Σας αρέσει να κάνετε ποδήλατο στην κρητική ύπαιθρο αλλά δυσκολεύεστε να καταλάβετε τους ντόπιους. Δημιουργήσαμε το απόλυτο κρητικό ποδηλατικό λεξικό που θα κάνει την ζωή σας ευκολότερη. Καλές Βόλτες.
Κρητική Λέξη – Μετάφραση
Α
αλάργο μακρυά
αμπώθω σπρώχνω (συνώνυμα=πηλώθω)
ανάκαρα Η σωματική δύναμη
αναντρανίζω παίρνω δυνάμεις, δυναμώνω
αναντρανιστίρι τα συμπληρώματα διατροφής που δίνουν ενέργεια και βελτιώνουν τις αποδώσεις
ανεβόλεμα ανηφόρα (ορθό ανεβόλεμα = μεγάλη ανηφόρα)
ανεκουλουρίδα μεγάλος κύκλος, πιο μακρινή διαδρομή αντιθ. κονταρίδα
αντιστοιβάσσω σείομαι τραντάζομαι
αξομονή διαμονή, διανυκτέρευση
απομάκρεμα προσθήκη για να μακρύνει το ρούχο
απόπαε από εδώ
ατζάρες μπούτια
αφορδακός βάτραχος
Β
βαβαλίζω περιποιούμαι, φροντίζω
βάγγα χαντάκι
βαροκαμπανίζω είμαι βαρύς
βολοσερμαθιά το ίχνος που αφήνει ένα συρόμενο αντικείμενο
βούργια μικρό σακίδιο
βουρίδι μούσκεμα
βρούχος θόρυβος
Γ
γαβρώνω πιάνομαι
γαμπαδάκι ελαφρύ παλτό
γαμπάς χοντρό και ζεστό παλτό που φοράνε οι Κρητικοί το χειμώνα
γερά γερά γρήγορα γρήγορα
γιαγέρνω επιστρέφω
γρομπόλα καρούμπαλο
γύβεντο ρεζίλι
Δ
δάμακας ή δέτης γκρεμός
Ε
εβάρηκα ή βαρίσκω χτύπησα
εγιουρουντήξανε όρμησαν
ελόστρεψα στραμπούλιξα
εμησερώθηκα τραυματίστηκα βαριά, χτύπησα
έμπος σκοτείνιασμα του ουρανού προμήνυμα κακοκαιρίας
εξεχαβδούκιασε εξεκάλεψε, προοδεύει
επάντηξα συνάντησα
επόδωκα κατάντησα
εργώ κρυώνω, είμαι άρρωστος
έχνος ζώο
Ζ
ζεβλώνω λυγίζω
K
κατσιφάρα ομίχλη
κολύμπα λακκούβα με νερό
κονταρίδα πιο σύντομος δρόμος
κορυζάζω διψάω πολύ
κουλαντρίζω τα βγάζω πέρα
κουτουλώ χτυπάω με τα κέρατα ή με το κεφάλι
κρυγιότη κρύος καιρός, κρύο
κιλότες το κρητικό παραδοσιακό
παντελόνι
Λ
λαήνι μικρή στάμνα, υδροδοχείο
λαλώ οδηγώ όχημα
λαφάσσω λαχανιάζω
λιξολοΐδια λιχουδιές, σοκολάτες, γλυκά κ.α.
λογαδερός πολύχρωμος
M
μαγαρίζω λερώνω
μαλάθρακας καλόγερος, σπυρί
μολέρνω ελευθερώνω, αμολάω
μουνταίρνω επιτίθεμαι
μπολίδι μαντήλι, μπαντάνα
μπερντούκι μεγάλο πρήξιμο
N
νεροπρασά πλημμύρα του εδάφους, οι αυλακώσεις στο χώμα από τις ροές του νερού της βροχής
ντρέτα ίσια
ντρετώνω ισιώνω
ντρουβάς μεγάλες και δυνατές τσάντες για βαριά αντικείμενα & εργαλεία
ξεγιβεντίζομαι ξεφτιλίζομαι
ξεκουρμουλώνω καταστρέφω
ξετσιλακώνω συνθλίβω, λιώνω κάτι πιέζοντας
ξόμπλια περίτεχνα σχέδια σε υφαντά
O
οθε μπού προς τα πού;
Π
πάσπαρος σκόνη
πατούλια η παρέα. Από αυτή την λέξη οι Γάλλοι δημιούργησαν τον ποδηλατικό όρο Peloton
πηλά λάσπες
πιλώθω σπρώχνω
πιρμπαΐρι σημείο που το δέρνουν οι άνεμοι
πλάκα ακτινογραφία
ποδηλατάρης ποδηλάτης ή μποδηλάτης
Σ
σαφί συνέχεια
συγκούδουνοι όλοι μαζί
συνορίζομαι συναγωνίζομαι
σφίγγω τρέχω
Τ
τέλι σύρμα
τσαφουνιά γρατζουνιά
τρόχαλος ξερολιθιά
τσιλάζω έχω διάρροια
τσούρλος μεγάλη πέτρα
Φ
φιοφιορίζω στολίζω , πλουμίζω
φκεραίνω πέφτω, αδειάζω
φλάσκωσα έπεσα
φουντούλης αυτός που αγοράζει ακριβά, μοντέρνα και λουσάτα ρούχα. Όλα του τα ρούχα είναι ταιριαστά μεταξύ τους και σε κάθε ποδηλασία εμφανίζεται με νέο σετάκι
Χ
χαλασάς κατολίσθηση
χαλίσικος γνήσιος, ανόθευτος
χαράκι μεγάλη πέτρα, ριζωμένος βράχος
χιαλβαργια κρητικές μπότες
χυματερό κατηφορικό (αντίθετο = ανεβόλεμα) downhill