Ο χρυσός της Ελλάδας είναι πλέον πιο ασφαλής! Η Τράπεζα της Ελλάδας απέκτησε νέο θησαυροφυλάκιο στο οποίο θα τοποθετηθούν όλα τα αποθέματα χρυσού της Kεντρικής Τράπεζας. Τα εγκαίνια του ανακαινισμένου, κεντρικού θησαυροφυλακίου έγιναν παρουσία της Προέδρου της Δημοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου και του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη.
Τώρα το 47% του χρυσού που διαθέτει η χώρα μας τηρείται στην Ελλάδα, με το υπόλοιπο να μοιράζεται μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών (29%), Βρετανίας (20%) και Ελβετίας (4%).
Στην προσφώνησή του, ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας δήλωσε ότι ο χρυσός για τους πολίτες, δεν αποτελεί πλέον μέσο συναλλαγών, αλλά καταφύγιο αξίας σε συνθήκες αβεβαιότητας και κρίσης.
Δεν είναι τυχαίο ότι η ζήτηση χρυσού εκτοξεύθηκε την περίοδο της μεγάλης χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Ασφαλής χώρος
Από την κατασκευή του, το 1938, το κτήριο της ΤτΕ αποτελεί έναν ασφαλή χώρο για την προστασία του χρυσού της χώρας, με εξαίρεση, όπως υπογράμμισε ο κ. Στουρνάρας, «την περίφημη ιστορία της φυγάδευσης του χρυσού, κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, από αυτή εδώ την αίθουσα, στη Νότια Αφρική, με ενδιάμεσους σταθμούς την Κρήτη και την Αλεξάνδρεια».
«Σε μια εποχή όπου όλοι είμαστε εξοικειωμένοι με τις ηλεκτρονικές συναλλαγές και όπου τα χρήματα στα πορτοφόλια μας είναι απλά κομμάτια χαρτί ή, για την ακρίβεια, βαμβάκι, ο χρυσός είναι συνυφασμένος πρωτίστως με το παρελθόν και όχι με το μέλλον του χρήματος», σημείωσε ο κ. Στουρνάρας και ανέφερε ότι «τα μόνα χρυσά νομίσματα στον κόσμο εκδίδονται πλέον για λόγους συλλεκτικούς ή επενδυτικούς και όχι για συναλλαγές».
Παρά το γεγονός ότι στο πέρασμα των ετών η σημασία του χρυσού άλλαξε, αυτή δεν εξαλείφθηκε. Ετσι «αντί για κάλυμμα της κυκλοφορίας τραπεζογραμματίων, ο χρυσός σήμερα αποτελεί ένα ακόμη περιουσιακό στοιχείο, μέρος του χαρτοφυλακίου στο ενεργητικό της ΤτΕ, το οποίο της επιτρέπει να ανταποκρίνεται σε διαφορετικές συνθήκες και απαιτήσεις. Για τους πολίτες δεν αποτελεί πλέον μέσο συναλλαγών, αλλά καταφύγιο αξίας σε συνθήκες αβεβαιότητας και κρίσης. Δεν είναι τυχαίο ότι η ζήτηση χρυσού εκτοξεύθηκε την περίοδο της μεγάλης χρηματοπιστωτικής κρίσης», υπογράμμισε ο διοικητής της ΤτΕ.
Κινηματογραφική μεταφορά στη Νότια Αφρική το 1941
Θυμίζουμε ότι μεταξύ των ράβδων χρυσού που βρίσκονται στο θησαυροφυλάκιο της οδού Ομήρου είναι και κάποιες από αυτές που φυγαδεύτηκαν στην Πραιτώρια της Νότιας Αφρικής, ύστερα από ένα περιπετειώδες ταξίδι στη διάρκεια της Κατοχής. Οπως περιγράφεται στην ιστορία της ΤτΕ που έγραψε ο Ηλίας Βενέζης και εκδόθηκε το 1955, ο χρυσός, πριν από την εισβολή των Γερμανών ακόμη, μεταφέρθηκε αρχικά στην Κρήτη, στο υποκατάστημα Ηρακλείου, όπου υπήρχαν αρκετά ασφαλή χρηματοκιβώτια.
Την προπαρασκευαστική εργασία γνώριζαν μόνο τρία – τέσσερα άτομα στην τράπεζα. Ζητήθηκε η συνδρομή του Ναυτικού Επιτελείου, το οποίο έθεσε στη διάθεση της ΤτΕ δύο αντιτορπιλικά, τον «Βασιλέα Γεώργιο» και τη «Βασίλισσα Ολγα», τα οποία μετέφεραν τον χρυσό στο Ηράκλειο στις αρχές Φεβρουαρίου του 1941, Καθαρά Δευτέρα.
Η περιπέτεια
«Οταν άρχισε να διαγράφεται ως επικείμενη η κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς», αφηγείται ο Γεώργιος Μαντζαβίνος, υποδιοικητής τότε της ΤτΕ, «θέμα κύριο ήταν να περισώσουμε τον χρυσό του αποθέματος». Αποφασίστηκε να μεταφερθεί ο χρυσός στην Πραιτώρια, έδρα της Κεντρικής Τράπεζας της Νότιας Αφρικής. Το πρώτο σκέλος του ταξιδιού, από το Ηράκλειο στη Σούδα, έγινε με ένα μικρό αγγλικό ρυμουλκό, που λεγόταν «Σάλβια».
Υπό διαρκείς επιθέσεις στούκας ο χρυσός μεταφέρθηκε από το υποκατάστημα της ΤτΕ στο λιμάνι του Ηρακλείου και από εκεί φορτώθηκε στο ρυμουλκό. Οταν ξεκίνησε το «Σάλβια», τα στούκας, που το παρακολουθούσαν, του επιτέθηκαν. Ο κυβερνήτης του ρυμουλκού κατόρθωσε με τα μικρά, αντιαεροπορικά πολυβόλα του να καταρρίψει δύο από τα γερμανικά αεροπλάνα και να φτάσει στη Σούδα, με τα κιβώτια του χρυσού στο κατάστρωμα.
Από εκεί άρχιζε νέο, δύσκολο εγχείρημα. Τα κιβώτια μεταφορτώθηκαν από το «Σάλβια» στο καταδρομικό «Dido» για να τα μεταφέρει στην Αλεξάνδρεια, πρώτο σταθμό του ταξιδιού. Ο χρυσός αποθηκεύτηκε προσωρινά στο υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας της Αιγύπτου. Οταν η διοίκηση της Τραπέζης της Ελλάδος ζήτησε από την Εθνική Τράπεζα της Αιγύπτου να της παραδώσει τον χρυσό, βρέθηκε προ της έντονης αντίρρησης της αιγυπτιακής τράπεζας.«Εμείς ξέρουμε ότι η ΤτΕ είναι στην Αθήνα», έλεγαν οι Αιγύπτιοι, προφανώς υποκινούμενοι από άλλους, αναφέρει ο συγγραφέας. Χρειάστηκαν έτσι πολλά και έντονα διαβήματα για να παραδοθεί τελικά ο χρυσός.
Η μαρτυρία του υποδιοικητή της ΤτΕ καταλήγει ως εξής: «Τοποθετήσαμε τον χρυσό σε φορτηγά αυτοκίνητα και με τη συνοδεία τανκς τον μεταφέραμε μέσω της ερήμου στο Σουέζ. Εκεί φορτώθηκε σε εμπορικό πλοίο που είχε επιταχθεί, στο οποίο επιβιβάστηκε και ο διευθυντής Αριστείδης Λαζαρίδης μαζί με ακόμη έναν υπάλληλο.
Ετσι ο χρυσός μεταφέρθηκε στο Ντέρμπαν της Νότιας Αφρικής, όπου στο μεταξύ φτάσαμε κι εμείς. Εκεί φορτώθηκε σε ειδική αμαξοστοιχία, την οποία μας διέθεσε ο στρατάρχης Σματς. Ο χρυσός μετατράπηκε σε ομοειδείς ράβδους και μεταφέρθηκε στην Πραιτώρια, όπου και εναποτέθηκε για φύλαξη στα θησαυροφυλάκια της South African Reserve Bank».