τοκετό. Τότε, οι γιατροί τούς είχαν πει ότι η Αφροδίτη δεν πάσχει από κάποια ασθένεια, αλλά ότι είναι έγκυος.
Η γιαγιά φαίνεται ότι ομολόγησε τελικά το έγκλημά της, λέγοντας για το μωρό ότι «έπεσε και το έκοψα, κύριε Εισαγγελέα μου», με αποτέλεσμα να δικαστεί και να οδηγηθεί στη φυλακή.