«Χαστούκιζα τα παιδιά μου, όταν ήταν μικρά. Ναι, μερικές φορές τα χαστούκισα. Εύχομαι να ανοίξει η γη να με καταπιεί τώρα που το λέω. Ντρέπομαι. Ντρέπομαι που θα με διαβάζετε όλοι τώρα. “Καλλιτέχνης”, σου λέει ο άλλος, “άνθρωπος με ευαισθησίες”… Τα μάλωνα κι από πάνω ουρλιάζοντας σαν στρίγκλα. Με κοίταζαν κατατρομαγμένα τα πουλάκια μου», γράφει χαρακτηριστικά ο Διονύσης Σαββόπουλος.
«Μερικές φορές κοντέψαμε να χωρίσουμε»
«Μερικές φορές κοντέψαμε να χωρίσουμε με την Άσπα αλλά ξαναπέσαμε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου. Κι άλλοτε ήταν μέρες που έπεφτε πάλι βαριά επάνω μας η ταφόπλακα της καθημερινότητας. Δούλευα σε κλαμπ γεμάτα από νεαρές γυναίκες, σεξουαλικά πρόθυμες και επιπλέον ερωτευμένες με τον πρωταγωνιστή», περιγράφει σε άλλο σημείο του βιβλίου.
«Αισθανόμουν σαν ένα μικρό παιδί που το βάζεις σ’ ένα δωμάτιο όπου τρέχουν τρενάκια, ρομπότ που μιλάνε, ένα σωρό λουσάτα παιχνίδια, αλλά δεν έπρεπε ν’ αγγίζω τίποτα, μόνο να βλέπω. “Παντρειές μού ήθελες, να τώρα”! Της το χρέωνα ο γελοίος. Μα κι αν μπήκα στον πειρασμό κι αν εξόκειλα καμιά φορά, της το ομολόγησα. Δεν μπορούσα να κρατάω μυστικά από τη γυναίκα μου. Με πνίγουν. Τι να κάνω;», εξομολογείται για τη σύζυγό του ο Διονύσης Σαββόπουλος.