Καθηλωμένες οι τιμές λαδιού γύρω στα 5 ευρώ
Κάτω από τα 5,5 ευρώ είναι η τιμή παραγωγού στο ελαιόλαδο όταν η τιμή στο ράφι φθάνει τα 8 και τα 9 ευρώ

Καθηλωμένες κάτω από τα 5,5 ευρώ το κιλό είναι καθηλωμένες οι τιμές του ελαιολάδου λίγο πριν λήξει η ελαιοκομική περίοδος, με τις απόψεις για το άμεσο αλλά και το μεσοπρόθεσμο μέλλον της αγοράς λαδιού να διίστανται.

Το σίγουρο είναι ότι οι τιμές είναι κατά πολύ μειωμένες από την περσυνή περίοδο, το λάδι που μέχρι σήμερα έχει πωληθεί διατέθηκε στην ντόπια αγορά και δεν υπάρχει κανένα ενδιαφέρον για να εξαχθεί λάδι από την Ελλάδα.

Ένα σημείο που δύσκολα μπορεί να βρει πάντως μια λογική ερμηνεία αφορά στο γεγονός ότι ενώ υπάρχει έλλειψη και ζήτηση ελαιολάδου στην παγκόσμια αγορά οι τιμές στην Ελλάδα εξακολουθούν να είναι χαμηλές.

Η «Π» μίλησε με τον πρόεδρο των Μικρών Συνεταιρισμών της ΕΘΕΑΣ Μύρωνα Χιλετζάκη αλλά και τον πρόεδρο του συνδέσμου τυποποιητών ελαιολάδου Κρήτης Γιώργο Ανδρεαδάκη, καταγράφοντας απόψεις για το ίδιο ζήτημα από δύο διαφορετικές πλευρές.

Όσον αφορά στην παρούσα κατάσταση ο κ. Χιλετζάκης υποστηρίζει ότι αυτό που τώρα βλέπουμε είναι «παιχνίδια της αγοράς» και αυτό που θα πρέπει να γνωρίζουν οι ελαιοπαραγωγοί, χωρίς να αποκλείει ότι μπορεί το επόμενο διάστημα να αυξηθεί η τιμή του ελαιολάδου, κάνοντας λόγο για εικονική κρίση.

 

Μύρων Χιλετζάκης «Οι τιμές που πωλούν αυτήν την στιγμή οι παραγωγοί είναι από 4,5 ως 5,5 ευρώ το κιλό. Την ίδια στιγμή οι τιμές στο ράφι κυμαίνονται από 8 ως 9 ευρώ γι αυτό και πρόκειται για μια εικονική κρίση που έχει δημιουργηθεί στην αγορά. Θα πρέπει να περιμένουν λίγο οι παραγωγοί για βελτίωση της τιμής».

 

Ιδιαίτερα συγκρατημένος είναι από την πλευρά του ο κ. Ανδρεαδάκης ο οποίος τονίζει ότι με δεδομένη τη διαμορφωμένη κατάσταση σήμερα είναι παρακινδυνευμένο να γίνει οποιαδήποτε πρόβλεψη για το μέλλον. Έτσι όπως επισημαίνει κανείς δεν μπορεί να δώσει μια ασφαλή εκτίμηση στους παραγωγούς για το πώς θα πρέπει να πράξουν.

 

Γιώργος Ανδρεαδάκης «Εμείς ως τυποποιητές παίρνουμε λάδι στα 5 και 5,15 ευρώ ανάλογα με τη ζήτηση που υπάρχει και το διαθέτουμε στην εγχώρια αγορά. Δεν υπάρχει ζήτηση για εξαγωγές και δεν μπορώ να διακινδυνεύσω καμία πρόβλεψη. Βλέπουμε την κατάσταση μέρα-μέρα, άντε και σε ορίζοντα εβδομάδας. Από κει και πέρα βλέπουμε».

Ο πρόεδρος της ΕΘΕΑΣ Μύρων Χιλετζάκης που αυτήν την εποχή περιοδεύει σε ελαιώνες σε όλη την Ελλάδα τονίζει ότι η ανομβρία έχει συμβάλει στην μείωση της παραγωγής που δεν θα ξεπεράσει πανελλαδικά τους 180.000 τόνους, όταν η μέρη παραγωγή μιας καλής χρονιάς φθάνει τους 250.0000 τόνων και τονίζει: «η κατάσταση όπως διαμορφώνεται αυτή την στιγμή στην παγκόσμια αγορά ελαιολάδου είναι η εξής: ενώ η παραγωγή είναι μειωμένη κατά 40% ως 50% η τιμή στο ράφι έχει απογειωθεί.

Γίνεται φανερό από αυτό ότι υπάρχουν παράγοντες και ενέργειες στην αγορά που δημιουργούν ανισορροπίες. Σε αυτήν την ιστορία η Ελλάδα εμφανίζεται ως ο φτωχός συγγενής αφού Ευρωπαϊκά κράτη που έχουν μεγάλη μείωση στην παραγωγή τους και έχουν ανάγκη για ελαιόλαδο, εισάγουν όχι από τη χώρα μας αλλά από τρίτες χώρες».

Μεγάλη μείωση παρουσιάζουν οι ελαιοπαραγωγές στις χώρες Ιταλία και Ισπανία και κάνουν εισαγωγές από χώρες εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως είναι η Τουρκία, η Τυνησία και το Μαρόκο.

Σύμφωνα με τον κ. Χιλετζάκη εισάγουν σε τιμές κοντά σε αυτές της Ελλάδας, ενώ ο κ. Ανδρεαδάκης από την πλευρά του επισημαίνει ότι εισάγουν σε τιμές χαμηλότερες και φυσικά χύμα λάδι με το βυτίο, τονίζοντας ότι η Ιταλία εισήγαγε με συμφωνίες από την Τουρκία με 4,5 ευρώ ενώ από την Τυνησία από 3,85 ως 3,95.

Διαφορετικές πολιτικές

Αναφερόμενος στις διαφορετικές πολιτικές που ακολουθούν οι εκτός Ευρώπης χώρες, ο κ. Χιλετζάκης αναφέρει την περίπτωση της Τουρκίας, η οποία πριν από τα τέλη Αυγούστου προκειμένου να καλυφθεί η εγχώρια αγορά δεν επέτρεπε τις εξαγωγές ελαιολάδου και από 1η Σεπτεμβρίου άνοιξε την αγορά βάζοντας ωστόσο τον περιορισμό να μπορούν να εξαχθούν 10.000 τόνοι το χρόνο.

Ο ίδιος πάντως θέτει ένα εύλογο ερώτημα: «πώς γίνεται να περνούν τα σύνορα της Ευρώπης προϊόντα τα οποία δεν πληρούν τον Ευρωπαϊκό κατάλογο περί φυτοφαρμάκων; Τα φάρμακα αυτά είναι απαγορευμένα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και χρησιμοποιούνταν στην Ελλάδα και στις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης πριν από 15 χρόνια».

Σύμφωνα με τον ίδιο αυτά είναι που θα πρέπει να διεκδικηθούν σε σχέση με το προϊόν μας, όπως και μια σειρά ακόμα ενεργειών που θα ενισχύσουν το ελαιόλαδο και δεν θα το αφήσουν να έχει την τύχη της σταφίδας. Καταλήγοντας ως προς αυτό το θέμα, ο κ. Χιλετζάκης αναφέρει: «το λάδι είναι εθνικό προϊόν και πρέπει να μείνει εθνικό προϊόν.

Δεν πρέπει να επιτρέψουμε να έχει την τύχη της σταφίδας. Είναι υγεία, διατροφή και παράδοση. Το 40% των ελληνικών εδαφών καλύπτονται από ελαιώνες και θα πρέπει να προστατευτούν».

Το θέμα του ελαιολάδου εξάλλου αλλά και της τρέχουσας ΚΑΠ, αλλά και της νέας που η διαπραγμάτευσή της αρχίζει το 2027 θα θέσει ο κ. Χιλετζάκης στη συνάντηση που έχει το συντονιστικό των αγροτών και των κτηνοτρόφων το μεσημέρι της Τετάρτης με τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης Κώστα Τσιάρα.

«Αυτό που εμείς επιδιώκουμε» επισημαίνει ο κ. Χιλετζάκης: «είναι να επιδοτούνται όσοι πραγματικά παράγουν. Υπάρχει σοβαρός κίνδυνος αν δεν γίνει αυτό η χώρα μας να χάσει χρήματα».

Η υφιστάμενη κατάσταση

Σύμφωνα με τον κ. Χιλετζάκη «Οι τιμές που πωλούν αυτήν την στιγμή οι παραγωγοί είναι από 4,5 ως 5,5 ευρώ το κιλό. Την ίδια στιγμή οι τιμές στο ράφι κυμαίνονται από 8 ως 9 ευρώ γι’ αυτό και πρόκειται για μια εικονική κρίση που έχει δημιουργηθεί στην αγορά. Γι’ αυτό και θα πρέπει να περιμένουν λίγο οι παραγωγοί για βελτίωση της τιμής».

Από την πλευρά του ο κ. Γιώργος Ανδρεαδάκης τονίζει: «Εμείς ως τυποποιητές παίρνουμε λάδι στα 5 και 5,15 ευρώ ανάλογα με τη ζήτηση που υπάρχει και το διαθέτουμε στην εγχώρια αγορά. Δεν υπάρχει ζήτηση για εξαγωγές και δεν μπορώ να διακινδυνεύσω καμία πρόβλεψη. Βλέπουμε την κατάσταση μέρα μέρα άντε και σε ορίζοντα εβδομάδας. Από ‘κει και πέρα βλέπουμε».

Διαφορετική άποψη επικρατεί σε σχέση με την ποσότητα ελαιολάδου που θα παράξει φέτος η χώρα μας αφού σύμφωνα με τον κ. Χιλετζάκη υπάρχει μεγάλη μείωση της παραγωγής κυρίως εξαιτίας της ανομβρίας ενώ σύμφωνα με τον κ. Ανδρεαδάκη η παραγωγή είναι αυξημένη.

Σε αυτό που και οι δύο συμφωνούν είναι στην εξαιρετική ποιότητά του.