Είναι μια πολυβραβευμένη διευθύντρια ορχήστρας που διαπρέπει στη Γερμανία και είναι κρητικής καταγωγής.
Η Μαρία Μακράκη, πρεσβευτής του ελληνικού πολιτισμού στην Ευρώπη, από το 2007 είναι η καλλιτεχνική διευθύντρια της Ευρωπαϊκής Καμεράτας στο Βερολίνο, ενώ το καλλιτεχνικό της έργο επικεντρώνεται στη δημιουργία και εφαρμογή πρωτοποριακών διασυνοριακών προγραμμάτων που αναδεικνύουν τις ιδιαιτερότητες της σύγχρονης ευρωπαϊκής μουσικής.
Αν και γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, είναι κρητικής καταγωγής και αγαπά ιδιαίτερα το νησί μας. ”Τα εφηβικά μου χρόνια -τονίζει μιλώντας στην “Π”- “είναι γραμμένα ανεξίτηλα στη μνήμη μου και τα κουβαλώ πάντα ως παρακαταθήκη”.
Μέχρι πρότινος η εικόνα μιας γυναίκας στηδιεύθυνση μιας ορχήστρας δεν ήταν και τόσο συνηθισμένο φαινόμενο, αλλά στο πέρασμα του χρόνου έπεσε, όπως μαρτυρά η παρουσία τους, άλλο ένα ανδρικό οχυρό. ‘’Ήταν αναμενόμενο, μια και η μουσική και γενικότερα η τέχνη δεν έχει σχέση με το φύλο”αναφέρει η κ. Μακράκη, ενώ υπογραμμίζει ότι αυτό που οδήγησε την ίδια στο πόντιουμ ήταν η μεγάλη της εσωτερική ικανοποίηση να επικοινωνεί και να εκφράζει τη μουσική της αντίληψη μέσω της διεύθυνσης ορχήστρας.
Αυτό όμως που είναι σίγουρο είναι ότι μια γυναίκα διευθύντρια ορχήστρας έχει περισσότερες δυνατότητες να κάνει καριέρα στο εξωτερικό και ειδικά στον γερμανόφωνο χώρο.
‘’Είχα την ιδιαίτερη τύχη να συγκαταλέγομαι μετά από βράβευση στο γερμανικό φόρουμ διευθυντών ορχήστρας Deutscher Musikrat-Dirigntenforum, όπου μπόρεσα να συμπράξω με επίλεκτες ορχήστρες όπως η Ραδιοφωνία του Μονάχου, της Φρανκφούρτης, της Κολωνίας, της Στουτγκάρδης, του Βερολίνου” επισημαίνει χαρακτηριστικά.
Δεν είναι λίγοι οι διευθυντές ορχήστρας που έχουν χαρακτηριστεί από “δικτάτορες” όσον αφορά στην σχέση τους με τους μουσικούς τους. Τελικά είναι χημεία είναι επιβολή ή κάτι ανάμεσα;
“Χημεία αναμφίβολα” απαντά η κ. Μακράκη και τονίζει ότι η “επιβολή, για την ακρίβεια η αποδοχή μιας κεντρικής ιδέας πρέπει να έρθει με φυσικό εκφραστικό τρόπο ως αποτέλεσμα μιας πνευματικής διεργασίας που απαρτίζεται από το να δίνεις και να παίρνεις”.
Ακόμα η κ. Μακράκη, που είναι διδάκτορας διεύθυνσης ορχήστρας στο τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστήμιου Μακεδονίας της Θεσσαλονίκης, δηλώνει στην “Π” ότι χαίρεται ιδιαιτερα για τη δημιουργία του Πολιτιστικού Κέντρου Ηρακλείου, που μπορεί να αποτελέσει μια κοιτίδα καλλιτεχνικής φιλοξενίας και ανταλλαγής των τεχνών.
“Η Γερμανία με υποστήριξε χωρίς προκαταλήψεις και μου έδωσε πολλές ευκαιρίες”
-Μέχρι πρότινος η εικόνα μιας γυναίκας στη διεύθυνση μιας ορχήστρας δεν ήταν και τόσο συνηθισμένο φαινόμενο. Έσπασε τελικά άλλο ένα ανδρικό οχυρό;
-Ναι, φυσικά! Ήταν αναμενόμενο, μια και η μουσική και γενικότερα η τέχνη δεν έχει σχέση με το φύλο.
-Τι ήταν αυτό που οδήγησε εσάς στο πόντιουμ;
-Η μεγάλη μου εσωτερική ικανοποίηση να επικοινωνώ και να εκφράζω τη μουσική μου αντίληψη μέσω της διεύθυνσης ορχήστρας.
-Οι Ελληνίδες αρχιμουσικοί πρέπει να ξενιτευτούν για να κάνουν καριέρα όπως εσείς ή μπορούν να δημιουργήσουν και στην Ελλάδα;
-Οπωσδήποτε οι δυνατότητες που υπάρχουν στο εξωτερικό και ειδικά στον γερμανόφωνο χώρο είναι πολύ περισσότερες σε σχέση με την Ελλάδα. Είχα την ιδιαίτερη τύχη να συγκαταλέγομαι μετά από βράβευση στο γερμανικό φόρουμ διευθυντών ορχήστρας Deutscher Musikrat-Dirigntenforum, όπου μπόρεσα να συμπράξω με επίλεκτες ορχήστρες, όπως η Ραδιοφωνία του Μονάχου, της Φρανκφούρτης, της Κολωνίας, της Στουτγκάρδης, του Βερολίνου.
-Ποια ήταν η αντιμετώπιση των Γερμανών όταν πρωτοεμφανιστήκατε στη χώρα τους;
-Η Γερμανία ήταν η χώρα που με υποστήριξε χωρίς προκαταλήψεις και μου έδωσε πολλές ευκαιρίες να ξεδιπλώσω τις καλλιτεχνικές μου αναζητήσεις. Όμως όλα αυτά με σκληρή δουλειά και προσήλωση στον στόχο.
-Είχατε να αντιμετωπίσετε μια διαφορετική διάθεση και συμπεριφορά στα χρόνια της κρίσης;
-Σε όλα τα επαγγέλματα και τομείς υπήρξε κριτική στάση. Δεν άφηνα όμως να επηρεάσει η κρίση τον τρόπο προσέγγισής μου με την ορχήστρα. Επικεντρώνεται κανείς στον πυρήνα του αντικειμένου και όλα τα άλλα φαντάζουν ασήμαντα.
-Η συγγραφέας και δημοσιογράφος Έλενα Ματθαιοπούλου που έχει γράψει το βιβλίο “Maestro”, με συνεντεύξεις και στοιχεία από τη ζωή των μεγάλων αρχιμουσικών της περιοχής μας, τονίζει ότι οι γυναίκες δεν διαθέτουν την απαιτούμενη φυσική αντοχή. Ποια είναι η άποψή σας;
-Νομίζω ότι δε θα συμφωνήσω. Φυσικά και πρέπει να έχει κανείς μια καλή φυσική κατάσταση και γενικότερα αντοχές. Όπως και στον αθλητισμό, οι γυναίκες δεν υστερούν. Εξάλλου το πώς ερμηνεύει κανείς ένα έργο μορφολογικά, δομικά, πλαστικά, έχοντας μια ξεκάθαρη άποψη, την οποία πρέπει να διοχετεύσει με διεισδυτικότητα, αγάπη και αύρα στους μουσικούς της ορχήστρας είναι ένα μείγμα δεξιοτήτων εγκεφαλικό, ψυχολογικό, πνευματικό, περιγραφικό και κοινωνικό.
-Μπορεί εν τέλει το φύλο να λειτουργήσει θετικά από την άποψη ότι μπορεί μια γυναίκα μαεστρος να συγκεντώσει πάνω της περισσότερη δημοσιότητα και να γίνει γρηγορότερα γνωστή;
-Φυσικά και μπορεί. Είναι όμως καθοριστικός ο τρόπος προσέγγισης μέσω της επικοινωνίας και της χημείας που θα αναπτυχθεί μεταξύ της ορχήστρας, της μαέστρου και του κοινού. Είναι μια τριαδική σχέση που απαιτεί ισορροπίες.
Ποιες αρετές πρέπει να έχει ένας μουσικός για να διαπρέψει στη διεύθυνση μιας ορχήστρας, ανεξαρτήτως φύλου;
-Ευρύτερη γνώση του αντικειμένου, τεχνική αρτιότητα και κινητική εκφραστικότητα, ψυχολογικές και εγκεφαλικές δεξιότητες, οργάνωση και πειθαρχία, έμφυτη μουσικότητα ως μέσο έκφρασης, αυτοπεποίθηση, χάρισμα και αύρα, μεταξύ άλλων, πρότυπα του αντικειμένου μου.
«Η πολιτιστική διπλωματία είναι ένα ισχυρό όπλο»
-Πολλοί σπουδαίοι αρχιμουσικοί έχουν χαρακτηριστεί από ”έκκεντρικοί” έως ”δικτάτορες”. Η σχέση με τα μέλη της ορχήστρας είναι ”χημεία”, είναι επιβολή ή κάτι ανάμεσα;
-Χημεία, αναμφίβολα. Η επιβολή για την ακρίβεια η αποδοχή μιας κεντρικής ιδέας πρέπει να έρθει με φυσικό εκφραστικό τρόπο ως αποτέλεσμα μιας πνευματικής διεργασίας που απαρτίζεται από το να δίνεις και να παίρνεις.
-Υπάρχει κάποιος μαέστρος που σας εμπνέει και τον θαυμάζετε ιδιαίτερα;
-Ο Claudio Abbado με επηρέασε σημαντικά κατά τη διάρκεια των σπουδών μου στο Πανεπιστήμιο Καλών Τεχνών του Βερολίνου. Γενικότερα η σχολή του Karajan και ο Carlos Kleiber είναι για μένα αναμφίβολα μεταξύ άλλων πρότυπα του αντικειμένου μου.
-Μια σύνθεση έχει την ερμηνεία που δίνει ο διευθυντής της ορχήστρας, όπως ας πούμε ένας σκηνοθέτης έχει το δικό του όραμα σε σχέση με ένα έργο;
-Είναι ακριβώς έτσι. Ο διευθυντής ορχήστρας είναι υπεύθυνος για την ερμηνεία και τη γενικότερη δραματουργική παρουσίαση του έργου, η οποία όμως πρέπει να εναρμονίζεται με τις υποδείξεις του συνθέτη. Το ανάλογο είναι με τις σολιστικές εκτελέσεις στα επιμέρους όργανα.
– Η υιοθέτηση ενός ήχου από τους μουσικούς είναι μια εύκολη διαδικασία;
-Είναι μία ιδιάζουσα και ευαίσθητη διαδικασία, γιατί πρέπει να γίνει με τη σωστή προσέγγιση. Μην ξεχνάμε ότι οι μουσικοί που παράγουν τον ήχο είναι επαγγελματίες και έχουν ερμηνευτική άποψη στο επιμέρους όργανό τους. Δεν έχουν όμως τη συνολική εικόνα της παρτιτούρας, όπου οι γραμμές πρέπει να εναρμονίζονται κάθετα και οριζόντια έχοντας ένα μορφολογικό υπόβαθρο. Το τελικό ηχητικό και παραστατικό αποτέλεσμα είναι μια συναρπαστική και δημιουργική διαδικασία που όταν επιτευχθεί μπορεί να προσφέρει μοναδικές μαγικές ενωτικές στιγμές.
-Ένας κύριος στόχος του καλλιτεχνικού σας έργου έγκειται στην ανάπτυξη και εφαρμογή καινοτόμων ιδεών για τη σύγχρονη ευρωπαϊκή μουσική. Τι σημαίνει αυτό στην πράξη;
Κατά πρώτο λόγο, να συνδυάζονται οι τέχνες με τη μουσική σε μια ευρύτερη οπτική, με θέματα όπως π.χ. η μουσική συναντά την αρχιτεκτονική, σύγχρονη μουσική σε σχέση με τα νέα οπτικοακουστικά μέσα αλλά και αναθέσεις έργων σε σύγχρονους συνθέτες ερμηνεύοντας πρώτες παγκόσμιες εκτελέσεις μέσα σε καινοτόμους και πειραματικούς χώρους.
-Έχει βελτιωθεί η σχέση των Ελλήνων με την κλασική μουσική;
-Νομίζω πως ναι και ευελπιστώ στην περαιτέρω καλλιέργεια που θέλει μέριμνα σε κεντρικό επίπεδο πολιτικής στρατηγικής. Η πολιτιστική διπλωματία είναι ένα ισχυρό όπλο που θα πρέπει κανείς να εκμεταλλευτεί εις το έπακρον.
“Χαίρομαι ιδιαίτερα για το Πολιτιστικό Κέντρο στο Ηράκλειο”
-Στο Ηράκλειο δόθηκε πριν από λίγο διάστημα στο κοινό το Πολιτιστικό Κέντρο Ηρακλείου, που διαθέτει αίθουσες που μπορούν να φιλοξενήσουν σημαντικά κονσέρτα κ.λπ. με καλλιτεχνικό διευθυντή τον ο κ. Μύρωνα Μιχαηλίδη. Το έχετε υπόψην σας;
-Χαίρομαι ιδιαίτερα για τη δημιουργία του Πολιτιστικού Κέντρου Ηρακλείου, που μπορεί να αποτελέσει μια κοιτίδα καλλιτεχνικής φιλοξενίας και ανταλλαγής των τεχνών. Εύχομαι να υπάρξουν πολλές διαδράσεις με προγράμματα για την προώθηση νέων μουσικών και μια κινητικότητα καλλιτεχνών.
– Ως καλλιτεχνική διευθύντρια της Ευρωπαϊκής Καμεράτας στο Βερολίνο, ποιοι είναι κατά τη γνώμη σας οι νέοι ορίζοντες που ανοίγονται για την πόλη;
-Το Βερολίνο είναι μια πόλη με έντονους ρυθούς, που συγκεντρώνει πολλές κουλτούρες με ευρεία ανταλλαγή ιδεών και τεχνών. Η τέχνη θέλει πλουραλισμό και πόλεις σαν αυτή ενδείκνυνται για διασυνοριακά και πειραματικά προγράμματα, κάτι που ταιριάζει απόλυτα στο ύφος της Ευρωπαϊκής Καμεράτας της οποίας και ηγούμαι.
“Η επαφή με τις ρίζες μου στην Κρήτη είναι ζωτική ανάγκη”
-Αν και γεννηθήκατε στη Θεσσαλονίκη, η σχέση σας με την Κρήτη είναι έντονη. Μιλήστε μας γι’ αυτήν;
Την Κρήτη την αγαπώ ιδιαίτερα, μια και είναι το νησί καταγωγής μου. Τα εφηβικά μου χρόνια είναι γραμμένα ανεξίτηλα στη μνήμη μου και τα κουβαλώ πάντα ως παρακαταθήκη. Η αίσθηση του φωτός, της θάλασσας, των αρωμάτων και χρωμάτων με συναρπάζουν και μου προσφέρουν την απαραίτητη ενέργεια για να μπορώ να πραγματοποιώ τα όνειρά μου.
-Ποιός είναι ο τόπος καταγωγής σας στην Κρήτη;
Ηρακλειώτισσα!
-Ερχεστε συχνά;
Τουλάχιστον μια φορά τον χρόνο, το καλοκαίρι, επισκέπτομαι την Κρήτη. Η επαφή με τις ρίζες είναι ζωτική ανάγκη.
-Αν σας ζητούσε κάποιος ξένος να τον ξεναγήσετε στην Κρήτη, ποια μέρη και φαγητά θα του προτείνατε ώστε να έχει μια είκονα αυθεντική του νησιού;
-Όλη η Κρήτη, ειδικά η νότια, έχει απέραντες ομορφιές, μονοπάτια, καλντερίμια, ταβερνάκια και ατέλειωτες παραλίες. Απο πού να ξεκινήσω!