Μία από τις μέρες της πασχαλινής περιόδου, κατά την οποία έχουν καταγραφεί πολλά και διάφορα έθιμα, είναι το Σάββατο του Λαζάρου, η ανάσταση του οποίου θεωρείται άλλωστε «η πρώτη Λαμπρή».
Τα κάλαντα για το Σάββατο του Λαζάρου τραγουδιούνται πλέον σε ελάχιστες περιοχές της χώρας, ενώ παλιότερα ήταν από τα πιο ζωντανά έθιμα και έδιναν ιδιαίτερο τόνο στις μικρές κοινωνίες.
Ηταν αποκλειστικά σχεδόν γυναικεία και τα τραγουδούσαν κοπέλες διαφόρων ηλικιών, ακόμα και κορίτσια τις παντρειάς που ονομάζονταν «Λαζαρίνες». Την παραμονή της γιορτής, ξεχύνονταν στα χωράφια έξω από τα χωριά για να μαζέψουν λουλούδια που με αυτά θα στόλιζαν το καλαθάκι τους την άλλη μέρα ντυμένες με τοπικές ενδυμασίες. Γύριζαν από σπίτι σε σπίτι τραγουδώντας το Λάζαρο και εισέπρατταν μικρό φιλοδώρημα, χρήματα, αυγά, φρούτα ή άλλα φαγώσιμα.
Γράφεται ότι το έθιμο ξεκίνησε από τα Μέγαρα και χάθηκε στον χρόνο. Το σίγουρο είναι πως σε κάθε περιοχή της Ελλάδας που ακόμη συνεχίζεται το έθιμο, οι στίχοι είναι διαφορετικοί.
Το έθιμο στην Κρήτη
Στην Κρήτη, τα κάλαντα συνοδεύονταν πάντα από ένα ξύλινο ή καλαμένιο σταυρό που είχε στολιστεί με λουλούδια από τις γλάστρες των σπιτιών μας και αγριολούλουδα, κυρίως μαχαιρίδες.
Ένα παιδί κρατούσε τον σταυρό και τα υπόλοιπα τραγουδούσαν τα κάλαντα, ενώ σ’ ένα καλάθι συνήθιζαν να μαζεύουν αυγά ή κρατούσαν ένα δοχείο για να τους δίνουν λίγο λάδι. Σήμερα βέβαια οι άνθρωποι δίνουν στα παιδιά χρήματα ή άλλα τινά για το καλό.
Τα κάλαντα του Λαζάρου
Ήρθε ο Λάζαρος, ήρθαν τα Βάγια,
ήρθε των Βαγιών η εβδομάδα.
Ξύπνα Λάζαρε και μην κοιμάσαι,
ήρθε η μέρα σου και η χαρά σου.
Πού ήσουν Λάζαρε; Πού ήσουν κρυμμένος;
Κάτω στους νεκρούς, σαν πεθαμένος.
Δε μου φέρνετε, λίγο νεράκι,
που ‘ν’ το στόμα μου πικρό φαρμάκι.
Δε μου φέρνετε λίγο λεμόνι,
Που ‘ν’ το στόμα μου, σαν περιβόλι.
Ήρθε ο Λάζαρος, ήρθαν τα Βάγια,
ήρθε η Κυριακή που τρων’ τα ψάρια.
Σήκω Λάζαρε και μην κοιμάσαι,
ήρθε η μάνα σου από την πόλη,
σου ’φέρε χαρτί και κομπολόι.
Γράψε Θόδωρε και συ Δημήτρη,
γράψε Λεμονιά και Κυπαρίσσι.
Το κοφνάκι μου θέλει αυγά,
κι η τσεπούλα μου θέλει λεφτά.
Βάγια, Βάγια και Βαγιώ.
τρώνε ψάρι και κολιό.
Και την άλλη Κυριακή,
τρώνε το ψητό τ’ αρνί.