Η Κωνσταντίνα Μητσοτάκη, μια ταλαντούχα σεφ με αξιοσημείωτη πορεία στον κόσμο της γαστρονομίας, εργάζεται στην κουζίνα της Βουλής των Ελλήνων, κερδίζοντας τον σεβασμό των συναδέλφων και των πολιτικών.
Παρά το νεαρό της ηλικίας της, έχει καταφέρει να ξεχωρίσει σε έναν απαιτητικό και ανταγωνιστικό τομέα.
Το όνομά της έγινε ευρύτερα γνωστό λόγω του επωνύμου της, το οποίο συνδέεται με τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ωστόσο, η ίδια έχει ξεκαθαρίσει ότι η συγγένεια είναι μακρινή και δεν έχει καμία σχέση με την εργασία της στη Βουλή.
Όπως τονίζει: «Το καφέ και το εστιατόριο της Βουλής ανήκουν σε ιδιώτη, δεν έχω κάποια σύμβαση με τη Βουλή».
Η Κωνσταντίνα, σε συνέντευξή της στο Patris.gr, εξηγεί το ταξίδι της από τα μικρά εστιατόρια μέχρι την κουζίνα της Βουλής, υπογραμμίζοντας τη σημασία της σκληρής δουλειάς και της αφοσίωσης για την επιτυχία.
Από την Αστυνομία… στις σχολές μαγειρικής
Η Κωνσταντίνα μεγάλωσε στην Αθήνα, αν και αρχικά ήθελε να ακολουθήσει την καριέρα της αστυνομικού, η ζωή της πήρε διαφορετική τροπή όταν ο πατέρας της, την προέτρεψε να ασχοληθεί με τη μαγειρική. Έτσι, αποφάσισε να σπουδάσει μαγειρική στη σχολή Le Monde στην Αθήνα, ενώ παράλληλα εργαζόταν σε μικρά εστιατόρια και ως προσωπική σεφ σε σπίτια.
Για τη συζήτηση που είχε τότε με τον πατέρα της, λέει χαρακτηριστικά: «Αν και ήμουν αρνητική στην αρχή, ο μπαμπάς μου ήταν εκείνος που με παρότρυνε να σπουδάσω μαγειρική, τον ευχαριστώ μέχρι και σήμερα».
Η μεγάλη ευκαιρία ήρθε περίπου τρία χρόνια πριν, όταν επικοινώνησε με την υπεύθυνη του εστιατορίου της Βουλής, η οποία αναζητούσε εξωτερικό συνεργάτη για δύο εκδηλώσεις.
«Γνώριζα την υπεύθυνη του εστιατορίου της Βουλής, η οποία έψαχνε έναν εξωτερικό συνεργάτη για δύο εκδηλώσεις. Έκανα δοκιμαστικό και πήρα τη δουλειά. Όταν έφυγε ο σεφ, πέρασα ξανά από δοκιμαστικό και έτσι πήρα τη θέση στη Βουλή», δήλωσε η Κωνσταντίνα.
Ενώ για τα καυστικά σχόλια που έχει ακούσει κατά καιρούς απαντά: «Αν ήθελα να μεσολαβήσω κάποιο μέσο, δεν θα γινόμουν μάγειρας. Το μόνο μέσο που έχουμε εμείς, είναι οι συνάδελφοί μας. Στην αρχή με επηρέαζαν τα αρνητικά σχόλια, τώρα πλέον δεν ασχολούμαι. Κοιτάζω μόνο τη δουλειά μου και να είμαι καλά εγώ».
«Δεν με ενδιαφέρουν τα πολιτικά κόμματα, βλέπω όλους το ίδιο, σέβομαι τον καθένα ξεχωριστά ανεξαρτήτως τι κόμμα είναι» λέει στη συνέχεια.
Το μενού της Βουλής και η γαλλική φασολάδα
Στην κουζίνα της Βουλής υπάρχουν τέσσερις μάγειρες, οι οποίοι εργάζονται καθημερινά με βάρδιες και δημιουργούν γεύσεις, από όλες τις κουζίνες του κόσμου.
Σε ένα καθημερινό μενού, θα συναντήσεις: Ένα λαδερό, ένα όσπριο, μακαρόνια, ψάρι, μοσχάρι ή χοιρινό, 5-6 σαλάτες και μια ποικιλία από κρέατα σχάρας.
Ένα φαγητό που «εξαφανίζεται», όπως μας είπε η Κωνσταντίνα, είναι το κοτόπουλο tikka masala και η γαλλική φασολάδα με λουκάνικο και πανσέτα, η οποία είναι μια εντελώς διαφορετική εκδοχή από την παραδοσιακή ελληνική φασολάδα.
Όσον αφορά το μενού, η ίδια αναφέρει πως δεν υπάρχουν προτιμήσεις ή παραγγελίες από τους Βουλευτές, καθώς η ίδια φτιάχνει το μενού και τους παρέχουν ό,τι έχει το μενού.
Ιδιαίτερο σεβασμό δείχνει στους βουλευτές του κόμματος Νίκης, όπως εξηγεί η Κωνσταντίνα: «Κατανοώ τα πιστεύω τους και ειδικά κατά τις περιόδους μεγάλων νηστειών ή τις Τετάρτες και Παρασκευές, όταν νηστεύουν, πάντα φροντίζω να έχω στο μενού νηστίσιμα πιάτα ή χωρίς λάδι».
Ποια είναι η Κωνσταντίνα όταν δεν μαγειρεύει;
Η 29χρονη σεφ λατρεύει τα θαλασσινά, ενώ ένα από τα αγαπημένα της πιάτα είναι τα μακαρόνια με κιμά, όπως και σε πολλούς άλλους. Στον ελεύθερο χρόνο της, απολαμβάνει να αθλείται, να πηγαίνει θέατρο ή κινηματογράφο και να περνάει χρόνο με συγγενείς και φίλους. Παρά την κούραση από τη δουλειά της, προσπαθεί πάντα να βρίσκει χρόνο για να απολαμβάνει τις στιγμές με τα αγαπημένα της πρόσωπα.
Αγαπάει τα ταξίδια και τη διαδικασία ανακάλυψης νέων πιάτων και γεύσεων, πάντα με σεβασμό και χωρίς να κρίνει τη δουλειά των συναδέλφων της. Σε ένα από τα ταξίδια της στο εξωτερικό, επισκέφθηκε ένα εστιατόριο και, εντυπωσιασμένη από το πιάτο που επέλεξε, ζήτησε τη συνταγή από τον σεφ για να το φτιάξει και εκείνη.
Αν συνεργαζόταν με κάποιον σεφ που θαυμάζει, αυτός θα ήταν ο Βαγγέλης Δρίσκας, καθώς της αρέσει η διάθεση που έχει σαν μάγειρας μέσα από την εκπομπή του.
«Η μαγειρική είναι για όλους, ανεξαρτήτως φύλου»
Κατά τη διάρκεια της καριέρας της, η Κωνσταντίνα έχει κερδίσει τον σεβασμό των συναδέλφων της και έχει συνεργαστεί με σπουδαίους μάγειρες στον κόσμο της γαστρονομίας.
Συγκεκριμένα αναφέρει: «Από την αρχή της καριέρας μου μέχρι σήμερα, έχω συνεργαστεί με 100 άνδρες και 2 γυναίκες. Όλοι τους είναι υποστηρικτικοί, έχουμε πολύ καλές σχέσεις και είμαστε φίλοι μέχρι σήμερα. Στον χώρο μας, οι γυναίκες συχνά δείχνουν μια πιο ανταγωνιστική πλευρά στην κουζίνα. Αν κάποια στιγμή παρεξηγηθώ με κάποιον, αυτό συνήθως συμβαίνει λόγω της πίεσης της δουλειάς, αλλά τελικά το ξεχνάμε και γελάμε».
Για το γυναικείο φύλο στη μαγειρική, η Κωνσταντίνα δηλώνει πως θα ήθελε να βλέπει περισσότερες γυναίκες να ασχολούνται με το επαγγελματικό μαγείρεμα, τονίζοντας πως η μαγειρική είναι για όλους, ανεξαρτήτως φύλου. Αν και οι γυναίκες μπορεί να συναντούν κάποιες δυσκολίες λόγω σωματικής αντοχής, ορθοστασίας ή και των πιο δύσκολων ημερών του μήνα, θεωρεί ότι με αφοσίωση και επιμονή μπορούν να ανταποκριθούν πλήρως στις απαιτήσεις του επαγγέλματος.
Κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής της πορείας, η Κωνσταντίνα, όπως μας ανέφερε, δεν έχει δεχθεί κάποιο εργασιακό bullying για το επίθετό της, αλλά θυμάται την περίοδο που πήγαινε στο σχολείο και οι καθηγητές πάντα την κοιτούσαν με στραβό μάτι αντί για τους συμμαθητές της.
Η Κωνσταντίνα αναφέρει πως σε μία επίσκεψή της στον γιατρό, μια ηλικιωμένη γυναίκα την αγκάλιασε, νομίζοντας πως είναι η κόρη του Κυριάκου Μητσοτάκη. Παρόμοιες αντιδράσεις έχει αντιμετωπίσει και σε δημόσιες υπηρεσίες, αλλά δεν δίνει σημασία.
Κλείνοντας, η Κωνσταντίνα Μητσοτάκη τονίζει: «Πρέπει να φύγει αυτή η ρετσινιά του τι ψηφίζεις, από που είσαι, τι πιστεύεις», ενώ επισημαίνει ότι διατηρεί άριστες σχέσεις με όλους τους αρχηγούς κομμάτων και βουλευτές, οι οποίοι την τιμούν καθημερινά με την παρουσία τους στο εστιατόριο, ενώ η ίδια παραμένει προσηλωμένη στη δουλειά της, κερδίζοντας τον σεβασμό τόσο των συναδέλφων της όσο και των πολιτικών.