Ο καθηγητής Ακτινολογίας Απόστολος Καραντάνας

Επιβεβλημένη  η αποδόμηση διαχωριστικών γραμμών  μεταξύ ειδικοτήτων

Όλο και περισσότεροι άνθρωποι υποφέρουν στην καθημερινότητά τους από παθήσεις του μυοσκελετικού συστήματος. Εν καιρώ μάλιστα πανδημίας, τα μυοσκελετικά συμπτώματα εμπλέκονται με τα ψυχοσωματικά νοσήματα που «πυροδοτούνται» από το στρες, την ανασφάλεια, τη μοναξιά.

Η διάγνωση και η θεραπεία των παθήσεων του μυοσκελετικού συστήματος αφορά όλο και περισσότερο κόσμο, αφορά όμως πια  και περισσότερες ιατρικές ειδικότητες και αυτό δημιουργεί ένα πλαίσιο ασφαλούς καθοδήγησης για τον ασθενή που σε πολλές περιπτώσεις ταλαιπωρείται άδικα επί χρόνια και περιφέρεται πελαγωμένος και καταπονημένος από γιατρό σε γιατρό μέχρι να εντοπιστεί η πραγματική «πηγή» της πάθησης του.

Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που ρευματολογικές παθήσεις αντιμετωπίζονται ως ορθοπαιδικές και το αντίστροφο, με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό για τον ίδιο τον ασθενή.

Γι’ αυτά τα ζητήματα όπως και άλλα είχαμε την ευκαιρία να συνομιλήσουμε με τον Καθηγητή Ακτινολογίας της Ιατρικής του Πανεπιστημίου Κρήτης και Διευθυντή του Τμήματος Ιατρικής Απεικόνισης του ΠΑΓΝΗ κ. Απόστολο Καραντάνα, εκ των διοργανωτών του 3ου Θερινού Σχολείου Ακτινολογίας-Μυοσκελετικού που πραγματοποιήθηκε το προηγούμενο διάστημα στο Ηράκλειο, με κύριο θέμα «Η Ρευματολογία συναντά την Ορθοπαιδική».

Συνδιοργανωτής στο συνέδριο ήταν επίσης  ο Αν. Καθηγητής Ρευματολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και Διευθυντής της Ρευματολογικής Κλινικής του ΠΑΓΝΗ κ. Π. Σιδηρόπουλος.

Λόγω των συνθηκών της πανδημίας το συνέδριο έγινε σε υβριδική μορφή, δηλαδή  η συμμετοχή ήταν κυρίως  διαδικτυακή, και τις εργασίες του παρακολούθησαν σύνεδροι από επτά χώρες.

Απευθυνόταν σε ρευματολόγους, ορθοπαιδικούς, ειδικευόμενους ακτινολόγους και νέους ειδικευμένους ακτινολόγους που εστιάζουν στις παθήσεις του μυοσκελετικού.

Η συζήτηση με τον κ. Καραντάνα είχε ως εξής:

Ερ: Οι μυοσκελετικές παθήσεις κάνουν “θραύση” στην εποχή μας! Όλο και περισσότεροι άνθρωποι ταλαιπωρούνται  στην καθημερινότητα τους με ό,τι συνεπάγεται αυτό σε επίπεδο ποιότητας ζωής. Τι μπορούν λοιπόν να περιμένουν οι ασθενείς “όταν η Ρευματολογία συναντά την Ορθοπαιδική” με την καταλυτική συνδρομή της Ακτινολογίας;

Απ: Είναι αλήθεια ότι οι παθήσεις του μυοσκελετικού συστήματος ταλαιπωρούν όλο και περισσότερους ανθρώπους και αυτό έχει πολλές αιτίες. Οι πιο συχνές σχετίζονται με την καθιστική ζωή, αλλά και το αυξημένο προσδόκιμο επιβίωσης και φυσικά αυξανομένης της ηλικίας οι αρθρώσεις και οι τένοντες εκφυλίζονται, τα δε οστά υφίστανται ευκολότερα κατάγματα όπως για παράδειγμα στην οστεοπόρωση.

Όμως δεν θα πρέπει να παραλείψουμε ότι τα μυοσκελετικά συμπτώματα συχνά εμπλέκονται στα ψυχοσωματικά νοσήματα, ενώ σε περιόδους οικονομικής κρίσης ή κατά την παρούσα κρίση της πανδημίας με απομόνωση και αβεβαιότητα, αυξάνονται δραματικά σε συχνότητα και ένταση. Στο θέμα της διάγνωσης, και λιγότερο της θεραπείας, οι ακτινολόγοι έχουν σημαντική συμβολή γιατί μπορούν να κατευθύνουν σωστά τους ασθενείς.

Για παράδειγμα, ασθενείς με φλεγμονώδες νόσημα της σπονδυλικής στήλης μπορεί να παρακολουθούνται από ορθοπαιδικούς για πολλά χρόνια πριν βρεθούν σε ρευματολογική εποπτεία. Αντίστοιχα, ασθενείς με ορθοπαιδικό πρόβλημα, όπως εκφυλιστική νόσος σπονδυλικής στήλης, μπορεί να βρίσκονται σε ρευματολογική παρακολούθηση. Οι ασθενείς λοιπόν, από την ακαδημαϊκή αυτή συνάντηση της Ρευματολογίας με την Ορθοπαιδική, περιμένουν από τους θεράποντες ιατρούς καλή συνεργασία για αποτελεσματική και έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία.

Ερ: Πόσο σημαντική είναι “η ισχύς εν τη ενώσει” διαφορετικών ειδικοτήτων στη διάγνωση και θεραπεία συνδρόμων του μυοσκελετικού συστήματος;

Απ: Είναι πολύ σημαντική. Η συνεργασία τριών ειδικοτήτων καταρχήν έχει σαν αποτέλεσμα όπως προείπαμε την έγκαιρη και ακριβή διάγνωση. Επιπλέον, οι ασθενείς ανακτούν την εμπιστοσύνη τους στους γιατρούς, όταν αισθάνονται ότι αυτό που τους προτείνεται γίνεται για την καλύτερη δυνατή διαχείριση του προβλήματος υγείας που τους ταλαιπωρεί.

Ερ: Στο παρελθόν υπήρχε περισσότερο μία αίσθηση “διαχωριστικών γραμμών” και μία δυσκολία  στη συνεργασία μίας ιατρικής ειδικότητας με άλλη ή άλλες, κάτι που σήμερα δείχνει πλέον να έχει ξεπεραστεί εκ των πραγμάτων, προς όφελος των ασθενών. Πόσο ελπιδοφόρα, αποτελεσματική αλλά και επιβεβλημένη είναι αυτή η επιστημονική «εξωστρέφεια»;

Απ: Πράγματι, στη χώρα μας υπήρχε και υπάρχει μια δυσκολία συνεργασίας, όχι μόνο στην Ιατρική, αλλά και γενικότερα. Η κουλτούρα αυτή αλλάζει και το συνέδριο που οργανώσαμε έχει και αυτό το σκοπό. Να αποδομήσει τις διαχωριστικές γραμμές μεταξύ ειδικοτήτων. Αυτή είναι η τάση παγκόσμια, αυτή ακολουθούμε και εμείς, τόσο καθημερινά στο ΠΑΓΝΗ όσο και στις εκπαιδευτικές δραστηριότητες.

Ερ: πόσο σημαντική είναι η διαρκής εκπαίδευση ειδικευόμενων και νέων ειδικευμένων, ποια η συμμετοχή και η ανταπόκριση υπό συνθήκες πλέον πρωτόγνωρες για όλους μας εν μέσω πανδημίας;

Απ: Αγαπητή κ. Καρεκλάκη, με λύπη θα σας πω ότι η Ελλάδα είναι μία από τις λίγες χώρες της Ευρώπης, Δυτικής και πρώην Ανατολικής, που η δια βίου εκπαίδευση των γιατρών δεν είναι υποχρεωτική και η επάρκεια δεν πιστοποιείται ανα τακτά χρονικά διαστήματα. Σε επιστημονική εργασία που είναι υπό δημοσίευση σε έγκυρο ακτινολογικό περιοδικό, που αναλύει ερωτηματολόγιο που στάλθηκε σε 46 χώρες, η χώρα μας ήταν από τις λίγες που διακρίνονται αρνητικά.

Χώρες σαν την Αλβανία και το Κόσοβο έχουν θεσμοθετήσει τις απαραίτητες προϋποθέσεις για τα παραπάνω, απαιτώντας συγκεκριμένες σε αριθμό διδακτικές μονάδες (CMEs) ετησίως ή/και περιοδικές εξετάσεις για διατήρηση της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος. Η εκπαίδευση και πιστοποίηση επάρκειας δια βίου, είναι αυτονόητη σήμερα, και όχι μόνο στην Ιατρική.

Παρά την απουσία ωστόσο κατάλληλου θεσμικού πλαισίου, οι ειδικευόμενοι και ειδικοί γιατροί, συμμετέχουν όλο και περισσότερο στις νέες μορφές συνεδριακής εκπαίδευσης, παρότι η οικονομική υποστήριξη για εκπαίδευση από την πολιτεία είναι μηδενική. Χαρακτηριστικά, στο 2ο σχολείο είχαμε περίπου 100 εγγραφές και στο υβριδικό 3ο, πάνω από 300.

Η τεχνολογία επιτρέπει ευκολότερη παρακολούθηση δια ζώσης ή κατ’ αίτηση μετά τη λήξη του συνεδρίου, έχει μικρότερο κόστος για τους συνέδρους που κάνουν καλύτερη διαχείριση χρόνου χωρίς να κλείσουν το ιατρείο και χωρίς να απομακρυνθούν από την οικογένεια. Με τον τρόπο αυτό, είναι δυνατή η παρακολούθηση περισσότερων συνεδρίων.

Τέλος, η τεχνολογία καθιστά δυνατή και τη διαδραστική εκπαίδευση που είναι πολύ σημαντική σε παρόμοια εκπαιδευτικά συνέδρια, όπου η συμμετοχή των συνέδρων είναι το ζητούμενο και όχι η απλή παρακολούθηση μιας διάλεξης.