Στην Ελλάδα η εμφάνιση του αθλητικού σωματείου και η εξάπλωση της σωματικής άσκησης αποτελούν φαινόμενα νεωτερικά, που συνδέονται τόσο με ευρύτερα ιδεολογικά ρεύματα όσο και με τους ιδιαίτερους μετασχηματισμούς της ελληνικής κοινωνίας.
Όπως έχει επισημάνει η ιστορικός Χριστίνα Κουλούρη, στη διάρκεια της δεκαετίας του 1870 εμφανίζονται οι πρώτες ασυντόνιστες προσπάθειες για ίδρυση αθλητικών σωματείων, που θα κλιμακωθούν στις επόμενες δεκαετίες, ενώ το 1922 ο ελληνικός αθλητισμός μαζικοποιείται, διευρύνεται η κοινωνική του βάση, η αθλητική δραστηριότητα αποκτά περιοδικότητα, εμφανίζεται ο αθλητικός Τύπος και αλλάζει ο συσχετισμός δύναμης των διαφόρων σπορ, με το ποδόσφαιρο να γίνεται ο αδιαμφισβήτητος πρωταγωνιστής.
Ακολουθώντας με μικρή καθυστέρηση την εξέλιξη του φαινόμενου σε άλλα μεγαλύτερα αστικά κέντρα της χώρας, η εμφάνιση του οργανωμένου αθλητισμού στο Ηράκλειο χρονολογείται στα πρώτα χρόνια της Κρητικής Πολιτείας.
Στη συνέχεια, δεκαετίες 1920 και 1930 έχουμε τα πρώτα σωματεία, και ανάπτυξη στοιχειωδών οργανωτικών δομών και αθλητικών υποδομών. Τότε το Ηράκλειο γνώρισε απότομη διόγκωση με την έλευση των προσφύγων από τη Μικρά Ασία.
Εάν στα χρόνια της Αυτονομίας της Κρήτης διαμορφώθηκαν στοιχειώδεις πυρήνες αθλητικής δραστηριότητας με βραχύβια λειτουργία, η είσοδος των Μικρασιατών προσφύγων στην πόλη διαμόρφωσε τις κοινωνικές προϋποθέσεις για την περαιτέρω ανάπτυξη του αθλητισμού σε αυτήν.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1920 ενισχύθηκε ο σωματειακός αθλητισμός και οι οργανωτικές του δομές, το ποδόσφαιρο ξεχώρισε ως το πλέον δημοφιλές άθλημα και την ίδια ώρα παρουσιάστηκε μια στοιχειώδης αθλητική δραστηριότητα στο στίβο, το βόλεϊ, την κολύμβηση και το τένις.
Οι αιτίες αυτής της εξέλιξης οφείλονται σε μια σειρά από παράγοντες. Η διάδοση του αθλητισμού στην υπόλοιπη Ελλάδα και η συγκρότηση οργανωτικών δομών (ΣΕΓΑΣ, ΕΠΟ, ΕΚΟΦ) επηρέασε θετικά την τοπική αθλητική κίνηση. Η είσοδος στην πόλη 14.000 περίπου προσφύγων και η συσσώρευση ενός αυξημένου εργατικού πληθυσμού (Ο πληθυσμός της πόλης αυξήθηκε κατά 33,02% (από τους 29.491 κατοίκους το 1920 έφθασε στους 39.231 το 1928).
Η αύξηση προήλθε από την εισροή προσφυγικού πληθυσμού (14.069 πρόσφυγες το 1928, 35,86 του συνολικού) που υπερκάλυψε την έξοδο 7.998 Μουσουλμάνων) που αναζητούσε διεξόδους συλλογικής δράσης και πρόσβασης σε δραστηριότητες του ελεύθερου χρόνου συνέβαλαν στη διεύρυνση των κοινωνικών στρωμάτων που ασχολήθηκαν με τον αθλητισμό. Ακόμη, εγκαταστάθηκαν στην πόλη άνθρωποι από τα αστικά κέντρα της Μικράς Ασίας, που είχαν ασχοληθεί στο παρελθόν με τον αθλητισμό.
Στα βιώσιμα σωματεία που εμφανίζονται. εκείνη την περίοδο η συμβολή των προσφύγων στα διοικητικά συμβούλια και στα αγωνιστικά τμήματα είναι καθοριστική. Η εμφάνιση στα χρόνια 1924-1931 των πρώτων βιώσιμων σωματείων με επίκεντρο το ποδόσφαιρο αποτέλεσε σημαντικό εφαλτήριο για την περαιτέρω διάδοση των αθλητικών ιδεών και πρακτικών.
Το ποδόσφαιρο ήταν το μόνο άθλημα που συγκέντρωνε ένα μεγάλο αριθμό θεατών και ασκούσε μια ισχυρή έλξη στα εργατικά στρώματα.
Την περίοδο αυτή αυξήθηκαν οι σποραδικές αναφορές του τοπικού Τύπου για τον αθλητισμό, ιδιαίτερα μετά το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1920.
Το πρώτο άτυπο ποδοσφαιρικό σωματείο που εμφανίστηκε στον τοπικό αθλητισμό τη δεκαετία του 1920 ήταν η Ένωση Αρμενίων. Ο σύλλογος δημιουργήθηκε από τη Νεολαία Αρμενίων Ηρακλείου το 1923 και οι αθλητές του αθλούνταν σε αυτοσχέδιο γήπεδο πλησίον του Εβραϊκού νεκροταφείου. Ένα έτος μετά τη δημιουργία του σταμάτησε να λειτουργεί και μέρος των ποδοσφαιριστών του ενσωματώθηκε στην Ένωση Γυμναστικών Οργανώσεων Ηρακλείου (ΕΓΟΗ).
Το σωματείο επαναλειτούργησε το 1928 με πρόεδρο τον Αράμ Κασπαριάν ως τμήμα της Πανελλήνιας Ενώσεως Αρμενίων Αθλητών με ομάδα ποδοσφαίρου και βόλεϊ, αποτελώντας ένα κύτταρο αθλητικής και κοινωνικής δραστηριότητας για το Αρμενικό στοιχείο που είχε αυξηθεί τα χρόνια αυτά μετά την είσοδο Αρμενίων προσφύγων από την ανατολική Τουρκία.
Ένας σημαντικός σταθμός στην ιστορία του οργανωμένου αθλητισμού στην πόλη ήταν η ίδρυση της ΕΓΟΗ (μεταπολεμικά μετονομάστηκε Εθνικός Γυμναστικός Όμιλος Ηρακλείου) τον Ιούνιο του 1924, έπειτα από πρωτοβουλία στελεχών του σωματείου Άμιλλα που είχε διαλυθεί.26 Πρωτεργάτης στη δημιουργία της ΕΓΟΗ ήταν ο διευθυντής της Εμπορικής Σχολής, κοσμήτορας του Μουσικού Συλλόγου Απόλλων και πρόεδρος της διοικούσας επιτροπής του Ωδείου Ηρακλείου Ιωάννης Τζοβενής, που διετέλεσε για σειρά ετών πρόεδρος στο σωματείο.
Το σωματείο στα πρώτα του βήματα είχε ως έδρα την Πλατιά Στράτα, ενώ το αγωνιστικό τμήμα ποδοσφαίρου στεγάστηκε με ενέργειες του Ιερωνυμάκη σε ξύλινο παραπέτασμα στο γήπεδο Χάνδαξ, το οποίο επαναλειτούργησε με ενέργειες του συλλόγου. Η ΕΓΟΗ αρχικά δημιούργησε τμήματα «αθλητισμού» και άλλων «παιδιών» (ποδόσφαιρο, τένις και ναυτικά αγωνίσματα).
Η ΕΓΟΗ από το 1927 και για δύο χρόνια φιλοξένησε στις τάξεις της τον Νέο Αστέρα, ένα σωματείο που διαμορφώθηκε από αθλητές και παράγοντες που αποχώρησαν από τον ΟΦΗ τον Δεκέμβριο του 1926 και λόγω του νεαρού της ηλικίας τους δεν μπορούσαν να δημιουργήσουν ξεχωριστό σωματείο.
Ο Νέος Αστήρ είχε σημαντική αθλητική δραστηριότητα, αφού εισήγαγε το 1927 το βόλεϊ στον τοπικό σωματειακό αθλητισμό με επιδείξεις της ανδρικής και από τις αρχές του 1928 της γυναικείας ομάδας, διέθετε τμήματα πυγμαχίας, κολύμβησης και ποδοσφαίρου. Το σωματείο λειτούργησε ως αυτόνομο παράρτημα στην ΕΓΟΗ με πρόεδρο τον Φάνη Φλεριανό μέχρι τα τέλη του 1928, όταν αποφασίστηκε η πλήρης ένταξή του στην ΕΓΟΗ, αφού η διοικητική του αυτοτέλεια θεωρήθηκε απειλή για την ενότητα του σωματείου.
Η ΕΓΟΗ αρχικά διέθετε δύο τμήματα: της «Ποδοσφαιρίσεως και Αθλητισμού» με πρόεδρο τον γυναικολόγο Μιχάλη Ιερωνυμάκη και της «Αντισφαίρισης» με πρόεδρο τον πολιτικό μηχανικό Γιώργο Βοΐλα. Η αντισφαίριση, που εθεωρείτο ως το κατεξοχήν ευγενές άθλημα, συσπείρωσε επίλεκτα μέρη της αστικής κοινωνίας γύρω από τη Λέσχη Αντισφαίρισης στα Ενετικά Τείχη, στους Επτά Μπαλτάδες.
Το 1929, μετά τη διάλυση του Νέου Αστέρα, ίδρυσε τμήμα Κολύμβησης, Λεμβοδρομιών και Ναυτικών παιδιών με πρόεδρο τον Ιωάννη Αδάμη, που χωρίστηκε σε τρία υπο-τμήματα: λεμβοδρομίας-ιστιοπλοΐας, κολύμβησης και ναυτικών παιδιών με προέδρους τους Ιωάννη Αδάμη, Α. Μυλωγιάννη και Παναγιώτη Λογάνδο, αντίστοιχα.32 Τα τμήματα αυτά έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των θαλάσσιων σπορ. Το 1930 το τμήμα Ποδοσφαίρου αυτονομήθηκε και το τμήμα Αθλητισμού και Παιδιών οργανώθηκε γύρω από το βόλεϊ και το στίβο. Το 1936 δημιούργησε παλαιστικό τμήμα. Παράλληλα με τα αγωνιστικά τμήματα, η ΕΓΟΗ διέθετε δραστήριο τμήμα εκδρομών και περιηγήσεων, με στόχο τη διάδοση του αθλητισμού στην ενδοχώρα του νομού και την επίσκεψη χώρων με ιστορικό, αρχαιολογικό και φυσιολατρικό ενδιαφέρον.
Σε επίπεδο αγωνιστικών δραστηριοτήτων η ΕΓΟΗ φαίνεται να είχε κυριαρχική παρουσία σε ορισμένα «ευγενή αθλήματα» όπως το τένις και η κολύμβηση και διέθετε ισχυρότατες ομάδες στο στίβο και το ποδόσφαιρο.
Τον Δεκέμβριο του 1925, ενάμιση χρόνο μετά την ίδρυση της ΕΓΟΗ, εμφανίστηκε ο Όμιλος Φιλάθλων Ηρακλείου (ΟΦΗ), ο οποίος είχε καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξη του τοπικού αθλητισμού και, ιδιαίτερα μεταπολεμικά, έγινε η κυρίαρχη αθλητική δύναμη. Οι διεργασίες για την ίδρυση του σωματείου είχαν ξεκινήσει το καλοκαίρι του 1925 από μια ομάδα ευυπόληπτων Ηρακλειωτών.
Πρωτεργάτες σε αυτήν την κίνηση, ανάμεσα σε άλλους, ήταν ο μετέπειτα γιατρός Μηνάς Ζαμπιόζης, ο σταφιδοεξαγωγέας Νίκος Κωνσταντινίδης, ο έμπορος Χρήστος Μυστίλογλου, ο αντιπρόσωπος τσιγάρων και επιχειρηματίας Μανώλης Παπακαλιάτης, ο κτηματίας Γιώργος Μαρκόπουλος ή Τσακίρας (για πολλά χρόνια έφορος του ποδοσφαιρικού τμήματος), ο αθλητής δρόμου και ποδοσφαιριστής Μηνάς Κυρλής, οι αδελφοί Θεοδόσης (υπάλληλος στο μουσείο) και Λέανδρος Καρούσος (ιδιοκτήτης ποδηλατάδικου) και ο στρατιωτικός, μετέπειτα Διοικητής των Προσκόπων Ηρακλείου και του 43ου ΣΠ, Στέλιος Κατεχάκης.
Το πρώτο διοικητικό συμβούλιο του συλλόγου συστήθηκε στις αρχές του 1926 με πρόεδρο τον Μηνά Κιρλή, αντιπρόεδρο τον Αναστάσιο Μαυρουδή, γενικό γραμματέα τον Νίκο Κωνσταντινίδη, ταμία τον Χρήστο Μυστίλογλου και συμβούλους τους Χρήστο Τρικουράκη, Βασίλη Σφακιανάκη και Θεοδόση Καρούσο.
Το σωματείο αναγνωρίσθηκε επίσημα από το Πρωτοδικείο Ηρακλείου στις 29.12.1925 (απόφαση 1239/29.12.1925) και συσπείρωσε γύρω του το δυναμισμό των ανερχόμενων αστικών στρωμάτων απέναντι στην πνευματική ελίτ και τα παραδσιακά αστικά στρώματα που αντιπροσώπευε η ΕΓΟΗ. Το σωματείο εξαρχής έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στη δημιουργία ισχυρού ποδοσφαιρικού τμήματος, που συσπείρωσε γύρω του μεγάλο μέρος των λαϊκών στρωμάτων της πόλης.
Παράλληλα, ανέπτυξε δεσμούς με το προσκοπικό σώμα, το 1ο Γυμνάσιο Ηρακλείου, που αποτελούσαν τα βασικά φυτώριά του, και με φιλαθλητικούς στρατιωτικούς κύκλους που είχαν ενεργή συμμετοχή σε διοικητικά σχήματα του συλλόγου.38 Επίκεντρο των διοικητικών και ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων του ΟΦΗ ήταν εντευκτήριο παρά τον Άγιο Μηνά ενώ μέρος των αθλητικών δραστηριοτήτων λάμβαναν χώρα στο Γυμναστήριο της οδού Ιδομενέως. Για τις αγωνιστικές υποχρεώσεις ο σύλλογος διέθετε αποδυτήρια σε μικρό Οθωμανικό Κουμπέ, που βρισκόταν βόρεια του γηπέδου Χάνδαξ, πλησίον των Ενετικών Τειχών.
Ο ΟΦΗ, τους πρώτους μήνες λειτουργίας του, δημιούργησε τμήματα στίβου, πάλης και πυγμαχίας (από Κωνσταντινοπολίτες μποξέρ με βραχύβια λειτουργία).
Από αυτά τη μεγαλύτερη ανάπτυξη γνώρισε το ποδοσφαιρικό, στο οποίο με ενέργειες παραγόντων του, ιδιαίτερα του Λύσανδρου Καρούσου, κατόρθωσε να προσελκύσει ποδοσφαιριστές από άτυπα σωματεία και γειτονιές της πόλης και να κυριαρχήσει στο τοπικό ποδόσφαιρο την περίοδο 1928-1935. Η ομάδα κατέκτησε πέντε τοπικά πρωταθλήματα (1928, 1929, 1931, 1933, 1935, τα δύο πρώτα εκ των οποίων είχαν άτυπη μορφή και διοργανώνονταν από τον ΟΦΗ και την ΕΓΟΗ) και μια ισοβαθμία στην πρώτη θέση με την ΕΓΟΗ το 1932, για να γνωρίσει στη συνέχεια μια αγωνιστική κάμψη στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1930. Η ομάδα στίβου είχε αξιοσημείωτη αγωνιστική μέχρι τις αρχές του 1930.
Το 1928 δημιουργήθηκε τμήμα κολύμβησης και ομάδα ανδρικού και γυναικείου βόλεϊ, το τελευταίο με τη φροντίδα του τμήματος δεσποινίδων του συλλόγου.
Στα έτη 1928-1932 παρατηρείται μια σημαντική κινητικότητα στον αθλητισμό της πόλης με πρωτοβουλίες πολιτών για τη δημιουργία σωματείων που επιδίωκαν να εκφράσουν νέα αιτήματα της αστικής κοινωνίας. Στα έτη 1928 και 1929 δημιουργήθηκε μια σειρά από άτυπα ποδοσφαιρικά σωματεία στην παλιά πόλη (Απόλλων στον Άγιο Τίτο, Θησεύς, Ατρόμητος, Λέων, Ιδομενεύς και Μίνως), και στις συνοικίες (Ατρόμητος στον προσφυγικό συνοικισμό του Ατσαλένιου, Ένωση Αρμενίων στην Αρμένικη συνοικία στο Καμαράκι και Ολυμπιακός Αθλητικός Όμιλος Αλικαρνασσέων στη Νέα Αλικαρνασσό).
Παράλληλα, παρατηρούνται και οργανωμένες κινήσεις από μέλη των μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων για τη δημιουργία ομάδων που θα μπορούσαν να ανταγωνιστούν τους ΟΦΗ και ΕΓΟΗ. Στα μέσα του 1929 μια ομάδα Ηρακλειωτών που προέρχεται από την πνευματική ελίτ των μεσαίων στρωμάτων με δεσμούς με το βενιζελισμό και αριστερούς κύκλους της πόλης και την Εμπορική Σχολή δημιούργησε την Αθλητική Ένωση Εργοτέλης, κάνοντας δεκτή την πρόταση «εξεχόντων φιλάθλων της πόλης να επιλεγεί ονομασία που να θυμίζει τον πρώτο Ηρακλειώτη Ολυμπιονίκη εκ Κνωσού».
Το σωματείο ιδρύθηκε τον Αύγουστο του 1929 και αναγνωρίστηκε στη συνέχεια από το Πρωτοδικείο Ηρακλείου (αρ. απόφασης 1788/1929). Το πρώτο διοικητικό συμβούλιό του συγκροτήθηκε με πρόεδρο τον τότε αντισυνταγματάρχη Δημήτρη Μαλαγαρδή, αντιπρόεδρο τον δικηγόρο Ιωάννη Ζερβουδάκη, Γενικό Γραμματέα τον δημοτικό υπάλληλο Μιχάλη Λογαριαστάκη και συμβούλους τον επεξεργαστή σταφίδας Νίκο Αθανασιάδη και τον έμπορο Ευάγγελο Πατεράκη.
Στο συμβούλιο συμμετείχαν ακόμη και ως έφοροι τμημάτων, ο γιατρός Νίκος Νιστυκάκης (ποδόσφαιρο), ο έμπορος Στυλιανός Χριστοφίδης (κλασικού αθλητισμού) και η καθηγήτρια σωματικής αγωγής Ελένη Λελεδάκη (βόλεϊ). Η τελευταία ήταν η μόνη γυναίκα που εντοπίζεται σε ιδρυτικό διοικητικό συμβούλιο τοπικού σωματείου.
Το σωματείο ανέστειλε τη λειτουργία του το 1935 και ενώ είχε προηγηθεί μια ταραγμένη τριετία με εμπλοκή ηγετικών στελεχών του στα πολιτικά πάθη της. Ο σύλλογος επανιδρύθηκε το 1937 από τον υπάλληλο της Νομαρχίας Ηρακλείου Νίκο Φωτιάδη και ανέπτυξε και αξιόλογο τμήμα κλασικού αθλητισμού και ισχυρό ποδοσφαιρικό τμήμα.
Το φθινόπωρο του 1929 ιδρύθηκε και ο Ολυμπιακός Ηρακλείου, σύμφωνα με την Ελευθέρα Σκέψι «από υγιή και ηθικά στελέχη με ανώτερη ιδεολογία», που μπορούσαν να εγγυηθούν ότι ο αθλητισμός της πόλεως που είχε απογοητεύσει τους φιλάθλους εξαιτίας των «ατελεύτητων ερίδων των παλαιών σωματείων θα βαδίση πλέον απροσκόπτως προς την πρόοδον και την εξέλιξιν».46 Πρώτος πρόεδρος ήταν ο δικηγόρος Νίκος Στειακάκης, τον οποίο διαδέχθηκε λίγους μήνες αργότερα ο ιατρός Βίκτωρ Γουναλάκης, με αντιπρόεδρο τον Ιωάννη Ζαρουδάκη.
Στις αρχές του 1930 εμφανίστηκαν άλλα δύο ισχυρά σωματεία. Ο Ηρακλής λειτουργούσε ανεπίσημα από το 1928 με έδρα τη συνοικία του Αγίου Ματθαίου, αναγνωρίστηκε επίσημα το φθινόπωρο του 1931 και είχε ως πρώτο πρόεδρο τον Μ. Καβρό και αντιπρόεδρο τον Νίκο Παπαδάκη.
Χώρος συνάντησης των αθλητών και των μελών του Ηρακλή ήταν το καφενείο του Δημήτρη Καρέλη στο Σεϊτάν Ογλού. Ο Ηρακλής διέθετε τμήμα κλασικού αθλητισμού και ισχυρό ποδοσφαιρικό τμήμα, το οποίο την περίοδο 1935-1940 είχε σημαντική αγωνιστική παρουσία και αποτέλεσε τη δεύτερη πιο ισχυρή τοπική ομάδα μετά την ΕΓΟΗ κατακτώντας το πρωτάθλημα το 1937, σπάζοντας για πρώτη φορά την αγωνιστική κυριαρχία των ΟΦΗ και ΕΓΟΗ. Τα φυτώρια του Ηρακλή βρίσκονταν σε λαϊκές γειτονιές της πόλης, κυρίως την περιοχή γύρω από το Μπεντενάκι στο λιμάνι και τη συνοικία του Αγίου Ματθαίου. Στην περίοδο της ακμής του συλλόγου είχαν συσπειρωθεί γύρω του επιφανείς αθλητικοί παράγοντες της πόλης.
Το δεύτερο βιώσιμο σωματείο που ιδρύθηκε την περίοδο 1931-1932 ήταν ο Ερμής (μετέπειτα Εθνικός) με έδρα την προσφυγική περιοχή της Αγίας Τριάδας. Ο σύλλογος ιδρύθηκε το 1932 από ομάδα φιλάθλων που προερχόταν από τις γύρω περιοχές, με πρώτο πρόεδρο τον Παντελή Κρουσταλλάκη, έφορο τον Χρήστο Μηλαθιανάκη και γενικό γραμματέα τον Ιωάννη Σινετσάκη. Το σωματείο δραστηριοποιήθηκε αποκλειστικά στο τμήμα ποδοσφαίρου και υποστηρίχτηκε από το πολυπληθές προσφυγικό στοιχείο που διέμενε στην Αγία Τριάδα. Ο σύλλογος συμμετείχε ανελλιπώς στα επόμενα πρωταθλήματα.
Στις αρχές του 1930 παρατηρούνται και άλλες προσπάθειες δημιουργίας προσφυγικών σωματείων Ερμής. Το 1930 εμφανίστηκε για σύντομο χρονικό διάστημα η Ένωσις Ατσαλένιου, που συγκροτήθηκε από γειτονιές του προσφυγικού προαστίου, και η Ένωση Μικρασιατών. Τον Νοέμβριο του 1931 αναφέρεται η πρώτη συνάντηση της Αθλητικής Ένωσης Νέας Αλικαρνασσού Ηρόδοτος σε φιλική συνάντηση με τον Ηρακλή, πριν από την προσωρινή διακοπή της λειτουργίας του. Το επόμενο έτος ο σύλλογος επανιδρύεται με πρωτοβουλίες του γιατρού Μιχαήλ Βελισσάριου για να αδρανήσει στα επόμενα χρόνια.
Το 1931 εμφανίστηκε στον Πόρο ο Πανηρακλειώτικος Ποδοσφαιρικός Σύλλογος που μετονομάστηκε σε Αθλητική Ποδοσφαιρική Ένωση Πόρου, με πρόεδρο τον Φάνη Φλεριανό και ένα χρόνο αργότερα ο Παναθηναϊκός Πόρου που λειτούργησε άτυπα μέχρι το 1937, όταν ποδοσφαιριστές του μαζί με τους συναδέλφους τους από το άτυπο προσφυγικό σωματείο Μίνως εντάχθηκαν στις δυνάμεις του επανιδρυθέντος Εργοτέλη. Οι προσφυγικές συνοικίες αποτελούσαν μια ανεξάντλητη πηγή ανθρώπινου δυναμικού για τα ισχυρά σωματεία της πόλης στο Μεσοπόλεμο, ενώ τη μεταπολεμική περίοδο η συσπείρωση του Μικρασιάτικου στοιχείου γύρω από τα δημοφιλή σωματεία του Ηροδότου (που επανιδρύθηκε το 1951 και συμμετείχε στο τοπικό πρωτάθλημα) και του ΠΟΑ Ατσαλένιου θα οδηγήσει στην αγωνιστική τους άνοδο και στην πρωταγωνιστική τους παρουσία στο τοπικό ποδόσφαιρο.
Η ραγδαία ανάπτυξη ποδοσφαιρικών συλλόγων την περίοδο 1925-1931 γέννησε την ανάγκη της δημιουργίας ενός φορέα συντονισμού και οργάνωσης των ποδοσφαιρικών σωματείων και διοργανώσεων. Έτσι το 1929 δημιουργήθηκε η Ποδοσφαιρική Ένωση Κρήτης (ΠΕΚ) με πρώτο πρόεδρο τον Δημήτρη Μαλαγαρδή και μετά από δύο έτη σωματειακών διενέξεων για τον έλεγχό της μετατράπηκε σε Ένωση Ποδοσφαιρικών Σωματείων Ηρακλείου (ΕΠΣΗ), έχοντας τον πλήρη διοικητικό και οργανωτικό έλεγχο των ποδοσφαιρικών διοργανώσεων στο νομό Ηρακλείου.
Εκτός από το ποδόσφαιρο, την περίοδο 1923-1935 εμφανίστηκαν και μια σειρά από σωματεία που δραστηριοποιήθηκαν στον κλασικό αθλητισμό, την ορειβασία και το αυτοκίνητο. Από αυτά το μόνο βιώσιμο ήταν το Παράρτημα του Ελληνικού Ορειβατικού Ομίλου που δημιουργήθηκε το 1923 από φυσιολάτρες της πόλης, με επικεφαλής τον δημοσιογράφο και λογοτέχνη Γιάννη Μουρέλλο, και το οποίο λειτουργεί μέχρι σήμερα.
Άλλα σωματεία που εμφανίστηκαν στο διάστημα αυτό ήταν το Παράρτημα Ηρακλείου της Ελληνικής Λέσχης Αυτοκινήτου και Περιηγήσεων με πρόεδρο τον αρχαιολόγο και ιστοριοδίφη Στέφανο Ξανθουδίδη (1928), ο Σπάρτακος (1929), το προσφυγικό σωματείο Α.Ο. Ιωνία Ηρακλείου (1932), ο Παγκρήτιος Αθλητικός Σύλλογος Ηρακλείου (1933) και ο Πανηρακλειώτικος Αθλητικός Όμιλος Κρητών (1935) με πρόεδρο τον Μάνο Βαταλιό. Τα σωματεία αυτά είχαν ολιγόχρονη παρουσία στα αθλητικά δρώμενα της πόλης. Το ενδιαφέρον για τον αθλητισμό γέννησε την ανάγκη για τη διαμόρφωση αθλητικών υποδομών και διοικητικών δομών που μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1920 ήταν ανύπαρκτες.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1920 δημιουργήθηκε το γήπεδο Χάνδαξ στο χώρο που χρησιμοποίησαν παλαιότερα οι Βρετανοί στρατιωτικοί για στρατιωτικές ασκήσεις και στη συνέχεια είχε περιέλθει στο Σύνταγμα Πεζικού. Το γήπεδο αυτό στο Μεσοπόλεμο ελλείψει άλλου χώρου χρησιμοποιήθηκε και για σχολικές επιδείξεις και αγώνες κλασικού αθλητισμού.
Τη δεκαετία του 1920 λειτουργούσε το γυμναστήριο της οδού Ιδομενέως, που φιλοξένησε αγώνες βόλεϊ και γυμναστικής. Οι σποραδικοί κολυμβητικοί αγώνες διεξάγονταν στο Ενετικό Λιμάνι και οι προπονήσεις στην παραλία Τρυπητής. Το πρώτο υποτυπώδες γήπεδο τένις στο Μεσοπόλεμο δημιουργήθηκε από το Τμήμα Αντισφαίρισης της ΕΓΟΗ σε πρόχειρες εγκαταστάσεις στο προάστιο της Θερίσου, σε χώρο που παραχώρησαν τα μέλη του συλλόγου Φέφος και Στέλιος Περδικογιάννης.
Το 1928 το τμήμα μεταφέρθηκε στο γήπεδο Τένις στους Επτά Μπαλτάδες, σε χώρο που προοριζόταν για εγκατάσταση της Εμπορικής Σχολής και παραχωρήθηκε στο σωματείο με ενέργειες του Διευθυντή της Εμπορικής Σχολής και προέδρου της ΕΓΟΗ Ιωάννη Τζοβενή.
Μετά την ίδρυση των ΕΓΟΗ και ΟΦΗ διοργανώθηκε το φθινόπωρο του 1926 το πρώτο ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα με περιορισμένη συμμετοχή σωματείων, το οποίο επαναλήφθηκε δύο χρόνια αργότερα για να συνεχιστεί αδιάλειπτα μέχρι την κατοχή, με εξαίρεση το έτος 1936, όταν δημιουργήθηκαν ζημιές στο γήπεδο Χάνδαξ λόγω του ισχυρού σεισμού στην πόλη και αποφασίστηκε η μη διεξαγωγή πρωταθλήματος.
Το 1927 συστήθηκε Μικτή ομάδα ποδοσφαίρου Ηρακλείου και το 1928 η Μικτή Γυμνασίων. Η επίσημη ποδοσφαιρική δραστηριότητα επικεντρωνόταν στους αγώνες των τοπικών πρωταθλημάτων, που ξεκινούσαν την άνοιξη και ολοκληρώνονταν το καλοκαίρι, για να αποφεύγονται οι κίνδυνοι της πλημμύρας και του λασπωμένου αγωνιστικού χώρου, που καθιστούσαν αδύνατη τη διεξαγωγή αγώνων σε ένα προβληματικό γήπεδο. Ακόμη, τα σωματεία έδιναν σποραδικές φιλικές συναντήσεις μεταξύ τους ή με ομάδες σχολείων, στρατιωτικών μονάδων και ναυτών πολεμικών καραβιών που κατέπλεαν στο λιμάνι του Ηρακλείου.
Τον Σεπτέμβριο του 1932, και ενώ το ενδιαφέρον του κοινού για τα σπορ έχει ενισχυθεί, εμφανίζεται και η πρώτη προσπάθεια δημιουργίας αθλητικού Τύπου με την έκδοση της αθλητικής εφημερίδας Αθλητική Κρήτη από τον Νίκο Κατεχάκη. Μπορεί το εγχείρημα της νέας εφημερίδας να μην είχε βιωσιμότητα, αλλά από τα τέλη της δεκαετίας του 1920 οι αναφορές στην αθλητική, ιδίως την ποδοσφαιρική, ειδησεογραφία είναι πυκνότερες και συνοδεύονται από ρεπορτάζ και σχόλια, ενώ στις αρχές της επόμενης δεκαετίας παρουσιάζονται και οι πρώτες φωτογραφίες από ποδοσφαιρικές συναντήσεις στα Χεντέκια.
Τον Ιούνιο του 1928 διοργανώθηκαν γυμναστικές επιδείξεις και αγώνες στίβου των εκπαιδευτηρίων της πόλης και την επόμενη δεκαετία καθιερώθηκαν οι ετήσιοι μαθητικοί αγώνες με τη συμμετοχή όλων των σχολείων της πόλης (Κοραής, Εμπορική, Γυμνάσιο Αρρένων και Θηλέων, Πρακτικό Λύκειο, Ανώτατο Παρθεναγωγείο και Παιδαγωγική Ακαδημία Μπουρλώτου).
Σιγά, σιγά ιδρύθηκαν μετά κι άλλα τμήματα στους υπάρχοντες συλλόγους, αλλά και νέοι σύλλογοι.
Από το βιβλίο του «Δίκτυα αστικής κοινωνικότητας και σωματειακού αθλητισμού στο Ηράκλειο (1890-1940)