Ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας 2,6% για το 2024 και 2,8% για το 2024 προβλέπει το Δημοσιονομικό Συμβούλιο με έκθεσή του που έδωσε στη δημοσιότητα. Παράλληλα, σημειώνει ότι ο πληθωρισμός υποχωρεί περισσότερο απ’ ό,τι στην Ευρωζώνη, κάτι που μπορεί να επηρεάσει θετικά το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, αν συνεχιστεί η τάση αυτή.
Ωστόσο, το Δημοσιονομικό Συμβούλιο εκτιμά ότι το πραγματικό εισόδημα των ελληνικών νοικοκυριών μειώθηκε λόγω του πληθωρισμού κατά 7,1% στη διετία 2021-2022, σημειώνοντας την τρίτη μεγαλύτερη κάμψη μετά την Εσθονία και την Ολλανδία.
Για την πορεία των δημόσιων οικονομικών, η έκθεση σημειώνει την ικανοποιητική εξέλιξη του προϋπολογισμού τους πρώτους μήνες του 2023, με υπέρβαση του στόχου των φορολογικών εσόδων κατά 1,5 δις. ευρώ, αλλά σημειώνει ότι οι δημοσιονομικοί στόχοι της χώρας για φέτος «υπόκεινται σε αβεβαιότητα και συναρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την υλοποίηση του μακροοικονομικού σεναρίου».
Ανεργία
Το ποσοστό ανεργίας συνέχισε να υποχωρεί, με αποτέλεσμα το α΄ τρίμηνο του 2023 να διαμορφωθεί σε 10,8%. Παρά τη σημαντική αποκλιμάκωση της ανεργίας των τελευταίων ετών και το σχεδόν μηδενικό παραγωγικό κενό, το ποσοστό στην Ελλάδα παραμένει υψηλό σε σχέση με αυτό των υπολοίπων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δεν επιτρέπει εφησυχασμό ως προς τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις στις αγορές προϊόντων και εργασίας.
Οι ευκαιρίες για την ελληνική οικονομία
Σημαντικές ευκαιρίες για την ελληνική οικονομία αποτελούν η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας, που ξεκίνησε το 2022 και συνεχίζεται το 2023, άρα η μείωση της απόστασης από τον στόχο της επενδυτικής βαθμίδας, η πραγματοποίηση μιας σειράς κρίσιμων μεταρρυθμίσεων, η έγκαιρη και αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, η αξιοποίηση των τραπεζικών καταθέσεων που διατηρούν τη ρευστότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων σε ικανοποιητικά επίπεδα και το κλίμα πολιτικής σταθερότητας.
Οι προκλήσεις
Σύμφωνα με το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο υπαρκτές είναι, τόσο σε βραχυπρόθεσμο όσο και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, εξωγενείς προκλήσεις και αβεβαιότητες αναφορικά με το θετικό μακροοικονομικό σενάριο της ελληνικής οικονομίας όπως, ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία, η οικονομική στασιμότητα σε χώρες της Ευρώπης, η όξυνση της ενεργειακής κρίσης, η επιδείνωση της κλιματικής αλλαγής και η συνεχιζόμενη περιοριστική νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Τα δημοσιονομικά
Στο δημοσιονομικό πεδίο η οικονομία κατέγραψε θετικό δημοσιονομικό αποτέλεσμα με πρωτογενές πλεόνασμα για το 2022 στο 0,1% του ΑΕΠ και με πρόβλεψη στο Πρόγραμμα Σταθερότητας 2024-26 για αντίστοιχο πλεόνασμα το 2023 στο 1,1% του ΑΕΠ.
Η ταμειακή εκτέλεση του προϋπολογισμού εξελίσσεται ικανοποιητικά τους πρώτους μήνες του 2023 με σημαντική αύξηση των φορολογικών εσόδων περίπου κατά 1,5 δισ. ευρώ έναντι του στόχου στον Κρατικό Προϋπολογισμό του 2023, κυρίως λόγω αύξησης των εισπράξεων από φόρους σε όλους τις κατηγορίες και αύξησης των μεταβιβάσεων. Θετική είναι η επίδραση της ψηφιοποίησης του φορολογικού συστήματος στην πλευρά των εσόδων, με βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης και αύξησης της φορολογικής βάσης.
Οι δημοσιονομικοί στόχοι της χώρας για το 2023 υπόκεινται όμως σε αβεβαιότητα και συναρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την υλοποίηση του μακροοικονομικού σεναρίου. Επιπλέον, οι αυξήσεις στις τιμές εξακολουθούν να πιέζουν τις δημόσιες δαπάνες εκτός του αναμενόμενου επιπέδου, ιδιαίτερα στους μισθούς του δημοσίου και τις κοινωνικές παροχές.
Το δημόσιο χρέος της χώρας, παρά τη σημαντική αποκλιμάκωση εντός του 2022 κατά 23 ποσοστιαίες μονάδες, με πρόβλεψη για το 2023 στο 162,6% του ΑΕΠ, παραμένει το υψηλότερο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ένα από τα υψηλότερα διεθνώς. Η ισχυρή μεγέθυνση, ο πληθωρισμός και η φορολογική συμμόρφωση αποτέλεσαν σημαντικούς παράγοντες για την αξιοσημείωτη αυτή αποκλιμάκωση, η οποία υπό προϋποθέσεις αναμένεται να συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια με πρόβλεψη για 135% του ΑΕΠ το 2026.
Μεσοπρόθεσμα, η διάρθρωση του δημοσίου χρέους ελαχιστοποιεί τους κινδύνους για τη βιωσιμότητα του, παρόλα αυτά μακροπρόθεσμα, η σταδιακή αναχρηματοδότηση του σε όρους αγοράς αναδεικνύει σοβαρή αβεβαιότητα, και απαιτεί δημοσιονομική επαγρύπνηση.