Ψάχνουν τον εντολέα της εκτέλεσης Ζαμπούνη
Για ενάμιση χρόνο

«Πέρασε από τη φυλακή της Αλικαρνασσού  αλλά ούτε που ακούστηκε». Αυτό αναφέρουν στην «Π» κύκλοι του σωφρονιστικού ιδρύματος αναφορικά με τη σύντομη θητεία  στο κατάστημα κράτησης του Ηρακλείου του 44χρονου Βαγγέλη Ζαμπούνη, για τον οποίο δόθηκε εντολή να εκτελεστεί το πιο ακριβό θανάτου των τελευταίων ετών.

Ήταν τύπος και υπογραμμός, από την πρώτη στιγμή έκανε μεροκάματα, ενώ ήταν αθόρυβος και πολύ προσεκτικός. Όπως άλλωστε και ο Γιαννης Σκαφτούρος, ο οποίος επίσης θήτευσε στην ίδια φυλακή. «Αυτοί οι άνθρωποι είναι αθόρυβοι, δεν δίνουν δικαιώματα. Το έχουμε δει αι θα το δούμε και στο μέλλον» σχολιάζει σωφρονιστικός υπάλληλος.

Ο Βαγγέλης Ζαμπούνης  σε νεαρή ηλικία είχε περάσει την πόρτα του σωφρονιστικού καταστήματος της Αλικαρνασσού και αμέσως έδειξε, όπως μας είπαν άτομα που τον γνώρισαν, ένα καλό πρόσωπο, δεν ήθελε να αναπτύξει στενές σχέσεις με άλλους κρατούμενους και μάλιστα είχε ζητήσει να κάνει μεροκάματα σε συγκεκριμένο πόστο της φυλακής. Στην Αλικαρνασσό έφτασε τον Νοέμβριο του 2006.

Ο λόγος που τον έφερε στην Κρήτη ήταν για να εκτίσει ποινή κάθειρξης για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση. Σύμφωνα με πληροφορίες, παρέμεινε στην Αλικαρνασσό για ενάμιση χρόνο. Πήρε «φύλλο πορείας» το Μάιο του 2008 για άλλη φυλακή της χώρας.

Την περίοδο που βρισκόταν στην Αλικαρνασσό δεν υπέπεσε σε κάποιο πειθαρχικό παράπτωμα. Ήταν όμως, όπως περιγράφεται, κλειστός και προσεκτικός. Είχε ελάχιστα άτομα με τα οποία μιλούσε και πάντα φίλτραρε αυτά που έλεγε.

Ο Ζαμπούνης ήταν από τα πιο γνωστά ονόματα τη νύχτας. Το 2018 είχε και πάλι μπει στο στόχαστρο δολοφόνων που ήθελαν να τον βγάλουν από τη μέση.

Η αστυνομία θεωρούσε πως τα προηγούμενα χρόνια βρισκόταν πίσω από ορισμένα συμβόλαια θανάτου, χωρίς όμως να έχουν προκύψει στοιχεία εναντίον του, καθώς και ότι ο φόνος του αποτελεί κομβικό σημείο όσον αφορά την εξέλιξη του πολέμου στη νύχτα, και όχι μόνο.

Ο Ζαμπούνης είχε γίνει στόχος και τον Οκτώβριο του 2018 στον Πειραιά. Η ένοπλη επίθεση εναντίον του είχε γίνει έξω από τα γραφεία ναυτιλιακής εταιρείας που βρίσκεται στην Ακτή Κονδύλη 4. Οι δράστες τον είχαν πυροβολήσει καθώς έβγαινε από τα γραφεία της εταιρείας και επιβιβαζόταν στο αυτοκίνητό του, το οποίο ήταν σταθμευμένο ακριβώς απέναντι.

Οι ένοπλοι επέβαιναν τότε σε λευκό βαν Volkswagen Transporter το οποίο είχε κλαπεί στις 24 Οκτωβρίου του 2018 από το κέντρο της Αθήνας. Οι μαρτυρίες των πρώτων αστυνομικών που έσπευσαν στο σημείο ανέφεραν ότι στο βαν επέβαιναν τρία άτομα, εκ των οποίων το ένα, αφού πρώτα άνοιξε την πλαϊνή συρόμενη πόρτα του αυτοκινήτου, άρχισε να πυροβολεί με καλάσνικοφ.

Ωστόσο, στην πορεία της έρευνας προέκυψαν στοιχεία που οδήγησαν τους αστυνομικούς της Ασφάλειας στο συμπέρασμα πως οι δράστες ήταν δύο και ότι το όπλο χρησιμοποίησε πιθανότατα ο οδηγός του βαν.

Οι δράστες έριξαν «μόλις» τέσσερις σφαίρες, τραυματίζοντάς τον στο πόδι και στο χέρι. Τις πρώτες βοήθειες του παρείχαν άνδρες της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. που περιπολούσαν στην περιοχή του Δημοτικού Θεάτρου και έσπευσαν πρώτοι στο σημείο.

Εκτιμάται ότι το όπλο των δραστών είχε πάθει εμπλοκή και γι’ αυτό ο χειριστής του κατάφερε να ρίξει μόνο τέσσερις βολίδες, από τις τουλάχιστον 28 που υπήρχαν στον γεμιστήρα του. Ουσιαστικά, η ζωή του είχε σωθεί χάρη στη συγκεκριμένη δυσλειτουργία.

Το  Νοέμβριο του 2012 είχε κατηγορηθεί για τη συμμετοχή σε ομάδα εκβιαστών που δρούσε σε διάφορες περιοχές μεταξύ των οποίων του Χαϊδαρίου, της Γλυφάδας και του Πειραιά, ενώ το όνομα του είχε συμπεριληφθεί και σε δικογραφία με συνολικά 37 κατηγορούμενους το 2015.