Πιστή στη δέσμευσή της για έμπρακτη στήριξη των συνανθρώπων που βρίσκονται σε ανάγκη, η Πανελλήνια Ένωση Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ) ανανεώνει μέχρι το 2022 το μνημόνιο συνεργασίας της με την Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών.
Η ανανέωση του συμφώνου συνεργασίας υπεγράφη από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερώνυμο Β’, ως πρόεδρο του Γενικού Φιλοπτώχου Ταμείου της Αρχιεπισκοπής, και από τον πρόεδρο της ΠΕΦ, κ. Θεόδωρο Τρύφωνα.
Η επίσημη τελετή πραγματοποιήθηκε παρουσία του υπουργού Υγείας, κ. Βασίλη Κικίλια, των μελών του Δ.Σ. της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας καθώς και του γενικού διευθυντή του Γενικού Φιλοπτώχου Ταμείου, αιδεσιμολογιώτατου πρωτοπρεσβύτερου πατέρα Βασίλειου Χαβάτζα.
Ο μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, κ.κ. Ιερώνυμος Β’, δήλωσε: «Πατάμε τη σφραγίδα πάλι σε ένα έργο που έχει αρχή πιο παλιά, ένα έργο αγάπης που αναφέρεται στο κεφάλαιο της δωρεάν παροχής φαρμάκων. Φαρμάκων που μας τα προσφέρει πάλι δωρεάν και με αγάπη η Πανελλήνια Ένωση Φαρμακοβιομηχανίας. Η πρώτη σύμβασή μας ολοκληρώθηκε, υπογράψαμε τη δεύτερη σύμβαση.
Η εμπειρία μας είναι συγκινητική και παρηγορητική γι’ αυτό θέλουμε να συνεχίσουμε αυτό το έργο και είναι μια ευκαιρία να πούμε ένα μεγάλο ευχαριστώ γι’ αυτές τις δωρεές, γι’ αυτές τις προσφορές, διότι σε μια εποχή δύσκολη μπορούμε με αυτές τις συμπαραστάσεις – το φάρμακο που και δύσκολα βρίσκεται και ακριβό είναι – να το εξοικονομούμε και να το παρέχουμε στους ανθρώπους που το έχουν ανάγκη. Υπογράψαμε λοιπόν τη σύμβαση, αλλά συγχρόνως άνοιξε και η καρδιά μας περισσότερο, γιατί είδαμε ότι η αγάπη συνεχίζει να υπάρχει και να είναι δυνατή για όλους τους ανθρώπους».
Ο πρόεδρος της ΠΕΦ, κ. Θεόδωρος Τρύφων, υπογράμμισε πως βασικός στόχος της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας είναι η εξασφάλιση της πρόσβασης σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη όλων των Ελλήνων και η δέσμευσή της για την έμπρακτη στήριξη των συνανθρώπων που βρίσκονται σε ανάγκη.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Πανελλήνια Ένωση Φαρμακοβιομηχανίας εν μέσω κρίσης στέκεται αρωγός και συνεχίζει να καλύπτει με την δωρεάν διάθεση φαρμάκων τα κοινωνικά φαρμακεία της Αρχιεπισκοπής Αθηνών.
Ολοκληρώνοντας πρόσθεσε: «Πιστεύω προσωπικά, πως η ελληνική φαρμακοβιομηχανία λειτουργεί ανταποδοτικά προς την κοινωνία με στόχο να δημιουργεί προστιθέμενη αξία στην Ελλάδα, να δημιουργεί ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς».
Ο υπουργός Υγείας κ. Βασίλειος Κικίλιας, δήλωσε: «Θα ήθελα να συγχαρώ την Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών και φυσικά τον Μακαριώτατο, για την προσπάθειά τους και την αγάπη στον συνάνθρωπο όλα αυτά τα χρόνια της κρίσης, μέσω των κοινωνικών φαρμακείων τους, μέσω των συσσιτίων στις ενορίες τους, σε όλους όσοι δεν είχαν ή δεν μπορούσαν, Έλληνες, πρόσφυγες, αναξιοπαθούντες, φτωχούς.
Επίσης, θα ήθελα να συγχαρώ με βάση και τη σημερινή σεμνή τελετή, την Ελληνική Φαρμακοβιομηχανία γιατί στηρίζει τα κοινωνικά φαρμακεία και προμηθεύει δωρεάν τα φάρμακα για όλους αυτούς τους ανθρώπους και γενικά όπου μπορεί στηρίζει τη χώρα και αυτό κατά την άποψή μου είναι πατριωτικό και άξιο συγχαρητηρίων. Τέλος, εύχομαι τέτοιου είδους πρωτοβουλίες να βρουν μιμητές και υποστηρικτές!».
Το Κεντρικό Κοινωνικό Φαρμακείο αποτελεί σημαντικό σταθμό στη μακροχρόνια και διαρκή συνεργασία της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών με την Πανελλήνια Ένωση Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ). Σκοπός άλλωστε του Κεντρικού Κοινωνικού Φαρμακείου είναι η υγειονομική κάλυψη ανασφάλιστων, ανέργων και ευπαθών ομάδων που κατοικούν στην επικράτεια των συνολικά 145 ενοριών της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών.
Η ΠΕΦ έχει αναλάβει σε καθημερινή βάση τον αποκλειστικό εφοδιασμό του φαρμακείου με ποιοτικά ελληνικά φάρμακα, χωρίς καμία οικονομική επιβάρυνση, τα οποία καλύπτουν όλες τις κατηγορίες πρωτοβάθμιας περίθαλψης και περιλαμβάνουν τόσο συνταγογραφούμενα, όσο και μη συνταγογραφούμενα φάρμακα, καθώς και παραφαρμακευτικά προϊόντα.
Η διάθεση των φαρμάκων γίνεται μέσω των δύο κοινωνικών φαρμακείων της Αρχιεπισκοπής Αθηνών που βρίσκονται στην οδό Απόλλωνος 36 στο κέντρο της Αθήνας και στην οδό Στρ. Παπάγου 7 και Αριστοφάνους στον Δήμο Χαλανδρίου.
Η χορήγηση των φαρμάκων γίνεται κατόπιν σχετικής ιατρικής συνταγογράφησης, αφού προηγουμένως οι δικαιούχοι έχουν πιστοποιήσει στην κοινωνική υπηρεσία του Γενικού Φιλόπτωχου Ταμείου της Αρχιεπισκοπής την ένταξή τους στις κατηγορίες των αστέγων, ανέργων ή ανασφάλιστων.