Με ασθενοφόρο για το νοσοκομείο «Σωτηρία» αποχώρησε η μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας, όπου σε κλίμα φόρτισης ξεκίνησε χθες η εκδίκαση της φρικτής δολοφονίας της κόρης της από δύο συνομηλίκους της στη Ρόδο πριν έναν χρόνο.
«Δολοφόνοι, καταστρέψατε τη ζωή μου» φώναξε η άτυχη γυναίκα στην έναρξη της συνεδρίασης, για να βγει από την αίθουσα για να ηρεμήσει, να επιστρέψει στη συνέχεια υποβασταζόμενη και να καταθέσει καθισμένη, επειδή δεν μπορούσε να σταθεί όρθια.
Η κ. Τοπαλούδη περιέγραψε το παιδί της ως φιλομαθές, που είχε αρχές και αξίες και αγαπούσε τους άλλους. Πρόσθεσε ότι αν ήταν στη θέση των κατηγορουμένων θα είχε αυτοκτονήσει. Και ζήτησε να καταδικαστούν με την ανώτατη προβλεπόμενη ποινή οι δράστες, τους οποίους αποκάλεσε «τέρατα», «καρκινώματα της ροδιακής κοινωνίας», «κοπρόσκυλα» που «ξεγέλαγαν κορίτσια και τα πήγαιναν στο άντρο της ακολασίας».
Πρώτος κατέθεσε ο Ιωάννης Τοπαλούδης, ο πατέρας της φοιτήτριας, που αναφέρθηκε στις αρχές με τις οποίες το ζευγάρι μεγάλωσε το κορίτσι, τις τραγικές ώρες αγωνίας που έζησαν με την εξαφάνισή της και της απέραντης θλίψης στη συνέχεια, όταν πήγαιναν στο Διδυμότειχο για την κηδεία με το φέρετρο στο αεροπλάνο.
Και ζήτησε από τους δικηγόρους υπεράσπισης να σταθούν με ευλάβεια στη μνήμη του παιδιού τους προσθέτοντας ότι θα έπρεπε στο εδώλιο να κάθονται και οι γονείς των κατηγορουμένων για τον τρόπο που ανέθρεψαν τα παιδιά τους.
Μετά την ολοκλήρωση της κατάθεσής της, η μητέρα φώναξε το εξής: «Δικαιούμαι να δω τις φάτσες τους. Θα συμβιβαστώ μόνο με τρις ισόβια. Αλλιώς θα τους σκοτώσω εγώ» είπε. Σημειωτέον ότι η οικογένεια του θύματος έρχεται για πρώτη φορά αντιμέτωπη με τους δύο κατηγορούμενους για ανθρωποκτονία και βιασμό, 20 και 21 χρονών.
Κατά τη συνεδρίαση, ο 22χρονος κατηγορούμενος ζήτησε δημόσια συγγνώμη μέσω του δικηγόρου του και αρνήθηκε το αδίκημα του βιασμού, ενώ ο 20χρονος αρνήθηκε και τις δύο κατηγορίες.
«Προσπάθησαν να τη σκοτώσουν μέσα στο σπίτι της»
Στη συνέχεια κατέθεσε ο διοικητής ειδικών επιχειρήσεων, ο οποίος ανέλαβε την υπόθεση και περιέγραψε αναλυτικά τις έρευνές του που δείχνουν ότι από την πρώτη στιγμή ήταν και οι δύο δράστες στο αυτοκίνητο και ότι έγινε μεγάλη μάχη στο σπίτι παρά τη θέληση της κοπέλας.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι κατηγορούμενοι προσπάθησαν να σκοτώσουν την Ελένη μέσα στο σπίτι, αλλά επειδή δεν τα κατάφεραν την έριξαν στον γκρεμό, καθώς αποφάσισαν επί τόπου να τη σκοτώσουν αφού τους απείλησε ότι θα καταγγείλει το γεγονός του βιασμού στην αστυνομία.
Νωρίτερα, η εισαγγελέας περιέγραψε τα γεγονότα σύμφωνα με το βούλευμα. Αυτό ανέφερε ότι οι δύο άνδρες «αποδεχόμενοι πλήρως ο ένας τη συμπεριφορά του άλλου και επιδιώκοντας να εξοντώσουν την παθούσα, κατάφεραν αλλεπάλληλα πλήγματα με γροθιές και σίδερο σιδερώματος στην κεφαλή αυτής, προκαλώντας της έντονη αιμορραγική διήθηση ενώ επιπλέον επιχείρησαν να την θανατώσουν και διά στραγγαλισμού».
Το δικαστήριο διέκοψε για τις 28 Ιανουαρίου.