Ίσως θα ήταν πολύ τραβηγμένο να σκεφτεί κάποιος ότι το Brexit θα μπορούσε να είχε σημαντικές επιπτώσεις για τους αγρότες της Κρήτης.
Όπως φαίνεται, όμως, η σκέψη όχι μόνο δεν είναι τραβηγμένη, αλλά αφορά όλο τον αγροτικό πληθυσμό του νησιού, είτε πρόκειται για κατ’ επάγγελμα αγρότες, είτε για αυτούς που απλώς διατηρούν κάποια αγροτεμάχια.
Πώς συμβαίνει αυτό; Η απάντηση κρύβεται στις… επιδοτήσεις.
Κι αυτό γιατί η Μεγάλη Βρετανία συνεισέφερε στην Ευρωπαϊκή Ένωση ένα από τα υψηλότερα ποσά αγροτικών επιδοτήσεων, το οποίο και άγγιζε τα 80 δισεκατομμύρια στερλίνες, όπως υποστηρίζει ο αντιπρόεδρος της Ένωσης Ηρακλείου Μύρων Χιλετζάκης.
Αυτό το ποσό, μετά την απομάκρυνση της Μεγάλης Βρετανίας, θεωρητικά χάνεται, οπότε ο επιμερισμός του συνολικού ποσού προς όλες τις χώρες που δικαιούνται επιδοτήσεις μειώνεται σε πολύ μεγάλο βαθμό.
Κι εδώ αρχίζουν απλά τα προβλήματα και δεν τελειώνουν. Γιατί η Ελλάδα ήδη έχει μπει σε ένα καθεστώς της «λεγόμενης» σύγκλησης, της μείωσης δηλαδή των ποσών που δίνονται ως επιδότηση για δενδρώδεις καλλιέργειες προκειμένου να ενισχυθούν άλλου τύπου βοηθητικά μοντέλα.
Σε αυτό το πλαίσιο από τα 2,2 δισ. που δικαιούται σε ετήσια βάση, έχει φθάσει να λαμβάνει 2 δισ. ευρώ, κάτι που οι παραγωγοί διαπιστώνουν κάθε χρόνο αφού λαμβάνουν ολοένα και λιγότερα ποσά.
Χρήματα όμως από τη σύγκληση διεκδικούν χώρες όπως η Λιθουανία, η Εσθονία ή ακόμα και η Πολωνία πιέζοντας την Ευρωπαϊκή Ένωση ισχυριζόμενες πως έχουν μείνει αρκετά πίσω σε σχέση με άλλες χώρες που έχουν λάβει διαχρονικά κράτη – μέλη της Ένωσης, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Χώρες όπως Λιθουανία, Εσθονία και Πολωνία τονίζουν ότι η Ελλάδα έχει υψηλότατα ποσοστά σύγκλησης και σε καμία περίπτωση πλέον δεν θα έπρεπε να λαμβάνει επιδοτήσεις στο ύψος που λαμβάνει μέχρι σήμερα.
Με βάση όλα αυτά τα δεδομένα κι αν πρώτα δεν αποσαφηνιστεί το τι πρόκειται να συμβεί με τη Βρετανία, η αρμόδια Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν μπορεί να προχωρήσει στην κατάθεση του σχετικού φακέλου για την έγκριση των επιδοτήσεων. «Το σίγουρο είναι πως δεν μπορεί να κατατεθεί ο φάκελος» αναφέρει ο Μύρων Χιλετζάκης για να προσθέσει:
«Εμείς από την πλευρά μας πιέζουμε και ρωτάμε για να έχουμε μια εικόνα και να οργανώσουμε κι ένα πλάνο διεκδικήσεων. Όμως δεν λαμβάνουμε κάποια πειστική απάντηση και περιμένουμε να δούμε τι πρόκειται να συμβεί. Δεν είναι δυνατόν όμως να μην επηρεάσει η έξοδος της Μεγάλης Βρετανίας, αφού η συμβολή της στην ενίσχυση των αγροτών ήταν πάρα πολύ μεγάλη».
Τα σενάρια που υπάρχουν παραμένουν πάρα πολλά, με το εφιαλτικό της πλήρους κατάργησης για τη στρεμματική ενίσχυση να παραμένει ενεργό στο τραπέζι.
Οι συνδικαλιστές των αγροτών ζητούν απαντήσεις και διευκρινίσεις, ωστόσο κανείς δεν μπορεί με σιγουριά να πει το ποια θα είναι η επόμενη ημέρα για τον αγροτικό κόσμο. Με βάση τα ισχύοντα δεδομένα, πάντως, αυτό που διαφαίνεται είναι ότι η επόμενη ημέρα δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να είναι καλύτερη.