Η Δρ Χριστίνα Παυλούδη, ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Θαλάσσιας Βιολογίας, Βιοτεχνολογίας & Υδατοκαλλιεργειών στο Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών

Η ανθρώπινη δραστηριότητα ευθύνεται για τη μείωση της βιοποικιλότητας, αν αναλογιστεί κανείς την κλιματική αλλαγή, τη ρύπανση, την αποψίλωση των δασών, την απώλεια των ενδιαιτημάτων και την υπερεκμετάλλευση των διαθέσιμων πόρων.

Το παραπάνω τονίζει, σε συνέντευξή της στην «Π» η Δρ Χριστίνα Παυλούδη, ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Θαλάσσιας Βιολογίας, Βιοτεχνολογίας & Υδατοκαλλιεργειών στο Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών.

Τονίζει πως «είναι πολύ θετικό ότι οι περισσότεροι ερευνητικοί φορείς της χώρας συμμετέχουν σε διεθνή δίκτυα και ερευνητικές υποδομές, γεγονός που αναδεικνύει το επίπεδο και τις δυνατότητες μας και ότι κατέχουμε άξια μία θέση στη διεθνή ερευνητική κοινότητα».

 

Το κείμενο της συνέντευξης έχει ως εξής:

Η Δρ. Χριστίνα Παυλούδη
Η Δρ. Χριστίνα Παυλούδη

Πριν από ενάμιση χρόνο μας είχατε μιλήσει για τον κίνδυνο αφανισμού των πινών. Τι έχει γίνει μέχρι σήμερα;

«Δυστυχώς η κατάσταση δεν έχει βελτιωθεί. Μάλιστα, η πίνα (Pinna nobilis) από τις αρχές του έτους έχει ενταχθεί στα Κρισίμως Κινδυνεύοντα είδη (Critically Endangered, CR) στον Κόκκινο Κατάλογο των Απειλούμενων Ειδών της Διεθνής Ένωσης Προστασίας της Φύσης / IUCN (IUCN Red List of Threatened Species), ένα στάδιο πριν τα εξαφανισθέντα είδη, λόγω της δραματικής μείωσης των πληθυσμών του είδους σε όλη τη Μεσόγειο.

Ωστόσο, στο ΕΛΚΕΘΕ έχει ξεκινήσει πρόσφατα ένα έργο χρηματοδοτούμενο από το Πράσινο Ταμείο σχετικά με τη μελέτη του φαινομένου της μαζικής θνησιμότητας της Πίνας και την αξιολόγηση της κατάστασης διατήρησης του είδους στην Ελλάδα, με συνεργασία μεταξύ του Ινστιτούτου Ωκεανογραφίας (ΙΩ) και του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Βιολογίας, Βιοτεχνολογίας και Υδατοκαλλιεργειών (Ι.ΘΑ.Β.Β.ΥΚ.).

Οπότε μέσα στο επόμενο έτος θα έχουμε κάποια επιπλέον δεδομένα για την κατάσταση του είδους και θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε στα ερωτήματα που αφορούν το φαινόμενο της μαζικής θνησιμότητας».

 

Ποιος είναι ο τομέας της έρευνάς σας. Τι να περιμένουμε τα επόμενα χρόνια;

«Τα τελευταία δύο χρόνια περίπου, μαζί με ομάδα συνεργατών από το Ι.ΘΑ.Β.Β.ΥΚ., συμμετέχω στο πρόγραμμα ASSEMBLE Plus, που υποστηρίζεται από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Θαλάσσιων Βιολογικών Πόρων (EMBRC), και έχει δημιουργήσει ένα δίκτυο περισσότερων από 130 αυτόνομων δομών παρακολούθησης υφάλων (Autonomous Reef Monitoring Structures), ή εν συντομία ARMS, σε όλη την ακτογραμμή της Ευρώπης.  Στόχος αυτής της πρωτοβουλίας είναι η παρακολούθηση των αλλαγών σε βιότοπους σκληρού υποστρώματος σε ηπειρωτική κλίμακα και η παροχή δεδομένων σχετικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και των ανθρώπινων δραστηριοτήτων σε αυτά τα περιβάλλοντα. Παράλληλα, οι συστοιχίες ARMS μας βοηθούν να κατανοήσουμε τις μακροπρόθεσμες αλλαγές στους παράκτιους οικότοπους και μας παρέχουν ένα σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης για την άφιξη των ξενικών/εισβολικών ειδών.

Αλλά τι είναι οι συστοιχίες ARMS; Είναι στοίβες πλακών που μιμούνται την περίπλοκη δομή του πυθμένα της θάλασσας. Λειτουργώντας ως «ξενοδοχεία» για θαλάσσια είδη, αποικίζονται αμέσως μετά την ανάπτυξή τους. Μετά από μερικούς μήνες, συλλέγονται και αντικαθίστανται από άλλες. Έπειτα, χρησιμοποιώντας μεθόδους γενετικής ταυτοποίησης, μεθόδους ανάλυσης εικόνας και οπτικής επιθεώρησης, εντοπίζονται τα είδη που έχουν εγκατασταθεί στις πλάκες.

Σκεφτείτε ότι σε μία μόνο συστοιχία ARMS στην Κρήτη, στο λιμάνι του Ηρακλείου, καταφέραμε να εντοπίσουμε την παρουσία δεκαπέντε μη αυτόχθονων, δηλαδή ξενικών, ειδών. Γνωρίζουμε ότι η περιοχή μας δέχεται μεγάλη πίεση λόγω της εγγύτητάς της με την Ερυθρά Θάλασσα, αλλά πραγματικά ήταν εντυπωσιακός ένας τέτοιος αριθμός. Αξίζει να σημειωθεί ότι ορισμένα από αυτά τα είδη ταυτοποιήθηκαν πρώτα με γενετικές μεθόδους, και συγκεκριμένα με την χρήση περιβαλλοντικού DNA (environmental DNA, eDNA) και αργότερα ήρθε και η οπτική επιβεβαίωση. Είναι δηλαδή πολύ χρήσιμο το κομμάτι της γενετικής παρακολούθησης γιατί επιτρέπει την ταυτοποίηση ειδών πολύ νωρίτερα από οποιαδήποτε συμβατική μέθοδο δειγματοληψίας .

Η μαγεία ενός δικτύου ARMS είναι ότι κάθε παρατηρητήριο, κάθε σημείο του χάρτη στο οποίο έχουν τοποθετηθεί συστοιχίες, προσθέτει μια μόνο κουκίδα στην εικόνα που περιγράφει την κατάσταση όλων των κοινοτήτων σκληρού υποστρώματος στη θάλασσα. Η συνεχής αντικατάσταση των ARMS μετατρέπει τα στιγμιότυπα εικόνων σε μία «ταινία», μία δυναμική προβολή των αλλαγών που επέρχονται στα παράκτια οικοσυστήματα με την πάροδο του χρόνου».

Συστοιχίες ARMS στο Υποθαλάσσιο Βιοτεχνολογικό Πάρκο του ΕΛΚΕΘΕ στην Κρήτη
Συστοιχίες ARMS στο Υποθαλάσσιο Βιοτεχνολογικό Πάρκο του ΕΛΚΕΘΕ στην Κρήτη (copyright: Thanos Dailianis)

Η δραστηριότητα

Ο άνθρωπος αποτελεί τη μεγαλύτερη απειλή για τη βιοποικιλότητα;

«Εάν αναλογιστεί κανείς την κλιματική αλλαγή, τη ρύπανση, την αποψίλωση των δασών, την απώλεια των ενδιαιτημάτων και την υπερεκμετάλλευση των διαθέσιμων πόρων, τότε είναι εμφανές ότι η μείωση της βιοποικιλότητας είναι άμεσο αποτελέσματα των ανθρώπινων δραστηριοτήτων.

Ωστόσο, απαιτείται ανθρώπινη παρέμβαση για την ανάκαμψη της βιοποικιλότητας ή για να επιβραδυνθεί έστω αυτός ο ρυθμός μείωσης.

Πρωτοβουλίες όπως η διοργάνωση της πρώτης παγκόσμιας διάσκεψης κορυφής για τη βιοποικιλότητα (Global Biodiversity Summit), που πραγματοποιήθηκε το Σεπτέμβρη του 2020 θέτουν την προστασία του περιβάλλοντος ως κυρίαρχο μέλημα, μετά το τέλος της πανδημίας της COVID-19. Επίσης, τα Ηνωμένα Έθνη έχουν διακηρύξει την επόμενη δεκαετία (2021-2030) ως Δεκαετία Επιστήμης των Ωκεανών για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη (Decade of Ocean Science for Sustainable Development) για να υποστηρίξουν τις προσπάθειες να οριστεί παγκοσμίως ένα κοινό πλαίσιο αναφορικά με την αειφόρο ανάπτυξη και την ανάκαμψη της υγείας των ωκεανών.»

Επειδή ασχολείστε και με το πεδίο της μικροβιακής οικολογίας, υπάρχει εκεί κάποια ιδιαίτερη απειλή, κάτι που θα έπρεπε να έχουμε στο μυαλό μας;

«Υπάρχει βεβαίως. Αν και δεν είναι όλοι οι μικροοργανισμοί παθογόνοι, στην προσπάθειά μας να προστατευτούμε από τους παθογόνους και να παραμείνουμε υγιείς έχουμε εντείνει το φαινόμενο της αντιμικροβιακής αντοχής (antimicrobial resistance) δηλαδή της ικανότητας ενός μικροοργανισμού (π.χ. βακτηρίου, ιού ή παράσιτου) να αντιστέκεται στη δράση ενός αντιμικροβιακού παράγοντα. Για παράδειγμα, η αντιμικροβιακή αντοχή για τα βακτήρια είναι η ικανότητά τους να αντιστέκονται στη δράση ενός αντιβιοτικού.

Ακόμα και όταν γίνεται ορθή χρήση των αντιβιοτικών, η αντοχή στα αντιβιοτικά αναπτύσσεται ως φυσική προσαρμοστική αντίδραση των βακτηρίων. Οπότε μπορείτε να σκεφτείτε πόσο πιο ανθεκτικά μπορούν να γίνουν με την αλόγιστη χρήση των αντιβιοτικών. Κάθε χρόνο πεθαίνουν 750.000 άνθρωποι από μολύνσεις με στελέχη βακτηρίων που είναι ανθεκτικά στα αντιβιοτικά.

Αν συνεχίσουμε την ίδια πρακτική, σε 30 χρόνια από τώρα θα πεθαίνουν περισσότεροι άνθρωποι από ανθεκτικές μολύνσεις παρά από καρκίνο. Ένας από τους τρόπους που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε για τον έλεγχο και την πρόληψη της αντιμικροβιακής αντοχής είναι η συνετή χρήση αντιμικροβιακών, δηλαδή μόνο όταν χρειάζεται, με τη σωστή δοσολογία κτλ. Υπάρχει και σχετική ευρωπαϊκή νομοθεσία, καθώς και κατευθυντήριες οδηγίες από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας για την παρακολούθηση αυτού του ζητήματος, αλλά χρειάζεται και η ευαισθητοποίηση του κόσμου».

 

«Δεν είναι εύκολη η έρευνα στην Ελλάδα»

Είστε νέα επιστήμονας. Η χώρα μας προσφέρει  ευκαιρίες ή μία φυγή στο  εξωτερικό φαντάζει ιδανική λύση;

«Σίγουρα δεν είναι εύκολο να είναι κανείς ερευνητής στη χώρα μας. Οι ευκαιρίες για κρατική χρηματοδότηση είναι ελάχιστες και δυστυχώς είναι σε ανταγωνιστικά πλαίσια. Είναι ευχάριστο ότι το νεαρό επιστημονικό δυναμικό έχει πολλή όρεξη να προσπαθήσει και να μπει σε αυτό το κυνήγι της χρηματοδότησης, αλλά η αλήθεια είναι ότι συνήθως αυτό δεν έχει καλά αποτελέσματα.

Αυτό οδηγεί σε ένα φαύλο κύκλο, ο οποίος ξεκινάει με τη συγγραφή και κατάθεση ερευνητικών προτάσεων προς αξιολόγηση, τόσο για τη διασφάλιση του ερευνητικού έργου αλλά και για τη διασφάλιση της επόμενης σύμβασης (καθώς η συντριπτική πλειοψηφία του ερευνητικού δυναμικού της χώρας δεν έχει μόνιμη και σταθερή εργασία) και τελειώνει με την εξάντληση και την απογοήτευση που προκαλεί η μη επιλογή της πρότασης για χρηματοδότηση.

Υπό αυτές τις συνθήκες, το εξωτερικό φαντάζει γοητευτικό είναι αλήθεια, αν και τα ίδια προβλήματα υπάρχουν και αλλού, δεν νομίζω ότι υπάρχει μία ιδανική λύση.

Η έρευνα για να προχωρήσει απρόσκοπτη χρειάζεται σταθερή μη ανταγωνιστική χρηματοδότηση, και αυτός είναι ένας παράγοντας για την επιτυχία άλλων Ευρωπαϊκών χωρών, όπως η Γερμανία ή η Γαλλία. Σε αυτό το ανταγωνιστικό πλαίσιο, η έρευνα ασφυκτιά.

Ωστόσο, είναι πολύ θετικό ότι οι περισσότεροι ερευνητικοί φορείς της χώρας συμμετέχουν σε διεθνή δίκτυα και ερευνητικές υποδομές, γεγονός που αναδεικνύει το επίπεδο και τις δυνατότητες μας και ότι κατέχουμε άξια μία θέση στη διεθνή ερευνητική κοινότητα».