Παράλληλα, ζητείται η κατ’ απόλυτη προτεραιότητα εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο.
Συγκεκριμένα, αναφέρεται:
“Αφού λάβαμε υπόψη την εξαιρετική σοβαρότητα της πρόσφατης υπόθεσης κακουργηματικής ενδοοικογενειακής βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης από τον Α. Λ., η οποία εκδηλώθηκε σε βάρος της συζύγου του Σ..Π., ως ακραία έκφραση της συνεχώς αυξανόμενης ενδοοικογενειακής βίας, που μαστίζει την κοινωνία, αλλά και τον κίνδυνο που εξακολουθεί να αντιμετωπίζει το θύμα εν όψει των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της πιο πάνω πράξης, διατάσσουμε, κατ’ εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 32 εδ. γ ΚΠΔ: α) την κατ’ απόλυτη προτεραιότητα διεξαγωγή της συναφούς κυρίας ανάκρισης, που διενεργείται ήδη δυνάμει παραγγελίας του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, στην οποία προσδιορίζεται λεπτομερώς η διωκόμενη πράξη, χωρίς να παραβλεφθεί η ανάγκη, όπως είναι αυτονόητο, της πληρότητας της έρευνας και της συλλογής απαιτούμενων αποδεικτικών στοιχείων και β) την κατ’ απόλυτη προτεραιότητα, ομοίως, εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο“.
Ο κ. Λύτρας αφέρθηκε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους μετά την απολογία του. Αντιμετωπίζει την κακουργηματική κατηγορία της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης, για την κακοποίηση της συζύγου του.
Η Πρόεδρος και η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζήτησαν χθες την πειθαρχική έρευνα για την ανακρίτρια και τον εισαγγελέα που γνωμοδότησε. Ο λόγος είναι γιατί πρόκειται για ένα βαρύ κακούργημα, που ομολόγησε ο δράστης. Βάσει του ιστορικού ενδοοικογενειακής βίας που υπάρχει, οι ανώτατοι δικαστικοί λειοτυργοί θεωρούν ότι είναι ύποπτος τέλεσης νέων εγκλημάτων και σημειώνουν με νόημα ότι δεν μπορεί να υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά στις δικαστικές κρίσεις. Υπονοώντας ότι αν δεν ήταν αναγνωρίσιμο πρόσωπο και ποινικολογός, η απόφαση θα ήταν προφυλάκιση.
Αντίθετα το σκεπτικό της απόφασης της ανακρίτριας και εισαγγελέα να αφήσουν ελεύθερο τον Απόστολο Λύτρα είναι το εξής: Ανακρίτρια και εισαγγελεάς αποφάσισαν ότι πληροί τις δυο τυπικές προϋποθέσεις του νόμου για να μην προφυλακιστεί: Δεν είναι ύποπτος φυγής, δεν είναι ύποπτος τέλεσης νέων αξιόποινων πράξεων, ομολόγησε το έγκλημα, ζήτησε ψυχολογική υποστήριξη, το ίδιο το θυμα στην ανακρίτρια μίλησε για μεμονωμένο περιστατικό ενδοοικογενειακής βίας και η πρώην σύζυγος ανακάλεσε την προηγούμενη καταγγελία της για εξύβριση.
“Ούρλιαζα βοήθεια και τον παρακαλούσα να σταματήσει, ενώ το πρόσωπό μου ήταν γεμάτο αίματα και τα κατάπινα και ένιωθα ότι πνίγομαι. Με οδήγησε στο σπίτι. Εγώ όταν μπήκα μέσα με όσες δυνάμεις είχα γιατί ζαλιζόμουν πολύ και ήμουν πολύ χτυπημένη του είπα ότι πάω να πλυθώ. Όταν ανέβηκα στο δωμάτιο προκειμένου να πάρω το κουμπί πανικού που είναι συνδεδεμένο με τον συναγερμό και χτυπάει κατευθείαν στην αστυνομία με πρόλαβε και το πήρε αυτός και συνέχιζε να κρατάει το κινητό μου” είπε στην κατάθεσή της η σύζυγος του κ. Λύτρα.
“Μπήκαμε μαζί στην είσοδο της Ευρωκλινικής. Είπα ότι θέλω να με δει γιατρός στα επείγοντα επειδή έχω χτυπήσει στο κεφάλι. Με πήρε κατευθείαν ο γιατρός στο εξεταστήριο μόνη μου και δεν επέτρεψε στον σύζυγό μου να μπει. Μαζί ήρθε και μια νοσοκόμα. Μόλις με πλησίασε η νοσοκόμα της είπα αμέσως ότι με έχει χτυπήσει ο άνδρας μου. Ότι φοβάμαι και τον ίδιο και το είπα και στον γιατρό. Μου είπαν ότι θα ειδοποιήσουν την αστυνομία… Όπως πράγματι και έγινε. Τον Οκτώβρη του είχα ζητήσει να χωρίσουμε αλλά δεν ήταν βίαιος παρότι ήταν δύσκολος ως χαρακτήρας” πρόσθεσε.
“Ομολόγησα την πράξη μου, πραγματικά ζητάω συγγνώμη γι’ αυτό το οποίο συνέβη στην σύζυγό μου, την οποία πραγματικά υπεραγαπάω και από τις τρεις κόρες μου” είπε ο ποινικολόγος στις δηλώσεις του αφού απολογήθηκε.
“Δυστυχώς βρέθηκα σε μία κατάσταση που έγινε αυτό το περιστατικό και εγώ ακόμα δεν μπορώ να δώσω εξηγήσεις. Δεν έχω υπάρξει ποτέ στη ζωή μου βίαιος, θα κοιτάξω να θεραπευτώ, να ζητήσω βοήθεια γιατί πραγματικά το λέω, έχω χτίσει μία καριέρα και μία οικογένεια με πάρα πολύ κόπο και από εμένα και από τη σύζυγό μου. Θα αναζητήσω τις ψυχολογικές αιτίες του περιστατικού, δεν είναι κάτι για το οποίο μπορώ να συγχωρέσω τον εαυτό μου” πρόσθεσε.
“Το θύμα είχε τη δυνατότητα να κάνει όλες τις σωστές κινήσεις. Όταν κινδυνεύουμε το πρώτο είναι να πάμε σε μια κλινική να εκτιμηθούν τα τραύματα. Ο συνάδελφος ήταν εξαιρετικός. Ήταν πολύ επιμελείς γιατί περιέγραψε με ορθό τρόπο τα τραύματα και όχι επιφανειακά. Έκανε απεικονιστικές εξετάσεις για να δει εσωτερικά τι υπάρχει και πράγματι αναδείχθηκαν και κατάγματα. Και ορθώς στη συνέχεια οδηγήθηκε το θύμα σε ιατροδικαστή, ο οποίος είναι ο ειδικός γιατρός που δεν μας λέει αν έχουμε μια εκχύμωση, αλλά μας λέει το μέγεθος, το σχήμα και άλλα χαρακτηριστικά που μπορούν να μας πουν με ασφάλεια από τι έγινε, πότε έγινε και γενικά να δώσει ξεκάθαρες απαντήσεις για τη δικαιοσύνη. Έτσι και αποκαλύφθηκε το περιστατικό παρά την αρχική άρνηση του θύματος. Για εμάς κάτι τέτοιο, το να μην αποκαλύπτουν τα θύματα τι έχει συμβεί, είναι αναμενόμενο” τόνισε στην εκπομπή “Συνδέσεις” ο πρόεδρος της Ιατροδικαστικής Εταιρείας, Γρηγόρης Λέων.
Το χρονικό της υπόθεσης
Το βράδυ της Κυριακής, σύμφωνα με πληροφορίες, η ανακρίτρια επισκέφθηκε την 37χρονη στο σπίτι και της πήρε κατάθεση, όπου η γυναίκα φέρεται να περιέγραψε τον ξυλοδαρμό της από τον άντρα της. Ως μάρτυρες υπεράσπισης του κατηγορουμένου κατέθεσαν η πρώην σύζυγος, η μεγάλη κόρη του και ο κουμπάρος τους και δικηγόρος.
Υπενθυμίζεται ότι αρχικά ο Απόστολος Λύτρας είχε προβεί στον ισχυρισμό ότι η γυναίκα του τραυματίστηκε άσχημα όταν έπεσε από τις σκάλες του σπιτιού τους.
Η γυναίκα δεν είχε υποβάλλει μήνυση σε βάρος του. Σύμφωνα με πληροφορίες από το αστυνομικό ρεπορτάζ, η γυναίκα φέρεται να έγνεψε καταφατικά όταν ο γιατρός τη ρώτησε αν τη χτύπησε ο άντρας της. Επίσης, πάλι κατά το αστυνομικό ρεπορτάζ, οι αστυνομικοί όταν έμειναν μόνοι με τη γυναίκα στο δωμάτιο του νοσοκομείου, τη ρώτησαν αν επιθυμεί την τοποθέτηση panic button στο κινητό της και φέρεται να απάντησε θετικά.
Ο ρόλος του γιατρού ήταν καταλυτικός καθώς κατήγγειλε την υπόθεση στην αστυνομία. Από 1η Μαίου οπότε και ισχύουν οι τελευταίες αλλαγές στον ποινικό κώδικα από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, ο γιατρός και όλοι οι επαγγελματίες υγείας υποχρεούνται εκ του νόμου να καταγγέλουν τέτοια περιστατικά στις αρχές, χωρίς να φοβούνται τυχόν συνέπειες, καθώς έχει θεσπιστεί το ακαταδίωκτο από τους δράστες. Δεν μπορεί κανείς να τους μηνύσει ή να τους κάνει αγωγή.
Η σύλληψη έγινε στο πλαίσιο εφαρμογής ειδικής διάταξης του υπουργού Δικαιοσύνης, Γιώργου Φλωρίδη, που αντικατέστησε το άρθρο 23 του Νόμου 3500/2006 «περί ενδοοικογενειακής βίας» και ψηφίστηκε τον περασμένο Φεβρουάριο μαζί με τις τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα.