Η συγγραφέας Αφροδίτη Φραγκιαδουλάκη επανέρχεται με ένα πολυεπίπεδο μυθιστόρημα, “Το πορτραίτο
Η συγγραφέας Αφροδίτη Φραγκιαδουλάκη

Τα βουλεβάρτα του Παρισιού, ένα τρομοκρατικό χτύπημα, ένα χωριό στην Κρήτη, η Κατοχή και η προσφυγιά μπαίνουν… στο κάδρο  ενός Πορτραίτου που  “φιλοτέχνησε“ με χρώματα, μνήμες και αρώματα η συγγραφέας Αφροδίτη Φραγκιαδουλάκη.

Μετά “Το ραντεβού“ και την “Κερασία“, η συγγραφέας επανέρχεται με ένα πολυεπίπεδο μυθιστόρημα,  “Το πορτραίτο”, που   είναι ένα αμάγαλμα  κρητικής και γαλλικής κουλτούρας.

Κοινό σημείο για τους  ήρωές του,  όπως το αντικρύζουν στο προαύλιο της Νοτρ Νταμ, είναι ο  ανεκπλήρωτος  έρωτας,  ή αλλιώς ο έρωτας  για τη χαμένη πατρίδα“.

Η κλωστή -υπογραμμίζει η συγγραφέας μιλώντας στην ‘’Π- στο λησμονημένο αδράχτι ξετυλίγεται με ένα τρομοκρατικό χτύπημα που φέρνει κοντά δυο ανθρώπους με κοινές ρίζες και γλώσσα «δυσεπίλυτα μπλεγμένη στο dna» τους, με κοινή εν τέλει μοίρα.

Να ανακαλύψουν τον τόπο των γονιών τους. Να νιώσουν ό,τι κληρονόμησαν.

Σημαντικό ρόλο σ’ αυτό το βιβλίο έχουν οι αναμνήσεις του πατέρα της συγγραφέως, μαζί με εξίσου σημαντικές αναμνήσεις που ανέσυρε από το δικό της μπαούλο της μνήμης.  Δεν  είναι τυχαίο εξάλλου ότι η  φωτογραφία της γυναίκας που κοσμεί το εξώφυλλο είναι η φωτογραφία της γιαγιάς της και το μωρό που κρατά στα χέρια της είναι ο  πατέρας της που ξενιτεύτηκε σε άλλα μέρη της Ελλάδας.

“Μαζί του κι εμείς”, τονίζει η κ.Φραγκιαδουλάκη βιώσαμε την παράδοξη κατάσταση να είμαστε από την Κρήτη χωρίς στην ουσία να γνωρίζουμε τι είναι η Κρήτη. Επιθυμώντας να επικοινωνήσει κυρίως τα συναισθήματά του, μου εμπιστεύτηκε τις αναμνήσεις του καθώς και πολλές σημειώσεις από την παιδική του ηλικία.

Πάνω τους έχτισα το οικοδόμημά μου“. Άλλωστε στο “Πορτραίτο“ υπάρχει πάντα το  χρέος της νοσταλγίας. “Γιατί όπου κι αν πας, ό,τι κι αν κάνεις, όποιος κι αν γίνεις, η νοσταλγία πάντα επιβιώνει“ αναφέρει η  συγγραφέας η οποία    γνωρίζει μέσω του ήρωά της  ότι  “η ψυχή ξεκινά το ταξίδι της αναλφάβητη.

Με κάθε ανάγνωση όμως  μαθαίνει“.

 

“Οι ήρωές μου ζουν και αναπνέουν για την πατρίδα τους”

-Ποιοι ήρωες και θέματα μπαίνουν στο κάδρο… του Πορτραίτου, που είναι και ο τίτλος του τελευταίου σας βιβλίου;

Το βιβλίο είναι πολυεπίπεδο. Με τη συνδρομή μιας ευχάριστης και ζωντανής μυθοπλασίας μεταγγίζονται στον αναγνώστη πολύτιμες ιστορικές και λαογραφικές πληροφορίες όπως αυτές φτάνουν σε μας από προφορικές μαρτυρίες, οικογενειακές μνήμες και παραδόσεις.

Παράλληλα θίγονται θέματα που διαχρονικά απασχολούν την ανθρωπότητα: η βία, η τρομοκρατία, η μετανάστευση, οι ατέλειωτοι πόλεμοι που με τη σειρά τους γεννούν πείνα, δυστυχία και αθώα θύματα.

Το επιπλέον στοιχείο είναι μια ευαίσθητη παιδική οπτική που ζωντανεύει τα σπαρακτικά για τη χώρα μας χρόνια της Κατοχής και στρέφει το βλέμμα σε επίκαιρα δεινά ανά τον κόσμο.

Δείτε τι γίνεται στη Συρία, στις θάλασσες της Μεσογείου, στους στρατώνες ανθρώπινων ψυχών και σωμάτων κι αναλογιστείτε αν ένας μυθιστοριογράφος έχει την πολυτέλεια να μένει αμέτοχος των καιρών του.

Οι ήρωες μου ζουν και αναπνέουν για την πατρίδα τους, την κουβαλούν στις αποσκευές τους. Ταυτόχρονα ασφυκτιούν, αμφιβάλλουν, αναζητούν τον εαυτό τους και την αλήθεια τους, άλλοτε επενδύουν στη φυγή κι άλλοτε δραπετεύουν μέσα τους. Διεκδικούν τον χώρο τους στα πλαίσια της ιστορίας.

Μα η ιστορία έχει διαφορετική γνώμη. Όπως αναγράφεται στο οπισθόφυλλο, κανένας τόπος και κανένας πόλεμος δε μπορεί να σβήσει την ανάγκη για ό,τι αγάπησαν από την καρδιά τους. Καμία βόμβα λησμονιάς ή κακουχίας δε μπορεί να τους κάνει να ξεχάσουν.

-Πώς ενώνονται τα βουλεβάρτα του Παρισιού, ένα τρομοκρατικό χτύπημα, ένα χωριό στην Κρήτη, η Κατοχή και η προσφυγιά;

Το πορτραίτο είναι ένα συνονθύλευμα κρητικής και γαλλικής κουλτούρας. Δεν πρόκειται αποκλειστικά για ένα βιωματικό μυθιστόρημα που μιλά για την καταγωγή, εμάς και τους άλλους, τις διαδρομές μας, το παρελθόν, την επιβίωση, τα πλήγματα. Η ιδιαιτερότητά του είναι αυτό το μείγμα από μνήμες οικείες σε όλους μας με μια σύγχρονη και ατμοσφαιρική πλοκή.

Δε γινόταν να παραμείνει στην Κρήτη. Ταξιδεύει και μαζί του ταξιδεύουμε κι εμείς. Γνωρίζουμε. Γοητευόμαστε. Νοσταλγούμε. Το κοινό σημείο, το «σημείο μηδέν», όπως το αντικρίζουν οι ήρωες στο προαύλιο της Νοτρ Νταμ, είναι ο ανεκπλήρωτος έρωτας, ή αλλιώς ο έρωτας για τη χαμένη πατρίδα. Τα μικρά, ξεχασμένα χωριά της κρητικής υπαίθρου συνομιλούν με τους μεγαλόπρεπους κήπους του Παρισιού και συνθέτουν μια πανάρχαια ιστορία νοσταλγίας κι αγάπης.

Η κλωστή στο λησμονημένο αδράχτι ξετυλίγεται με ένα τρομοκρατικό χτύπημα που φέρνει κοντά δυο ανθρώπους με κοινές ρίζες και γλώσσα «δυσεπίλυτα μπλεγμένη στο dna» τους, με κοινή εν τέλει μοίρα. Να ανακαλύψουν τον τόπο των γονιών τους. Να νιώσουν ό,τι κληρονόμησαν. Να πολεμήσουν με τις αντιξοότητες. Να βρουν το κουβάρι από λόγια και γεγονότα που ως νοητός μίτος της Αριάδνης θα τους φέρει πίσω. Στην άγνωστη πατρίδα τους.

-Ποια φράση ενός ήρωά σας έχει ιδιαίτερη αξία για σας;

– Ο Γάλλος ηλικιωμένος γλύπτης με το παρουσιαστικό ενός σεβάσμιου Βίκτωρος Ουγκώ, που λειτουργεί ως η φωνή της συνείδησης του κεντρικού ήρωα, αναφέρει κάπου: «κάθε γραφή χρειάζεται αμέτρητες αναγνώσεις. Προσπέρασε την πρώτη. Προχώρησε στη δεύτερη και συνέχισε να διαβάζεις. Η ψυχή ξεκινά το ταξίδι της αναλφάβητη. Με κάθε ανάγνωση μαθαίνει».

Οι άνθρωποι δεν ξεχνούν ό,τι τους έχει σημαδέψει, δεν παύουν ποτέ ωστόσο να προσπαθούν να «σβήσουν» ώστε να γράψουν από την αρχή τη ζωή τους.

 

“Όπου κι αν πας, ό,τι κι αν γίνεις, η νοσταλγία πάντα επιβιώνει”

– Αφιερώνετε το βιβλίο στον πατέρα σας επισημαίνοντας ότι οι αναμνήσεις του αποτελούν τον βασικό κορμό κι εκεί επάνω φύτρωσαν φρέσκα κλαδιά και αφηγήσεις. Ποια είναι η μαγιά που σας έδωσε ο πατέρας σας;

Ο πατέρας μου γεννήθηκε πριν ογδόντα περίπου χρόνια σε ένα χωριό της Κρήτης. Ορφάνεψε παιδί. Η φωτογραφία της γυναίκας που κοσμεί το εξώφυλλο είναι η φωτογραφία της μητέρας του και το μωρό που κρατά στα χέρια της είναι ο ίδιος. Ξενιτεύτηκε σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Μαζί του κι εμείς, βιώσαμε την παράδοξη κατάσταση να είμαστε από την Κρήτη χωρίς στην ουσία να γνωρίζουμε τι είναι η Κρήτη.

Επιθυμώντας να επικοινωνήσει κυρίως τα συναισθήματά του, μου εμπιστεύτηκε τις αναμνήσεις του καθώς και πολλές σημειώσεις από την παιδική του ηλικία. Πάνω τους έχτισα το οικοδόμημά μου. Ένας όγκος πληροφοριών που έπρεπε να τιθασευτούν και να πλαισιωθούν με μια μυθοπλασία, ώστε να δημιουργηθεί πλοκή με συνοχή και ρέοντα λόγο. Δεν ήταν εύκολο αλλά ούτε ακατόρθωτο. Το αποτέλεσμα είναι πια στην κρίση του αναγνώστη.

Οι πρώτες κριτικές είναι συγκινητικές. Και στην πλειοψηφία τους εστιάζουν στο συγκεκριμένο σημείο που συνιστά την ειδοποιό διαφορά. Είναι η αναπάντεχη αίσθηση που αποκομίζεις διαβάζοντας το βιβλίο: ότι ακούς πράγματα που ήδη υπάρχουν στο μυαλό σου, ρευστά, μισοξεχασμένα, θολά, μα πάντα εκεί, παραμύθια που μας έλεγαν οι παππούδες κι οι γιαγιάδες μας, ιστορίες που είναι βαθιά ριζωμένες στην ψυχή μας, όπως η αγάπη των γονιών μας.

– Τι βάλατε στο βιβλίο από το δικό σας μπαούλο;

Το δικό μου μπαούλο περιλαμβάνει εξίσου δυνατές αναμνήσεις. Το πορτραίτο της νεαρής «γιαγιάς» μας που μας ακολουθούσε παντού αδιαμαρτύρητα και μας πρόσεχε με το τρυφερό της βλέμμα είναι ο συνδετικός κρίκος της ιστορίας. Στο βιβλίο αυτό, εκτός από την Κρήτη του πατέρα μου, θα γνωρίσετε τη δική μου Κρήτη.

Όπως την έζησα τα καλοκαίρια των διακοπών κι όπως τη ζουν όλα τα παιδιά που μεγαλώνουν σε μια οικογένεια που ουσιαστικά ποτέ δεν έχει «φύγει» από το χωριό της, τα παιδιά που έρχονται αντιμέτωπα με τον μεγαλύτερο έρωτα, την αγάπη των γονιών τους για τον τόπο τους και αισθάνονται πως έχουν να εκπληρώσουν ένα δυσανάλογο για τις πλάτες τους χρέος. Το χρέος της νοσταλγίας. Γιατί όπου κι αν πας, ό,τι κι αν κάνεις, όποιος κι αν γίνεις, η νοσταλγία πάντα επιβιώνει.

– Πότε καταλάβατε ότι το… έχετε με τη συγγραφή;

Από μικρή έγραφα πεζά και ποιήματα, για τα οποία καμάρωνε ιδιαιτέρως ο πατέρας μου, ο μεγαλύτερος θαυμαστής μου. Το να γράψεις όμως ένα μυθιστόρημα είναι μια εντελώς διαφορετική ιστορία. Δεν αρκεί η ευχέρεια λόγου. Χρειάζεται εκτός από φαντασία, μια ειδική αντίληψη, μια ξεχωριστή λογική στην οργάνωση του χρόνου και του κειμένου που ή την έχεις ή δεν την έχεις. Απαιτείται ενσυναίσθηση. Όταν συνέλαβα εν μια νυκτί την ιδέα για το πρώτο μου βιβλίο, «Το ραντεβού», ένα ψυχογραφικό μυθιστόρημα εμπνευσμένο από ένα έργο τέχνης, έναν πίνακα του Αυστριακού εικαστικού Έγκον Σίλε, και ξεκίνησα τη συγγραφή, συνειδητοποίησα ότι μπορώ να το κάνω. Και το έκανα.

– Οι σπουδές σας στην Ιστορία-Αρχαιολογία σας έχουν βοηθήσει;

Οι σπουδές λειτουργούν ως ένα γενικότερο πλαίσιο καλλιέργειας και τριβής με διάφορα γνωστικά αντικείμενα που ωφελούν όταν συντρέχουν κι οι υπόλοιπες προϋποθέσεις για να δημιουργήσεις αυθύπαρκτα έργα.

 

“Το γυαλί της οθόνης δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη μαγεία των τυπωμένων σελίδων”

-Είστε ενεργή στο διαδίκτυο. Διηγήματά σας έχουν δημοσιευτεί στον ηλεκτρονικό τύπο, ενώ διατηρείτε ένα δημοφιλές μπλογκ τέχνης. Πιστεύετε ότι αυτό είναι το μέλλον;

Το διαδίκτυο είναι το παρόν και προφανώς το μέλλον. Μια πραγματικότητα που κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει. Ερχόμαστε αντιμέτωποι καθημερινά με έναν κυκεώνα πληροφοριών και εικόνων. Κατά τη γνώμη μου οφείλουμε να ξεπεράσουμε το αρχικό σάστισμα και να επιλέξουμε εκείνο που μας ταιριάζει και προάγει το πνεύμα μας. Να διαχωρίσουμε τα τιμαλφή από τα επουσιώδη. Και να το χρησιμοποιήσουμε με τέτοιο τρόπο ώστε να επωφεληθούμε από τα αδιαμφισβήτητα καλά του.

– Ποια η διαφορά του να βλέπει ένας συγγραφέας τυπωμένο το βιβλίο του από τη διαδικτυακή δημοσίευση;

Για μας που δεν είμαστε πια στην πρώτη νιότη, το γυαλί μιας οθόνης δε μπορεί να αντικαταστήσει το χαρτί, το άρωμά του, τη μαγεία των τυπωμένων σελίδων. Όταν βλέπεις το βιβλίο σου σε μια βιτρίνα βιβλιοπωλείου, στο ράφι μιας βιβλιοθήκης, στα χέρια ενός αναγνώστη που θα σου κάνει την τιμή να στείλει φωτογραφία του, η συγκίνηση είναι απερίγραπτη και η χαρά επίσης. Όλα αυτά δεν τα αλλάζει ένας συγγραφέας με τίποτα στον κόσμο. Είναι η κυριότερη ανταμοιβή του.

-Τι βιβλία διαβάζετε;

Διαβάζω λογοτεχνικά βιβλία συναδέλφων αλλά και κλασικών συγγραφέων για να τους θυμηθώ ή να τους γνωρίσω από την αρχή. Προσπαθώ να βρίσκω χρόνο να το κάνω, όσο μου επιτρέπουν τουλάχιστον οι ρυθμοί της ζωής. Μου αρέσει επίσης η ποίηση, Έλληνες και ξένοι ποιητές. Μια ενασχόληση που αγαπώ είναι η μετάφραση και αρκετά μεταφρασμένα ποιήματα ή αποσπάσματα έχουν δημοσιευτεί σε λογοτεχνικές σελίδες του διαδικτύου και στο προσωπικό μου ιστολόγιο. Ποίηση του Ρεμπώ και του Πρεβέρ σε δική μου μετάφραση θα εντοπίσετε και στο Πορτραίτο.

– Ποιος είναι ο πρώτος που διαβάζει τα βιβλία σας;

Καλοί φίλοι που τους έχω απεριόριστη εμπιστοσύνη και μέλη της οικογένειάς μου. Πάντα βοηθάει η γνώμη τους γιατί είναι εκεί για μένα και μου προσφέρουν αμέριστα την υποστήριξή τους.

-Τι να περιμένουμε από εσάς στη συνέχεια;

Η συνέχεια είναι το στοίχημα ενός δημιουργού. Ξέρετε η διαδικασία έκδοσης ενός βιβλίου θυμίζει έντονα γέννα και συνήθως ακολουθεί μια περίοδος εσωτερικού “αδειάσματος”. Όμως αρκεί μια στιγμή, μια εικόνα, μια φράση κι όλα αρχίζουν να λειτουργούν ξέφρενα πάλι. Υπάρχει ήδη σχεδόν έτοιμη μια συλλογή διηγημάτων αλλά και κάτι ακόμη, μια πρόκληση που επιτρέψτέ μου να μην αποκαλύψω προς το παρόν. Θα είστε οι πρώτοι που θα το μάθετε.

 

 

Στις 22 Νοεμβρίου η παρουσίαση

“Ήθελα να προσκαλέσω εσάς και τους αναγνώστες σας στην πρώτη παρουσίαση του Πορτραίτου στην πόλη του Ηρακλείου. Θα γίνει την Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου στο Πολύκεντρο Νεολαίας στο Ανδρόγεω, στις 8  το βράδυ.

Για το βιβλίο θα μιλήσουν η Εύα Πετρουγάκη, φιλόλογος, συγγραφέας και πρόεδρος της λέσχης ανάγνωσης «Έντεχνος Λόγος», η Μάρα Παναγιωτάκη, φιλόλογος και ιστορικός και η Κάκια Ξύδη, εκδότρια-συγγραφέας. Στην απαγγελία θα είναι η Φωτεινή Φερετζάκη και στο τραγούδι ο Σωτήρης Αλεξάκης με την κιθάρα του.

Την εκδήλωση στηρίζει ο Πολιτιστικός Σύλλογος Αγίου Ιωάννου. Συμμετέχει ο Πολιτιστικός Σύλλογος Αρκαλοχωρίου με παραδοσιακό βραβευμένο κέρασμα και η τοπική επιχείρηση Διβινής με μια ευγενική χορηγία. Σας περιμένουμε”.