Ενώ οι γεωπολιτικές εντάσεις αυξάνουν και µάλλον οδηγούµαστε σε εµπορικό πόλεµο µε τις ΗΠΑ (τον µεγάλο προµηθευτή µας σε LNG), ενώ οι υπόγειες αποθήκες φυσικού αερίου της Ε.Ε. πάλι αδειάζουν επικίνδυνα (49% πληρότητα) και οι τιµές TTF έφτασαν τα 58 ευρώ/MWh (για πρώτη φορά από τον Φεβρουάριο 2023), µετά από µια δεκαετή περίοδο κυβερνητικής νιρβάνας κάτι έχει αρχίσει επιτέλους να κινείται για την αξιοποίηση των κοιτασµάτων υδρογονανθράκων της χώρας µας. Αντίθετα µε τις θριαµβολογίες της κυβέρνησης, η τελευταία απλώς έπραξε το αυτονόητο και νοµικά υποχρεωτικό, εγκρίνοντας την αίτηση της Chevron για έρευνες υδρογονανθράκων νότια της Πελοποννήσου, καθώς δεν υπήρξε κάποια ελληνική πρωτοβουλία, όπως η προκήρυξη διεθνούς διαγωνισµού, αλλά η ίδια η Chevron αξιοποίησε σεισµικά δεδοµένα που είχαµε συλλέξει από το 2012.
Το 2011, µε τον Ν. 4001 κάναµε το µεγάλο θεσµικό άλµα για επανέναρξη των ερευνών των εθνικών κοιτασµάτων υδρογονανθράκων, ακολούθησαν συµβάσεις – νόµοι παραχώρησης και ο µεγάλος διεθνής διαγωνισµός του 2014 για τα 20 θαλάσσια οικόπεδα. Παρά τις παλινωδίες του ΣΥΡΙΖΑ, µέχρι το 2019 είχαν υπογραφεί και εγκριθεί 11 συµβάσεις µίσθωσης, µε πρωτοφανή διακοµµατική συναίνεση στη Βουλή.
∆υστυχώς, μετά τις εκλογές του 2019, η κυβέρνηση της Ν.∆. προχώρησε στις ακριβώς αντίθετες κινήσεις.
Ενδεικτικά, αναφέρονται: i) οι δηλώσεις (αν)αρµόδιων υπουργών ότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να γίνει παραγωγός υδρογονανθράκων, ii) η αδράνεια της µη προκήρυξης νέων διεθνών διαγωνισµών για παραχώρηση άλλων περιοχών, ούτε εκ νέου παραχώρηση των επιστραφεισών περιοχών έπειτα από ανοιχτό διαγωνισµό, iii) η απουσία αναλυτικού σχεδιασµού για τους υδρογονάνθρακες στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίµα (ΕΣΕΚ) που κατέθεσε η Ελλάδα στην Ε.Ε. και iv) η σπασµωδική ενεργοποίηση της κυβέρνησης, βασιζόµενη σε τυχαία, εξωγενή γεγονότα και όχι σε δικό της σχεδιασµό, όπως η ενεργειακή κρίση του 2022 λόγω της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και η εκλογή Τραµπ, που προτεραιοποίησε εκ νέου τους υδρογονάνθρακες.
Για να µην τορπιλίσει πάλι την αναµενόµενη για φέτος ερευνητική γεώτρηση Exxon-HELLENiQ Energy και τις µελλοντικές έρευνες της Chevron, η κυβέρνηση θα πρέπει αυτή τη φορά να αποφύγει τις αναίτιες καθυστερήσεις σε αδειοδοτήσεις (στο Κατάκολο εκκρεµούν από το 2019), τη µη εξασφάλιση αναγκαίων λιµενικών υποδοµών (επιστροφή παραχώρησης Πατραϊκού κόλπου σε δοµή 140 εκατ. βαρελιών πετρελαίου) και τις µακροχρόνιες διαδικασίες εκδίκασης προσφυγών, που φτάνουν τα 3-4 χρόνια και µπλοκάρουν τις ερευνητικές εργασίες (Ιωάννινα, Κρήτη). Καθυστερήσεις που οδήγησαν πριν από δύο χρόνια στην αποχώρηση από τη χώρα των ενεργειακών κολοσσών Total και Repsol.
Πρέπει να αναστραφεί η ανυπαρξία στρατηγικής αξιοποίησης των εθνικών υδρογονανθράκων, που πρόσφατα εκτιµήθηκε η αξία τους στα 250 δισ. ευρώ, ενώ είναι προφανείς οι θετικές επιπτώσεις στα δηµόσια έσοδα, το ασφαλιστικό σύστηµα (60-70 δισ. σε βάθος 25ετίας), την απασχόληση, τη βιοµηχανία, τις κατασκευές και ασφαλώς στη γεωστρατηγική µας αναβάθµιση.
Και ενώ ήδη εκκίνησε από το ΥΠΕΝ η διαγωνιστική διαδικασία για την ανάθεση των νέων ερευνών για υδρογονάνθρακες στα νότια της Πελοποννήσου, ζητούµενο παραµένει εάν η Chevron, όπως και άλλοι επενδυτές πριν από αυτήν, θα παραµείνει στο έλεος χρόνιων παθογενειών και καθυστερήσεων. Αντί λοιπόν για κυβερνητικές θριαµβολογίες σε ανύπαρκτες κυβερνητικές δράσεις, ας αναλάβει επιτέλους πρωτοβουλίες για ουσιαστική προώθηση των εθνικών συµφερόντων.