ΗΡΑΚΛΕΙΩΤΗΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΤΟΥ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ ΟΡΕΣΤΗΣ ΑΝΔΡΕΑΔΑΚΗΣ

“Το Φεστιβάλ βοήθησε στο να σπάσουν πολλά στερεότυπα γύρω από το ντοκιμαντέρ”

Ο ΗΡΑΚΛΕΙΩΤΗΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΤΟΥ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΟΡΕΣΤΗΣ ΑΝΔΡΕΑΔΑΚΗΣ ΜΙΛΗΣΕ ΣΤΗΝ “Π”

 

Πιστεύω ότι ένας από τους λόγους της έκρηξης των ελληνικών ντοκιμαντέρ και του αλματώδους ρυθμού παραγωγής τους είναι το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, το οποίο μέσα στο πλαίσιο του τμήματος της Αγοράς έχει βοηθήσει τους Έλληνες ντοκιμαντερίστες πάρα πολύ στο να δείξουν τις ταινίες τους, να γίνουν καλύτεροι, ν’ ασχοληθούν με περισσότερα θέματα και να βγουν έξω από τα σύνορα της Ελλάδας

Νίκος Τσαγκαράκης: Κ. Ανδρεαδάκη, πώς θα συνοψίζατε τα είκοσι χρόνια προσφοράς του Φεστιβάλ στον χώρο του ντοκιμαντέρ και του ελληνικού κινηματογράφου; Τι σημαίνει το Φεστιβάλ για τον ελληνικό κινηματογράφο;

Ορέστης Ανδρεαδάκης: “Καταρχάς το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης έπαιξε έναν πολύ σημαντικό ρόλο για να σπάσουν πολλά στερεότυπα γύρω απ’ το ντοκιμαντέρ.

Επειδή το ντοκιμαντέρ δεν είναι ούτως ή άλλως ένα πολύ δημοφιλές είδος, δεν βρίσκει διανομή στις κινηματογραφικές αίθουσες κι επειδή τα ντοκιμαντέρ που προβάλλει συνήθως η τηλεόραση είναι από συγκεκριμένα είδη, δηλαδή ρεπορτάζ, φυσιολατρικά, λαογραφικά, περιγραφικά, ο κόσμος είχε σχηματίσει μια εντύπωση ότι το ντοκιμαντέρ είναι ένα βαρετό είδος, πληροφοριακό, εκπαιδευτικό, καλό για τα παιδιά ή για να μάθουμε κανα-δυο πράγματα, ως εκεί.

Ωστόσο ξέρουμε πάρα πολύ καλά ότι το ντοκιμαντέρ είναι ένα πάρα πολύ πλούσιο είδος. Μην ξεχνάμε ότι η πρώτη ταινία στην ιστορία του κινηματογράφου ήταν ντοκιμαντέρ, «Η έξοδος των εργατών από το εργοστάσιο των Λυμιέρ» (1895), ότι μερικοί από τους μεγαλύτερους κινηματογραφιστές της ιστορίας του κινηματογράφου ήταν ντοκιμαντερίστες, όπως ο Ρόμπερτ Φλάερτι, ο Γιόρις Ίβενς κι ο Ζαν Ρους.

Επίσης πολλοί σκηνοθέτες μυθοπλασίας έχουν κάνει και σημαντικότατα ντοκιμαντέρ, όπως ο Αλέν Ρενέ, ο Βιμ Βέντερς, ο Βέρνερ Χέρτσογκ κι η Ανιές Βαρντά, στην οποία φέτος κάνουμε αφιέρωμα.

Παρ’ όλα αυτά, ο κόσμος είχε αυτή την εντύπωση και τα φεστιβάλ ντοκιμαντέρ τον βοηθούν να σπάσει αυτά τα στερεότυπα. Το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης βοήθησε το κοινό να εξοικειωθεί με τα δεκάδες υποείδη του ντοκιμαντέρ και ν’ ανακαλύψει ένα κινηματογραφικό είδος τρομερά συναρπαστικό, που έχει θρίλερ, δράματα, κινούμενα σχέδια, κωμωδίες, μουσικές ταινίες, τα πάντα!

Ειδικά για τη Θεσσαλονίκη έχει παίξει έναν πολύ σημαντικό ρόλο, γιατί εδώ και δύο δεκαετίες έχει εκπαιδεύσει ένα κοινό που δεν υπάρχει σε καμία άλλη πόλη της Ελλάδας κι υπάρχει σε ελάχιστες πόλεις της Ευρώπης. Ένα κοινό που ξέρει ν’ αναγνωρίζει τα υποείδη του ντοκιμαντέρ, έχει πολύ αυστηρές απαιτήσεις, που ξέρει να κριτικάρει, μας λέει τη γνώμη του κι ο ένας μετά τον άλλον βοηθάνε ν’ αυξάνει συνεχώς αυτό το κοινό.

Το Φεστιβάλ έπαιξε τεράστιο ρόλο και για το ελληνικό ντοκιμαντέρ, το οποίο ξέρουμε πάρα πολύ καλά ότι πριν από είκοσι χρόνια βρισκόταν στα σπάργανα. Πιστεύω ότι ένας από τους λόγους της έκρηξης των ελληνικών ντοκιμαντέρ και του αλματώδους ρυθμού παραγωγής τους είναι το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, το οποίο μέσα στο πλαίσιο του τμήματος της αγοράς έχει βοηθήσει τους Έλληνες ντοκιμαντερίστες πάρα πολύ στο να δείξουν τις ταινίες τους, να γίνουν καλύτεροι, ν’ ασχοληθούν με περισσότερα θέματα και να βγουν έξω από τα σύνορα της Ελλάδας, αλλά και να έρθουν σ’ επαφή με παραγωγούς, με sales agents, με άλλα φεστιβάλ. Πόσα ντοκιμαντέρ δεν γυρίζονται πια εκτός Ελλάδας; Πιο πρόσφατο παράδειγμα το «Obscuro Barroco» της Ευαγγελίας Κρανιώτη, που βραβεύτηκε στο φετινό Φεστιβάλ Βερολίνου”.

Ν.Τ.: Η 20ή διοργάνωση πώς αντανακλά αυτή την προσφορά;

ΟΡ.ΑΝ.: “Απλώς θέλουμε όλα αυτά να τα θυμίζουμε συνέχεια, ν’ ακολουθούμε την ίδια πολύ επιτυχημένη γραμμή και να την εμπλουτίζουμε με καινούρια πράγματα, επειδή στο ντοκιμαντέρ γίνονται άλματα και πρέπει κανείς να τ’ αρπάζει στον αέρα, όπως το VR (Virtual Reality: Εικονική Πραγματικότητα), που είναι της τελευταίας διετίας. Επίσης υπάρχει μια άνοδος αυτού που λέμε πειραματικού/ ερευνητικού ντοκιμαντέρ, γι’ αυτό ιδρύσαμε και την ενότητα Film Forward, που περιλαμβάνει ταινίες πιο δύσκολες, πιο απαιτητικές”.

Ν.Τ.: Την τελευταία φορά που είχαμε συζητήσει επισήμως ήταν πριν χρόνια, μ’ εσάς ως καλλιτεχνικό διευθυντή στις Νύχτες Πρεμιέρας, το Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Αθήνας. Ποιο είναι το κίνητρο για έναν προγραμματιστή, έναν διευθυντή φεστιβάλ και πόσο μοιάζει μ’ αυτό ενός κριτικού κινηματογράφου που ήσασταν και παραμένετε ακόμα σ’ έναν βαθμό; Πότε χαίρεστε ότι κάνατε καλά τη δουλειά σας;

ΟΡ.ΑΝ.: “Δεν χαίρομαι ποτέ και δεν πιστεύω ότι έκανα καλά τη δουλειά μου. Όταν αρχίζει ένα φεστιβάλ, είτε του Νοέμβρη, είτε του Μάρτη ή όταν ήμουν στις Νύχτες Πρεμιέρας, η δουλειά είχε τελειώσει κι εγώ έβλεπα μόνο λάθη. Όταν έρχεστε την πρώτη μέρα του φεστιβάλ και με συναντάτε και με ρωτάτε πώς πάει, εγώ μετράω μόνο λάθη.

Σχετικά με το θέμα της κριτικής. Τι σημαίνει κριτική; Είναι αυτό που μας έμαθαν, ας πούμε, οι δύο πρώτοι κριτικοί της ανθρωπότητας, ο Αριστοτέλης κι ο Αριστοφάνης. Να βλέπεις τον κόσμο μ’ ένα κριτικό μάτι: την τέχνη, την κοινωνία, την πολιτική, τους ανθρώπους. Άρα αυτό συνεχίζω να κάνω, να προσπαθώ να βλέπω τον κόσμο μ’ ένα μάτι κριτικό- και με ήτα καμιά φορά…”.