Υψηλό έξι ετών για τις τράπεζες, υψηλό 9 ετών για τον Γενικό Δείκτη Τιμών του Χρηματιστηρίου Αθηνών και επιστροφή πάνω από τα 110 εκατ. ευρώ ο ημερήσιος τζίρος. Ταυτόχρονα, εισηγμένες και τράπεζες συνεχίζουν να αντλούν ρευστότητα από το σύστημα, επενδυτές και αγορές, όπως συνέβη χθες με το ελληνικό 15ετές, που το ελληνικό Δημόσιο άντλησε 3,5 δισ. ευρώ, η Mytilineos 500 εκατ. ευρώ, η Alpha Bank 500 εκατ. ευρώ και η Τράπεζα Πειραιώς άλλα 500 εκατ. ευρώ.
Στα 5 δισ. ευρώ, λοιπόν, η άντληση κεφαλαίων για τα ελληνικά assets και με τις μετοχές να επιδίδονται σε ένα πρωτοφανές ράλι λίγο μετά τις εκλογές, λες και όλοι περίμεναν να ξεκαθαρίσει το τοπίο και να επιτευχθεί η πολιτική σταθερότητα. Η δε απόδοση του ελληνικού 10ετούς μπορεί να έχει «τσιμπήσει» λίγο πάνω από 4%, όμως συνεχίζει να διαπραγματεύεται χαμηλότερα από τον αντίστοιχο ιταλικό τίτλο που διαμορφώνεται περί το 4,35% σε απόδοση. Όλα τα μηνύματα, σύμφωνα με Έλληνες διαχειριστές στο Λονδίνο, δείχνουν ότι η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας και η απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας είναι πλέον περισσότερο ορατές από ποτέ εδώ και 13 χρόνια.
Η σίγουρη πορεία του Χ.Α. πάνω από τις 1.300 μονάδες…
Οι προγραμματικές προτάσεις της νέας κυβέρνησης προβλέπουν ότι το ΑΕΠ θα φτάσει στα 260 δισ. ευρώ το 2027, με μέση ετήσια αύξηση ύψους 3%, ενώ το δημόσιο χρέος θα έχει υποχωρήσει στο 140% του ΑΕΠ. Παράλληλα, οι επενδυτικοί οίκοι συνεχίζουν τις αναβαθμίσεις των τιμών των τραπεζικών μετοχών, με τη Morgan Stanley να εκτιμά ότι η αύξηση των καθαρών εσόδων από τόκους θα φτάσει φέτος το 38% και την Goldman Sachs να αναβαθμίζει την τιμή-στόχο για τον Γενικό Δείκτη Τιμών στις 1.375 μονάδες για το επόμενο 12μηνο, θεωρώντας ελκυστικό το P/E του ελληνικού χρηματιστηρίου στα τρέχοντα επίπεδα των 8,8 μονάδων.
Με τα δεδομένα αυτά, το ελληνικό χρηματιστήριο δύσκολα θα παρέμενε χαμηλότερα από τις 1.300 μονάδες, αποτέλεσμα του σκεπτικισμού που χαρακτηρίζει την παγκόσμια οικονομία, ιδιαίτερα μετά τις δυσμενείς επιδόσεις των δεικτών PMI (βιομηχανικές παραγγελίες) στην Κίνα και την Ευρώπη για τον Ιούνιο. Επιπλέον, παραμένει η «γερακίσια» ρητορική από μέρους των Κεντρικών Τραπεζών που απειλούν να συνεχίσουν τις επιτοκιακές αυξήσεις και μετά τον Σεπτέμβριο ενόψει της διατήρησης του πληθωρισμού των τροφίμων κυρίως σε υψηλά επίπεδα.