Jacques Attali, Θόρυβοι, Αθήνα: Κέδρος

Ο οικονομολόγος και κοινωνιολόγος Jacques Attali, σύμβουλος του Γάλλου προέδρου François Mitterrand, με το βιβλίο του «Θόρυβοι» το 1977 δοκιμάζει τα όρια της μουσικής τέχνης ως ένα ιδανικό σύστημα προς ανακάλυψη.

Ο Jacques Attali επισημαίνει ότι η ζωή εγκιβωτίζει τους ήχους ως θορύβους, μάλιστα ορίζει τη μουσική τέχνη ως μία ουτοπία με στόχο την αποκωδικοποίηση των συμβόλων. Η οικονομική δραστηριότητα των ανθρώπων είναι μία ηχητική παρεμβολή.

Οι ήχοι βρίσκονται παντού στις καθημερινές μας συναλλαγές σε διάδραση με τα χρήματα γι’ αυτό όπου υπάρχει μουσική το χρήμα μπαίνει μέσα στο ίδιο πλαίσιο.

Η εμβριθής μελέτη «Θόρυβοι» είναι ένα δοκίμιο για την πολιτική οικονομία της μουσικής.

Σε πέντε ενότητες, με τον ήχο ως άκουσμα, τη θυσία, την παράσταση, την επανάληψη και με τη σύνθεση ο Jacques Attali αποδίδει τη μουσική τέχνη ως ένα πλέγμα ανάμεσα στην εξουσία του ήχου, τη χρωματική εκποίηση με τη συναλλαγή, την εδραίωση μέσα από την πολλαπλή αποτύπωση και την πολιτική οικονομία της σύνθεσης.

Ο κόσμος μας είναι ο παγκόσμιος χώρος των ήχων με πρώτη μελωδία και μουσικό όργανο την ανθρώπινη φωνή. Το εγχειρίδιο του θορύβου μας υπενθυμίζει την πλατωνική αφήγηση στο «Φαίδρο» ανάμεσα στο Σωκράτη και στο Φαίδρο όπου η αιτιολογική απόδοση του μύθου των ακούραστων τζιτζικιών μας εντάσσει στη γένεση της μουσικής ψυχαγωγίας ως μίας αδόμενης τέχνης που συνοδεύει το διάλογο είτε σε πλαίσιο εορτασμού είτε μέσα στο άστυ (258d-259d).

Ο Karl Marx όρισε τη μουσική ως ένα καθρέπτη της πραγματικότητας, ομοιοτρόπως ο Bruno Snell αργότερα επανέλαβε τον ίδιο ορισμό για τη λογοτεχνία. Επί της ουσίας, η μουσική τέχνη ως ακρόαμα και ως επιστήμη είναι η πνευματικότητα που έγινε κατανάλωση ώστε ν’ αποτελεί το διαθλασμένο κάτοπτρο μιας άλογης διασκέδασης και τεχνικής γνώσης.

Η μουσική είναι τέχνη, επιστήμη και τεχνική που έχει ανάγκη την ανθρώπινη υπόσταση ώστε να γίνει άκουσμα, θεωρία και μελωδία. Ο Γάλλος μελετητής διακρίνει τον ήχο από το θόρυβο και γι’ αυτό δεν κάνει θεωρία για τη μουσική, όπως μας ξεκαθαρίζει, αλλά θεωρία μέσα από τη μουσική. Τα μουσικά σημεία, νότες ή νεύματα, για την ευρωπαϊκή και αντίστοιχα για τη βυζαντινή εκκλησιαστική παρασημαντική είναι ο εκάστοτε κώδικας που αποκρυπτογραφεί μια ολοκληρωμένη γλώσσα.

Ο μουσικός ήχος παράγεται από ένα σύστημα με αρμονία που προορίζεται για παράσταση, παράγεται για να καταναλωθεί αλλά σε κάθε περίπτωση ως μία χρηματική συναλλαγή στοχεύει στην ανταλλαγή από άυλη συνθήκη σε υλική αξία από τις ένδον συναυλίες του 19ου αιώνα στις έξω υπαίθριες συγκεντρώσεις.

Η συναυλία του σαλονιού από την απόλυτη αριστοκρατική έκφραση ψυχαγωγίας το 19ο αιώνα έως το μεσοπόλεμο, πλέον τη δεκαετία των Swinging Sixties αλλάζει το κοινωνικό παράδειγμα με μαζικές συναυλίες σε αλάνες και στάδια σε όλο το δυτικό κόσμο ως μία γνήσια εκδήλωση του λαϊκού πολιτισμού.

Κάθε μουσικό γεγονός πια δεν είναι παρά ένα παραγόμενο με ήχο ή θόρυβο που εναλλάσσεται σε μουσική τονικότητα με το παροντικό συγκείμενο. Ίσως η ηχητική σιωπή να ενσωματώνει τη μέγιστη μελωδία των άρρητων θορύβων. Η έλλειψη ήχου είναι άλλωστε εκκωφαντική.

*Η Γ. Τσατσάνη είναι φιλόλογος-συγκριτολόγος.