Έξι υπόσκαφα κτήρια μιας μεγάλης ξενοδοχειακής μονάδας επιχειρείται να ανεγερθούν στον επιβλητικό βράχο του Πλακιά και συγκεκριμένα στο γνωστό στον αναρριχητικό κόσμο Παλίγκρεμνο, διάσημο για το εξαιρετικό φυσικό κάλλος και την ιδιαίτερη γεωλογική αξία του. Με ασφαλιστικά μέτρα ο Δήμος Αγίου Βασιλείου κατάφερε να βάλει φρένο στις μπουλντόζες και τα βαριά μηχανήματα που είχαν αρχίσει εκσκαφές στο επίμαχο σημείο, επικαλούμενος ότι προχώρησαν στη διαπλάτυνση δρόμου μέσα από δασική έκταση, όπου εκτός των άλλων υπάρχει και ένα μη οριοθετημένο ρέμα.
Το όλο θέμα έχει ανάψει «φωτιές» στην περιοχή, όπου σύσσωμη η τοπική κοινωνία στηρίζει την προσπάθεια του Δήμου Αγίου Βασιλείου, που από το Υπουργείο Περιβάλλοντος ζητά να χαρακτηριστεί η περιοχή ως ιδιαίτερου κάλλους, ώστε να υπάρχει μια ασπίδα προστασίας από επενδυτικά σχέδια και παρεμβάσεις που θα αλλοιώσουν το εξαιρετικό φυσικό περιβάλλον της. Από την πλευρά του το υπουργείο ποτέ δεν μπήκε στη διαδικασία ούτε καν να απαντήσει στο αίτημα του Δήμου.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων Ρεθύμνου από την πρώτη στιγμή είχε πάρει ξεκάθαρη θέση στο όλο θέμα, τονίζοντας μεταξύ άλλων ότι «…η εμπορευματοποίηση της θέας πρέπει να έχει κάποια όρια».
Ειδικότερα όπως αναφέρει, «κέντρο της αρχιτεκτονικής είναι η κατοίκηση. Υπάρχουν τόποι όπου ο άνθρωπος κατοικεί σωματικά και τόποι όπου κατοικεί πνευματικά. Τέτοιοι τόποι είναι οι βουνοκορφές, τα φυσικά τοπόσημα (φυσικοί σχηματισμοί ιδιαίτερου κάλλους), που «χτίζουν» την ταυτότητα μιας ευρύτερης περιοχής. Ένα τέτοιο τοπόσημο είναι η θέση Παλίγκρεμνος, στην ανατολική πλευρά της παραλίας του Πλακιά στο Ρέθυμνο.Η θέση αυτή δεν κατοικήθηκε ποτέ, μιας και είναι εκτεθειμένη στους ισχυρότατους βορειοδυτικούς ανέμους της περιοχής, που καθιστούν αδύνατη την ανθρώπινη κατοίκηση σωματικά, ενώ αντίθετα ανέκαθεν αποτελούσε έναν τόπο ψυχικής ανάπαυσης, επαφής με την φύση, αναρριχητικής και περιπατητικής δραστηριότητας.
Τον χαρακτήρα αυτό του Παλίγκρεμνου υπογραμμίζουν και νομοθετούν πολεοδομικές μελέτες που βρίσκονται σε τελικό στάδιο υπογραφής όπως:
– ΣΧΟΟΑΠ τ. Δ. Φοίνικα (Μελετητές: Δασκαλάκης-Μελάκη-Στάππας)
– Ειδική Χωροταξική Μελέτη Νοτίων Ακτών Νομού Ρεθύμνου (Μελετητές: Δασκαλάκης-Οικονόμου-Τσακίρη)
και πληθώρα άλλων μελετών και υπουργικών αποφάσεων που φτάνουν στην δεκαετία του 1960, που ρητά απαγορεύουν κάθε οικοδομική δραστηριότητα εκεί. Ειδικότερα, στην υπ. αριθμόν 42284/13-10-2017 (ΦΕΚ 260/Α.Α. Π/2017) απόφαση υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας περί «Έγκρισης Του Περιφ. Χωροταξικού Πλαισίου Π. Κρήτης» που συντάχθηκε έχοντας υπόψη και την αναπτυξιακή πολιτική Εθνικού Περιφερειακού επιπέδου καθώς και την «Ευρωπαϊκή Σύμβαση Τοπίου (Ν.3827/10 ΦΕΚ Α/3/10) και ειδικότερα: Άρθρο 5, Άρθρο 11.
Σημειώνουμε ακόμα ότι, σύμφωνα με τον γεωλογικό χάρτη της χώρας, απόσπασμα του οποίου περιλαμβάνεται στην γεωλογική μελέτη του Νίκου Στάππα, που έχει εγκριθεί από την ΠΕΧΩ Ηρακλείου Κρήτης, το υπ’ όψιν κτηριακό συγκρότημα θα δομηθεί πάνω σε τρία ενεργά ρήγματα με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Μαζί με τα ανωτέρω, υπάρχει η γνωμάτευση του Πανεπιστημίου Κρήτης (Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης), που προτείνει την κήρυξη του Παλίγκρεμνου ως προστατευόμενου τοπίου – μνημείο, εξαιτίας της σημασίας του συγκεκριμένου τοπίου ως τοπόσημου, καθώς και λόγω των υπολειμμάτων μεταλλευτικής δραστηριότητας που σώζονται στη θέση αυτή.
Επίσης τονίζει την επικινδυνότητα της θέσης αυτής λόγω κινδύνου αποκόλλησης βράχων που βρίσκονται γύρω από την προβλεπόμενη θέση ανέγερσης του κτηριακού συγκροτήματος.
Επιπλέον, είναι εύκολο κανείς να αναλογισθεί ότι, παρόλο που η μελέτη προβλέπει μια υπόσκαφη εγκα-
τάσταση, οι εργασίες που αναγκαστικά θα γίνουν στην περίπτωση υλοποίησης του έργου (εκβραχισμοί, διάνοιξη δρόμων, κατασκευή υπέργειων χώρων στάθμευσης, υπαίθρια ψησταριά κ.ά.), που προβλέπει η μελέτη, θα αλλοιώσουν μη αναστρέψιμα το τοπόσημο αυτό.
Τέλος, η έκθεση στους ισχυρότατους βορειοδυτικούς ανέμους της περιοχής, μαζί με το τελικά αφιλόξενο για την ανθρώπινη κατοίκηση τοπίο, θα επιφέρει μοιραία, σωρεία εγκαταστάσεων για την άνετη υπαίθρια διαβίωση των φιλοξενουμένων (αντιανεμικά, πέργκολες, γυάλινα πανέλα κ.ά), που μαζί με τον ηλεκτρικό νυκτερινό φωτισμό του ξενοδοχείου και των δρόμων προσπέλασης, θα υποβαθμίσει και θα καταστρέψει τον χαρακτήρα του τοπόσημου αυτού και της ευρύτερης περιοχής γενικότερα».
Ο Δήμος Αγίου Βασιλείου προχώρησε σε προσφυγή στο Συμβούλιο της Επικρατείας από όπου η απάντηση που έλαβε ήταν ότι θα πρέπει να κινηθεί νομικά μετά την έκδοση της οικοδομικής άδειας. Με δηλώσεις του στην «Π» ο δήμαρχος Γιάννης Ταταράκης τονίζει ότι ο Δήμος μόλις πριν από μια εβδομάδα ενημερώθηκε για την έκδοση της οικοδομικής άδειας στις 15 Απριλίου και αφού ενημέρωσε το Δασαρχείο, τον εισαγγελέα και την ΠΕΧΩ, κατέθεσε ασφαλιστικά μέτρα και κατάφερε να βάλει φρένο στις εργασίες που εξελίσσονται.
Παράλληλα θα ζητηθεί η παρέμβαση και του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας, με σκοπό να τεκμηριωθεί και επιστημονικά το γεγονός ότι πρόκειται για μια περιοχή με ιδιαίτερο φυσικό κάλλος και στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να προστατευθεί. Ο ίδιος υπογραμμίζει ότι η τοπική κοινωνία και όπως και η πλειονότητα των κατοίκων βρίσκονται σε έντονο αναβρασμό, καθώς αντιμετωπίζουν αρνητικά την επένδυση που προκαλεί βαρύ πλήγμα στο φυσικό περιβάλλον.