Συγκλονίζουν οι περιγραφές των μαρτύρων ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών για τις τραγικές ώρες που έζησαν οι κάτοικοι της Ανατολικής Αττικής και ειδικά στο Μάτι, το καλοκαίρι του 2018 που έχασαν τη ζωή τους 104 συνάνθρωποί μας.
Οι περιγραφές μαρτύρων που έχασαν τα μικρά παιδιά τους, γονείς και αδέλφια ξεπερνούν κάθε σεναριογράφο δραματικών ταινιών, αλλά και τρόμου, που ο ανθρώπινος νους όχι μόνο δεν μπορεί να φανταστεί, αλλά και εάν ακόμη εξιστορηθεί το σενάριο, θα γίνει λόγος για παραλήρημα ενός ανθρώπου που δεν έχει σώας τα φρένας.
Αγανακτισμένοι, οργισμένοι και με τα δάκρυα στα μάτια, προσπάθησαν οι μάρτυρες να αφηγηθούν τις τραγικές εκείνες ώρες που έβλεπαν τους δικούς τους ανθρώπους είτε να τυλίγονται στις φλόγες και να μετατρέπονται σε στάχτες, είτε να χάνονται στο βυθό της θάλασσας, που έπεσαν για να σωθούν από την πύρινη λαίλαπα, αλλά τα κύματα είχαν αντίθετη άποψη.
«Τα δίδυμα κοριτσάκια μου χάθηκαν μαζί με τους γονείς μου στο κτήμα Φράγκου μέσα στην κόλαση» κατέθεσε με τρεμάμενη από συγκίνηση φωνή και με δάκρυα στα μάτια, ένας από τους μάρτυρες και απευθυνόμενος στους δικαστές, συμπλήρωσε μιλώντας αργά, καθώς ερχόταν στη μνήμη του οι εικόνες του τραγικού συμβάντος: «Βρέθηκαν και οι τέσσερις αγκαλιασμένοι. Η μητέρα μου από κάτω τα κορίτσια ανάμεσα και ο πατέρας μου από πάνω».
Ράκος πλέον ο μάρτυρας και προσπαθώντας να μην λυγίσει άλλο για να μπορέσει να συνεχίσει, είπε σχεδόν τραυλίζοντας: «Ξανακάναμε δεύτερη κηδεία γιατί βρέθηκαν τα πόδια της μητέρας μου πιο μακριά σε διαφορετική μέρα. Μου έδωσαν τους γονείς μου για ταφή, αλλά δεν μου έδιναν τα παιδιά γιατί δεν μπόρεσαν να τα ξεχωρίσουν».
Άλλη μάρτυρας, με λυγμούς κατέθεσε: «Μετά από δύο τρία κύματα έβλεπα τη Βάσια, αλλά όχι τον Βίκτωρα. Μετά τον είδα μπρούμυτα. Είχε φύγει το παιδί. Η Βάσια ήθελε να τον πάρουμε μαζί» και κοιτώντας κατάματα τους δικαστές, συνέχισε: «Είχαμε κουραστεί πολύ. Κάποια στιγμή έβγαλα το στηθόδεσμό μου και έδεσα το χέρι μου με το χέρι του παιδιού μου για να μη χαθούμε. Είμαστε στον ωκεανό μόνες μας».
Αυτές ήταν ενδεικτικά αποσπάσματα από κάποιες από της σημερινές καταθέσεις μαρτύρων, που συγκλόνισαν την σημερινή ακροαματική διαδικασία στο Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων. Μεταξύ των μαρτύρων που κατέθεσαν ήταν και δυο γονείς που έχασαν τα παιδιά τους τον Ιούλιο του 2018 στο Μάτι, όταν όλες οι κρατικές υπηρεσίες απουσίαζαν παντελώς, σύμφωνα με τις καταθέσεις τους ενώπιον του δικαστηρίου και όταν οι δημοτικοί άρχοντες τους καθησύχαζαν, ότι όλα έχουν καλώς και προέτρεπαν τους κατοίκους να μη βγουν από τα σπίτια τους.
Αθηνά Μουτάφη
Η μάρτυρας Αθηνά Μουτάφη όλες τις ώρες της κατάθεσή της βίωσε και πάλι τις στιγμές εκείνες που μέσα τα κύματα χάθηκε ο γιος της, αλλά ευτυχώς μπόρεσε και έσωσε την κόρη της, παρά το γεγονός ότι παρέμειναν επί ώρες αβοήθητοι μέσα στη θάλασσα, λίγο έξω από το λιμάνι της Ραφήνας.
Η άτυχη μάνα Αθηνά Μουτάφη περιέγραψε τις τραγικές στιγμές που έζησε μέσα στην φουρτουνιασμένη θάλασσα όπου βρέθηκε με τον γιο της Βίκτωρα και την κόρη της Βάσια στην προσπάθεια να σωθούν από την φωτιά που στο πέρασμά της άφηνε στάχτες, περιγράφοντας παράλληλα τις στιγμές εκείνες που έβλεπε ανθρώπους να παλεύουν μέσα στα κύματα να κρατηθούν στη ζωή.
Συγκλονισμένη, η Αθηνά Μούταφη είπε στο δικαστήριο: «Τα κύματα ήταν τεράστια. Μας κουκούλωναν. Το μέλημά μου ήταν να μην χαθούμε με τα παιδιά και να είμαστε κοντά. Μετά από δύο τρία κύματα έβλεπα τη Βάσια αλλά όχι τον Βίκτωρα. Μετά τον είδα μπρούμυτα. Είχε φύγει το παιδί. Η Βάσια ήθελε να τον πάρουμε μαζί. Ο χειρότερος εφιάλτης για κάθε γονέα! Εγώ τον ζούσα μπροστά μου. Αναγκάστηκα να αφήσω το παιδί μου. Είδα το παιδί μου να χάνεται μπροστά μου βασανιστικά και να πρέπει να το αφήσω μέσα στη θάλασσα για να σώσω το άλλο μου παιδί. Είχαμε κουραστεί πολύ. Κάποια στιγμή έβγαλα το στηθόδεσμο μου και έδεσα το χέρι μου με το χέρι του παιδιού μου για να μη χαθούμε. Είμαστε στον ωκεανό μόνες μας. Μετά συναντηθήκαμε και κάποιους άλλους και ενωθήκαμε. Έρχονταν και άλλα επιπλέοντα πτώματα. Αυτά που βλέπετε εσείς στις ταινίες εμείς τα ζήσαμε στην πραγματικότητα. Κάποια στιγμή είδαμε φώτα από ένα ψαροκάικο. Μόλις έβαλα το παιδί μου στο καΐκι, εγώ δεν ήθελα να σωθώ! Δεν ένιωθα καμία χαρά που σώθηκα. Βγήκαμε στην Ραφήνα στις δώδεκα τα μεσάνυκτα. Μας έβγαλαν στο λιμάνι γυμνές και ξυπόλητες. Μας πήραν τα ονόματά μας και μετά μας άφησαν μόνες μας. Οκτώ μέρες μετά βρέθηκε το παιδί μου».
Ο Ιωάννης Φιλιππόπουλος
Νωρίτερα, ο Ιωάννης Φιλιππόπουλος περιέγραψε συντετριμμένος πως τα δίδυμα κοριτσάκια του χάθηκαν μαζί με τους γονείς του στο κτήμα Φράγκου μέσα στην κόλαση της φωτιάς που είχε κυκλώσει όλη την Ανατολική Αττική.
«Βρέθηκαν και οι τέσσερις αγκαλιασμένοι. Η μητέρα μου από κάτω τα κορίτσια ανάμεσα και ο πατέρας μου από πάνω» κατέθεσε χαρακτηριστικά συντετριμμένος, ο μάρτυρας.
Ο Ιωάννης Φιλιππόπουλος εξιστόρησε όχι μόνο τον αβάστακτο πόνο από την απώλεια των δύο 9χρονων παιδιών και των γονιών του, αλλά την απίστευτη συμπεριφορά με την οποία αντιμετωπίστηκαν οι νεκροί του και ο πόνος του, λέγοντας χαρακτηριστικά, σε μια δικαστική αίθουσα που κυριαρχούσε η απόλυτη σιωπή και η θλίψη: «Ξανακάναμε δεύτερη κηδεία γιατί βρέθηκαν τα πόδια της μητέρας μου πιο μακριά σε διαφορετική μέρα. Μου έδωσαν τους γονείς μου για ταφή, αλλά δεν μου έδιναν τα παιδιά γιατί δεν μπόρεσαν να τα ξεχωρίσουν και το κάναμε με βάση τα εκμαγεία από τα μασελάκια που είχε κρατήσει η γυναίκα μου».
Και συνέχισε: «Μου είπαν ότι τα κορίτσια πέθαναν νωρίτερα γιατί είχαν πιο μικρά πνευμόνια. Και οι γονείς μου πέθαναν μετά και αγκαλιάστηκαν όλοι μαζί. Τους κύκλωσε η φωτιά και αυτό ήταν. Και εγώ πρέπει όλο αυτό να το ανεχτώ! Να ζήσω με αυτό, που δεν ζεις! Όταν όλος ο κόσμος φεύγει για διακοπές εγώ πάω στο νεκροταφείο. Μου στέρησαν τις αγκαλιές των παιδιών μου. Ζήτησα να σφραγίσουν τα φέρετρα τους και δεν άφησα κανέναν, τα κατέβασα εγώ στον τάφο τα φέρετρα των παιδιών μου».
Κλείνοντας και απευθυνόμενος στους δικαστές της έδρας τόνισε ότι οι γονείς και τα κοριτσάκια του θα ζούσαν «αν δεν τους είχαν στείλει και αυτούς στην παγίδα θανάτου μέσα το Μάτι».
Ένταση στη δίκη
Και πάλι σήμερα σημειώθηκε ένταση στη δίκη, όχι όμως αυτή τη φορά με την συμμετοχή δικαστή από την έδρα, αλλά από κατηγορούμενο, που διέκοψε την κατάθεση της Αθηνάς Μουτάφη.
Ειδικότερα, κατά την διάρκεια της κατάθεσης της Αθηνάς Μουτάφη, κατηγορούμενος ζήτησε τον λόγο επιχειρώντας να εξηγήσει ότι υπήρχε πρόβλημα με την ορατότητα από τους καπνούς και για αυτό δεν πέταξε ελικόπτερο, τις στιγμές που άνθρωποι είχαν πέσει στην θάλασσα για να σωθούν.
Η αναφορά του κατηγορούμενου προκάλεσε την έκρηξη της κόρης της μάρτυρας η οποία έχασε μέσα στα κύματα τον αδελφό της και τον είδε πλάι της να επιπλέει πνιγμένος και σώθηκε από τις προσπάθειες της μητέρας της και της ίδιας σε μία προσπάθεια να κρατηθούν στη ζωή. Η κοπέλα βίωσε και έχουν μείνει βαθιά χαραγμένες στην μνήμη της εκείνες οι τραγικά δύσκολες στιγμές με την καθολική απουσία των αρμόδιων κρατικών υπηρεσιών και οργάνων.
Με αγανάκτηση και την οργή ζωγραφισμένη στο πρόσωπό της και απευθυνόμενη στους δικαστές η Αθηνάς Μουτάφη τόνισε: «Το μόνο πράγμα που έκανε ο κρατικός μηχανισμός ήταν ότι δεν έκανε τίποτα. Δεν είμαι υπερβολική επειδή έχασα το παιδί μου. Έτσι είναι! Αν τα είχαν κάνει όλα καλά ούτε θα εκβίαζαν τον πραγματογνώμονα, ούτε θα γινόταν παραποίηση στοιχείων» και κλείνοντας, με πεσμένη την φωνή από τη υπερένταση, ζήτησε από το δικαστήριο να αποδοθεί Δικαιοσύνη, εκλιπαρώντας σχεδόν τους δικαστές, λέγοντάς τους: «Σας παρακαλούμε πολύ να κάνετε το καθήκον σας και να μας λυτρώσετε από τον πόνο. Μόνο εσείς μπορείτε να το κάνετε αυτό».
Η δίκη λόγω καλοκαιριού θα συνεχιστεί στις 26 Αυγούστου 2024.