Με 5 τροπολογίες επί του ν. 4823/21 για την εκπαίδευση, ΥΠΑΙΘ και κυβέρνηση, επιχειρεί να επιβάλει την ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών αιφνιδιαστικά και να δημιουργήσει τετελεσμένα λίγο πριν τις εκλογές, επαναφέροντας τον αυταρχικό θεσμό του επιθεωρητή στα σχολεία, μετά από 41 χρόνια.

Με πρόσχημα «τη βελτίωση του εκπαιδευτικού έργου» προσπαθεί να ξεκινήσει την αξιολόγηση από το πιο ευάλωτο κομμάτι του κλάδου, τους νεοδιόριστους εκπαιδευτικούς, και σε ορισμένες περιοχές που έχει ήδη εκλέξει «τους γαλάζιους» συμβούλους για να την επεκτείνει έπειτα σε όλο τον κλάδο.

Οι νεοδιόριστοι που υποχρεώθηκαν, ως αναπληρωτές, να δώσουν ΑΣΕΠ και  με το προσοντολόγιο Γαβρόγλου να συγκεντρώνουν αενάως πρόσθετα πτυχία και μόρια, γίνονται όμηροι ενός ωμού εκβιασμού – που ποντάρει στο φόβο και την ανάγκη- και  στόχο έχει να περάσει η ατομική αξιολόγηση.

Η άρνηση των σύννομων μονιμοποιήσεων των συναδέλφων που διορίστηκαν από το 2020 –και έχουν συμπληρώσει με βάση τον υπάρχοντα νόμο τη δόκιμη 2ετία -καθιστά σαφές ότι η de facto αμφισβήτηση της μονιμότητας και η σύνδεσή της με την ατομική αξιολόγηση απειλεί όλους τους εκπαιδευτικούς, καθώς αποτελεί το πρώτο βήμα για την άρση και στη συνέχεια την κατάργηση της μονιμότητας.

H κυβέρνηση, όπως και όλες οι προηγούμενες (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ) που προσπάθησαν να εφαρμόσουν την αξιολόγηση 30 χρόνια τώρα, διατείνονται ότι στόχος είναι «η αναβάθμιση του σχολείου και των εκπαιδευτικών».

Όμως:  η διαρκής υποχρηματοδότηση της εκπαίδευσης, οι άθλιες υποδομές, οι τραγικές ελλείψεις εκπαιδευτικών (1500 οι αναπληρωτές φέτος σε α΄και β/βαθμια μόνο στο ν. Ηρακλείου ως τώρα), η αύξηση του αριθμού των μαθητών ανά τάξη μέσα στην πανδημία, η επιβολή της ΕΒΕ, της Τράπεζας θεμάτων, των εξετάσεων PISA, αποδεικνύουν ότι ο στόχος είναι άλλος. Ένα φθηνό, κατηγοριοποιημένο σχολείο, που θα λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, με «επενδυτές» και χορηγούς με ελαστικές σχέσεις εργασίας και κάθε λογής εξεταστικούς  φραγμούς για όλο και λιγότερους μαθητές και εκπαιδευτικούς.

Έτσι θα τροφοδοτείται, από τη μία, η βιομηχανία της ιδιωτικής εκπαίδευσης, και από την άλλη, η αγορά με φτηνό εργατικό δυναμικό με πρόσκαιρες «εργασιακές δεξιότητες, ανταγωνιστικές στη διεθνή αγορά», αλλά όχι ολοκληρωμένη γνώση.  Δεν είναι τυχαία άλλωστε και η κατάργηση των Κοινωνικών Επιστημών και των Εικαστικών από το ωρολόγιο πρόγραμμα, η μείωση ωρών των Φυσικών επιστημών και τα «νέα» αναλυτικά προγράμματα που ετοιμάζονται.

Με στρατηγική στόχευση την υλοποίηση  όλων των παραπάνω κατευθύνσεων της Ε.Ε και του ΟΟΣΑ η κυβέρνηση,  με βασικά εργαλεία την «αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας» και την «ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών»  επιδιώκει: α)την κατηγοριοποίηση των εκπαιδευτικών, (εξαιρετικός, πολύ καλός, ικανοποιητικός, μη ικανοποιητικός), τον έλεγχο και την πειθάρχηση, επιβάλλοντας  κλίμα υποταγής στις απαιτήσεις- «προτιμήσεις» των επιθεωρητών του υπουργείου και της εκάστοτε κυβέρνησης, πράγμα που καμία σχέση δεν έχει με την παιδαγωγική ελευθερία και δημοκρατία που έχει ανάγκη η εκπαίδευση.

β) την άρση της μονιμότητας με την καθιέρωση της αξιολόγησης για όλους ανά δυο (2) χρόνια και την γενίκευση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων  γ) την εσαεί επιβολή του προσοντολογίου (ΣΥΡΙΖΑ- Γαβρόγλου) για αέναο κυνήγι  προσόντων-μορίων σε βάρος της προσωπικής μας ζωής  και του εκπαιδευτικού έργου δ) «επιμορφώσεις» και καθήλωση του μισθού για όσους κρίνονται «ανεπαρκείς» και στο βάθος απολύσεις (βλ. νέο μισθολόγιο το 2024 που προβλέπει σύνδεση της αξιολόγησης με το μισθό).

Αποτέλεσμα όλων αυτών η διάλυση της συλλογικότητας, του κλίματος συνεργασίας και των εργασιακών σχέσεων με τη διάκριση των  εκπαιδευτικών σε «ικανούς» και  «λιγότερο ικανούς» που θα ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλον  και με διαφορετικές συμβάσεις εργασίας. Εντατικοποίηση της δουλειάς μας με τεράστιο γραφειοκρατικό φόρτο (φόρμες αξιολόγησης, συνεδριάσεις κλπ) και εργασιακή ζούγκλα, με τελικό αποδέκτη τους μαθητές…Μαζί με την αυτονομία της σχολικής μονάδας κατηγοριοποίηση σχολείων σε «καλά» και «κακά», με την ανάλογη χρηματοδότηση, και φυσικά για όλα τα κακώς κείμενα «θα φταίνε οι εκπαιδευτικοί» που θα βαθμολογούνται αναλόγως…

Για όλα τα παραπάνω η επιβολή της ατομικής αξιολόγησης αποτελεί αίτια πολέμου για τους εκπαιδευτικούς και ιστορική καμπή για το δημόσιο σχολείο και την ελληνική εκπαίδευση.

Εξάλλου το εκπαιδευτικό μας έργο καθημερινά  εκτίθεται στα μάτια των μαθητών μας, των γονέων και της κοινωνίας. Ο ήδη υπάρχων δημοσιοϋπαλληλικός κώδικας προβλέπει για παραβατικές συμπεριφορές, παραλείψεις, παραβιάσεις κλπ.

Είναι σαφές επίσης ότι το εκπαιδευτικό έργο – στο οποίο υπεισέρχεται πλήθος ψυχοκοινωνικών παραγόντων- είναι μη μετρήσιμο, είναι μια δυναμική και πρωτότυπη διαδικασία που δεν χωράει στις φόρμες και τα κουτάκια της 100βαθμης κλίμακας του Υπουργείου.

Η διεθνής εμπειρία εφαρμογής της αξιολόγησης σε άλλες χώρες, έχει οδηγήσει ήδη σε καταστροφικά αποτελέσματα τη δημόσια εκπαίδευση με αύξηση της σχολικής διαρροής, κλείσιμο σχολείων και παραιτήσεις  εκπαιδευτικών.   Το εκπαιδευτικό κίνημα στην Ελλάδα έχει καταφέρει με τους αγώνες του μέχρι τώρα να μην επιτρέψει την εφαρμογή της αξιολόγησης και τη διάλυση του δημόσιου σχολείου. Το ίδιο θα κάνουμε και τώρα!

Με ανυποχώρητο, πολύμορφο, πανεκπαιδευτικό και απεργιακό αγώνα, μέσα από τα σωματεία μας, να ανατρέψουμε την αξιολόγηση, να επιβάλουμε την άμεση μονιμοποίηση όλων των νεοδιόριστων και των αναπληρωτών χωρίς όρους και προϋποθέσεις και αυξήσεις στους μισθούς ώστε να ζούμε με αξιοπρέπεια.

Να δώσουμε ηχηρό μήνυμα και σε οποιονδήποτε επόμενο κυβερνητικό διαχειριστή. Στην κατεύθυνση αυτή  η ΕΛΜΕ Ηρακλείου καλεί σε μαζική συμμετοχή στην πανεκπαιδευτική απεργία στις 15/2 και σε ενημέρωση γονείς και μαθητές  τη Δευτέρα 20/2/2023 στις 7μμ στο 3ο ΓΕΛ.

 

* Η  Αντιγόνη Τρούλη είναι μέλος ΔΣ της ΕΛΜΕ Ηρακλείου και του Γενικού Συμβουλίου της ΑΔΕΔΥ