Στη Μάχη με τους αλεξιπτωτιστές από 20 ως 31 Μαΐου 1941, σημαντική ήταν η συμβολή της γυναίκας της Κρήτης. Πολλές ήταν οι γυναίκες που πήραν τα όπλα, πολλές εκτελέστηκαν από τους γερμανούς επειδή βοήθησαν ή περιέθαλψαν τραυματίες της Μάχης, πολλές έχασαν τη ζωή τους από τις βόμβες στους βομβαρδισμούς που προηγήθηκαν, εκατοντάδες έμειναν χήρες και αβοήθητες, όταν οι άντρες τους σκοτώθηκαν από τα βόλια του φασιστικού στρατού.
Α. Γυναίκες της Καντάνου
Στις 24 και 25 Μαΐου 1941, άντρες από την Κάντανο και τα γύρω χωριά της, αντιμετώπισαν στο Καντανιώτικο φαράγγι μεγάλη δύναμη Γερμανών αλεξιπτωτιστών. Οι Γερμανοί προχώρησαν προς την Παλαιόχωρα, νομίζοντας ότι συμμαχικά στρατεύματα θα αποβιβάζονταν εκεί και θα στρέφονταν εναντίον των δυνάμεών τους που πολεμούσαν στα βόρεια παράλια του νομού Χανίων. Ο δρόμος προς την Παλαιόχωρα περνούσε μέσα από το φαράγγι της Καντάνου. Εκεί τους αντιμετώπισαν οι Σελινιώτες. Περίπου 300 μαχητές, ελεύθεροι σκοπευτές.
Στις 24 και 25 Μαΐου 1941, δόθηκε η φοβερή μάχη. Οι Σελινιώτες με τον απαρχαιωμένο οπλισμό τους και οι Γερμανοί με φοβερή δύναμη πυρός και εφοδίων. Στη μάχη αυτή, οι Γερμανοί μέτρησαν 45 νεκρούς και 55 τραυματίες. Οι Σελινιώτες καμιά απώλεια. Οι γυναίκες της περιοχής, άλλες πήραν τα όπλα και άλλες κουβαλούσαν νερό και φαγητό στους μαχητές. Οι Γερμανοί τελικά πέρασαν την Κάντανο και έφτασαν στην Παλαιόχωρα. Μετά εννέα ημέρες από τη μάχη της Καντάνου, στις 3 Ιουνίου 1941, η Κάντανος λεηλατήθηκε και καταστράφηκε ολοσχερώς από τους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές με το αφήγημα των «αντιποίνων».
Η συμμετοχή ανδρών και γυναικών στη μάχη της Καντάνου, δεν διέφυγε των κατακτητών, ώστε στις δύο από τις τρεις πινακίδες που τοποθέτησαν στην κατεστραμμένη Κάντανο, κάνουν σαφή αναφορά στις γυναίκες. Συγκεκριμένα, στην πρώτη πινακίδα γράφουν:
«ΩΣ ΑΝΤΙΠΟΙΝΟΝ ΤΩΝ ΑΠΟ ΟΠΛΙΣΜΕΝΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΑΝΔΡΩΝ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΕΚ ΤΩΝ ΟΠΙΣΘΕΝ ΔΟΛΟΦΟΝΗΘΕΝΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΩΝ ΣΤΡΑΤΙΟΤΩΝ ΚΑΤΕΣΤΡΑΦΗ Η ΚΑΝΔΑΝΟΣ».
Στη δεύτερη αναφέρονται στους άντρες, τις γυναίκες, τους παππάδες και τα παιδιά που τους πολέμησαν, ως εξής:
«Δια την κτηνώδη δολοφονίαν Γερμανών αλεξιπτωτιστών, αλπινιστών και του μηχανικού από άνδρας, γυναίκας παιδιά και παπάδες μαζύ και διότι ετόλμησαν να αντισταθούν κατά του Μεγάλου Ράιχ κατεστράφη την 3η 6-1941 η Κάνδανος εκ θεμελίων δια να μη επανοικοδομηθή πλέον ποτέ».
Β. Ύμνος στη γυναίκα της Κρήτης από τις εφημερίδες ΧΡΟΝΟΣ Ιαπωνίας και ΤΑΙΜΣ της Νέας Υόρκης
Τη συμμετοχή των γυναικών της Κρήτης στη μάχη με τους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές, τονίζει σε δημοσίευμά της η Ιαπωνική εφημερίδα «ΧΡΟΝΟΣ». Το δημοσίευμα της ιαπωνικής εφημερίδας, αναδημοσιεύουν οι «ΤΑΙΜΣ» της Νέας Υόρκης, δίδοντάς του τον παρακάτω τίτλο-έπαινο για τη Μάχη της Κρήτης:
«Ο ΩΡΑΙΟΤΕΡΟΣ ΥΜΝΟΣ ΠΟΥ ΓΡΑΦΗΚΕΝ ΩΣ ΤΩΡΑ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ». Το δημοσίευμα των ΤΑΙΜΣ αναπαράγει και η εφημερίδα ΝΙΚΗ του Ηρακλείου και έχει ως εξής:
´«Ολίγους μήνας μετά την μάχην της Κρήτης, οι “Τάιμς” της Ν. Υόρκης έγραψαν τα κάτωθι: Είχαμε δημοσιεύσει προ καιρού την πληροφορία, ότι Ιαπωνική εφημερίς επρότεινε την ίδρυση στην Ιαπωνία παρασήμου με το όνομα “Τάγμα των Ιπποτών της Κρήτης». Η πρότασις αυτή έκαμε βαθείαν εντύπωσιν. Ακόμη όμως βαθυτέραν εντύπωσιν προκαλεί το κείμενον του άρθρου, με το οποίον ο “Χρόνος” – αυτός είναι ο τίτλος της Ιαπωνικής εφημερίδος – εισηγήθη την πρότασιν εις τους ομοφύλους της. Ιδού το κείμενον αυτό: Προτείνομεν ως ζήτημα υπερτάτου καθήκοντος τιμής να δημιουργηθή ένα έκτακτον «Τάγμα των Ιπποτών της Κρήτης» δια να τιμηθή με ειδικόν παράσημον κάθε πολίτης, κάθε στρατιώτης, κάθε Αξιωματικός που έλαβε μέρος εις την παραδοξοτέραν και ενδοξοτέραν μάχην της Ιστορίας – την Μάχην της Κρήτης.
Οι Άγγλοι και οι Έλληνες στρατιώται, οι άνδρες και αι γυναίκες της Κρήτης, που έλαβαν μέρος εις την θρυλικήν αυτήν μάχην, πρέπει να καταταχθούν ονομαστί εις ένα ειδικόν Τάγμα υπερανθρώπων. Χωρίς ενισχύσεις και εφόδια, χωρίς τροφήν, αξύριστοι, άυπνοι και άπλυτοι, χωρίς ανάπαυσιν, χάσαντες τους αρχηγούς των στην τρομερήν σύγχυσι της μάχης, που γινόταν την ίδια στιγμή στον αέρα, στη θάλασσα και στην ξηρά, χωρίς αντιαεροπορικά τηλεβόλα, γνωρίζοντες το αδύνατον της φυγής των, μη έχοντες κανένα να δέση τις πληγές των, με τους νεκρούς άταφους κοντά στους ζωντανούς, βομβαρδιζόμενοι ακατάπαυτα, εξηντλημένοι, με τα μάτια κατακόκκινα, λιπόσαρκοι ανάμεσα στη μανία της τρομερής μάχης, εγνώριζαν, ότι η τύχη των, η ζωή ή ο θάνατός των, εξηρτάτο από την εκ του συστάδην μάχην.
Μέσα εις το δαιμονιώδες μαρτύριον της αγρίας πάλης εγνώριζαν, ότι εμάχοντο κατά Αρμαγεδδώνος. Αυτά είναι τα απίστευτα γεγονότα που αντιμετώπισαν οι γενναίοι, οι υπεράνθρωποι αυτοί μαχηταί της φοβεράς μάχης της κολάσεως, που μόνον ένας Δάντης θα μπορούσε να περιγράψη. Σας εγνώρισαν οι επικοί αυτοί πολεμισταί τον κατακλυσμό της ανθρωπίνης αγριότητος κι αντιμετώπισαν μίαν κόλασιν από φλόγες, αίματα και θάνατο, είναι ζήτημα αν θα μπορέσουν να γνωρίσουν πλεια τη γαλήνη της ζωής.
Πρέπει όμως να δεχθούν τη λατρεία και την ευλάβειαν όλων ημών των άλλων, των μικροτέρων ανθρώπων, που παρακολουθήσαμε την ένδοξη μάχην των και δεν μας μένει τίποτ’ άλλο, παρά να τους στολίσωμε με δάφνας. Αυτό όμως πρέπει να γίνη όταν θα έχωμε ψυχική γαλήνη για να μπορούμε ν’ απονέμωμεν ωραίας τιμάς. Πρέπει να γίνη μετά την κατάπαυση των δονήσεων και της μανίας του πυρός και μετά τον τερματισμό της αιματηράς αγωνίας. Και αυτοί ακόμη οι Γερμανοί θα σηκώσουν το χέρι των, θα σταθούν εις προσοχήν και θα χαιρετίσουν ευλαβικά τις δαφνοστεφανωμένες κεφαλές των γενναίων, τις κεφαλές, που, και αιμόφυρτοι ακόμη εκρατήθηκαν υψηλά και δεν έπεσαν». Ε.Λ.Π.
Γ. Η Ευαγγελία Πολιουδάκη
Την 1η Ιουνίου 1941, ολοκληρώθηκε η κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές και αλπινιστές. Προηγήθηκαν σφοδρές μάχες γύρω από το αεροδρόμιο Πηγής Ρεθύμνου και το παραλιακό μέτωπο του Λατζιμά. Ο Γερμανός επικεφαλής των κατοχικών δυνάμεων που έδρασαν στον Λατζιμά και το αεροδρόμιο της Πηγής Ταγματάρχης Κρωχ, αποφασίζει και υλοποιεί την εντολή του Αντιπτεράρχου Στούντεντ για επιβολή «αντιποίνων» στον πληθυσμό.
Την 1η Ιουνίου 1941, με εντολή δική του φτάνουν Γερμανοί αλεξιπτωτιστές στο χωριό Αστέρι Ρεθύμνου. Συγκεντρώνουν τους άντρες και επιλέγουν 16 απ’αυτούς. Τους βάζουν και σκάβουν ένα μεγάλο λάκκο στην περιοχή «Τσίχλικα», ώστε να πέσουν μέσα τα σώματά τους την ώρα της εκτέλεσης. Από τους 16 άντρες, τέσσερις σώζονται. Ο Δευτεραίος Κώστας από το Αστέρι, προβλέποντας την ώρα του σκαψίματος του λάκκου την εκτέλεσή τους, κατορθώνει και διαφεύγει. Ο Ηλίας Κισσανδράκης από το διπλανό χωριό Παγκαλοχώρι, δέχτηκε εφτά σφαίρες στο σώμα του αλλά επέζησε.
Ο Καλαρής Εμμανουήλ από το Αστέρι και ο στρατιώτης Αντωνάκης Εμμανουήλ από το χωριό Ρουμελή, σώθηκαν γιατί δεν χτυπήθηκαν από καμιά σφαίρα. Οι δώδεκα (12) πατριώτες που βρήκαν ηρωικό θάνατο είναι οι: Διαλεκτός Κωνσταντίνος –Χαμαλεύρι, Ζαχαράκης Κωνσταντίνος, Καρδαμίτσης Ιωάννης, Κισσανδράκης Εμμανουήλ – Παγκαλοχώρι, Πολιουδάκης Γεώργιος του Εμμανουήλ, Πολιουδάκης Γεώργιος του Παναγιώτη, Πυργαρούσης Αθανάσιος του Δημητρίου, Πυργαρούσης Γεώργιος του Δημητρίου, Πυργαρούσης Παντελής του Δημητρίου, Τσιχλάκης Κωνσταντίνος, Φραγκιαδάκης Μιχαήλ και Φραγκιουδάκης Εμμανουήλ.
Μεταξύ των εκτελεσμένων ήταν και ο Πολιουδάκης Γεώργιος του Παναγιώτη, ένα παλικάρι 43 χρονών. Τρεις ημέρες αργότερα, στις 3 Ιουνίου 1941, η Ευαγγελία, μητέρα του Γεωργίου Πολιουδάκη, άναψε στην αυλή του σπιτιού της την παρασιά και έβραζε το σιτάρι για το τριήμερο μνημόσυνο του γιου της. Ακουμπισμένη σε μια καρέκλα και σκεφτική, αντικρίζει ξαφνικά δυο Γερμανούς να περνούν το κατώφλι της αυλής της. Γερμανική δύναμη αλεξιπτωτιστών είχε επιστρέψει στο χωριό Αστέρι για να το καταστρέψει.
Χωρίς σκέψη και με μεγάλο θυμό, αρπάζει ένα αναμμένο κουτσούρι από την παρασιά και χτυπά τον ένα στο κεφάλι. Ο Γερμανός πέφτει χάμω και η Ευαγγελία εξακολουθεί να τον χτυπά. Ο άλλος Γερμανός, σηκώνει το αυτόματο όπλο του και πατώντας τη σκανδάλη, την ρίχνει κάτω νεκρή με πολλές σφαίρες στο σώμα της.
Ο Παναγιώτης Πολιουδάκης, ο άντρας της, ήταν μέσα στο σπίτι. Ήταν αναγνώστης (ψάλτης) στην εκκλησία και δάσκαλος. Με την Ευαγγελία είχαν αποκτήσει έντεκα παιδιά. Ο Παναγιώτης Πολιουδάκης αντιλαμβάνεται την σκηνή μόλις βγαίνει στην αυλή. Στρέφεται στον Γερμανό που κρατούσε το αυτόματο, αλλά δεν προλαβαίνει να τον πλησιάσει.
Με τον ίδιο τρόπο, πέφτει νεκρός και ο ίδιος. Το σκυλί της οικογένειας, αρχίζει να γαυγίζει τους δολοφόνους. Οι Γερμανοί με τα όπλα τους σκοτώνουν και το σκυλί. Στη συνέχεια μπαίνουν στο σπίτι, συγκεντρώνουν εύφλεκτα υλικά στο μέσον ενός δωματίου και τους βάζουν φωτιά. Το σπίτι καίγεται, ολοκληρώνοντας μ’αυτόν τον τρόπο τον ´ηρωισμό», τη «γενναιότητα» και τον «ιπποτισμό» τους. Η Ευαγγελία Πολιουδάκη ήταν 73 ετών και ο σύζυγός της Παναγιώτης 82 ετών. Το χωριό Αστέρι Ρεθύμνου, αφού λεηλατήθηκε, παραδόθηκε στις φλόγες την ίδια ημέρα, την Τρίτη 3 Ιουνίου 1941.
Δ. Η Γκεγκρέζενα
Ο Ιωάννης Ξυλούρης του Κωνσταντίνου πριν την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου διατηρούσε παντοπωλείο στα Ανώγεια. Στις 19 Μαΐου 1941, ξεκίνησε από το χωριό του για το Ηράκλειο με σκοπό να ψωνίσει πράγματα για το παντοπωλείο.
Πήρε μαζί του δυο νεαρά παιδιά με χτήματα (γαϊδούρια), να τον βοηθήσουν. Αυτά ανέλαβαν τον ρόλο του αγωγιάτη. Ο Σωκράτης Σαλούστρος ή Χατζής και ο Ζαχαρίας Σαλούστρος ή Μπαντουροζάχαρης.
Στο Ηράκλειο έφτασαν μετά το μεσημέρι. Το απόγευμα ασχολήθηκαν με τα ψώνια. Τα μετέφεραν σε συγγενικό σπίτι και έμειναν το βράδυ στο Ηράκλειο να κοιμηθούν και να ξεκουραστούν. Το επόμενο πρωί 20 Μαΐου, συνέχισαν για τις τελευταίες προμήθειες.
Το απόγευμα αρχίζουν να πέφτουν οι πρώτοι αλεξιπτωτιστές. Ο Γιάννης Ξυλούρης φορτώνει γρήγορα τα γαϊδουράκια και συνοδεύει τα παιδιά έξω από τα τείχη. Τους δίνει οδηγίες και τους παραγγέλνει να φύγουν γρήγορα για το χωριό.
Εκείνα τον αγκαλιάζουν και του λένε να πάει μαζί τους. Η απάντησή του είναι ότι θα ξεκινήσει λίγο πιο αργά για τ’Ανώγεια. Τα παιδιά φεύγουν και ο Γκεγκρέζος επιστρέφει στη Χανιόπορτα.
Μαζί με άλλους Ηρακλειώτες, σπάνε τις πόρτες στις αποθήκες οπλισμού της Χανιόπορτας και οπλίζονται. Βγαίνει στα τείχη και πολεμά όρθιος, με ανδρεία τους Γερμανούς αλεξιπτωτιστές. Το νήμα της ζωής του κόβει μια γερμανική ριπή πολυβόλου.
Η γυναίκα του Ειρήνη ή Γκεγκρέζενα, μένει μόνη με πέντε παιδιά. Αυτή είναι η αθέατη πλευρά της γερμανικής βαρβαρότητας. Ενός φασιστικού και ναζιστικού στρατού, που κατέλαβε την Κρήτη, αφήνοντας ορφανά παιδιά και χήρες γυναίκες. Πίσω από κάθε θύμα της Μάχης της Κρήτης, κρύβονται άγνωστες πτυχές της ιστορίας.
Η Γκεγρέζενα με τα πέντε παιδιά της, οφείλει πλέον να βαδίσει μοναχή τη μεγάλη ανηφόρα της ζωής. Όπως επιτάσσουν τα κρητικιά έθιμα. Μοναδικό το μοιρολόγι της Γκεγρέζενας. Γεμάτο πόνο, θλίψη και αναπάντητα ερωτήματα. Στο μοιρολόγι της η Ειρήνη Ξυλούρη, αναφέρει και τους αδερφούς της Σωκράτη και Βαγγέλη Σκουλά που σκοτώθηκαν στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο.
Γιάννη, Γκεγκρέζο, Γιάννη μου, χρυσέ μου,
Γιάννη, γλυκύ μου ταίρι, καντιφέ μου.
Ταίρι γλυκύ μου, ταίρι μου, γλυκύ μου
και πολυαγαπημένο γιασεμί μου.
Ταίρι γλυκύ μου, ταίρι μου, γλυκύ μου
κι ομορφοστρατολάτη, γιασεμί μου.
Ομορφοστρατολάτη μου, χρυσέ μου
’πο που να σ’ανημένω, μενεξέ μου.
Γιάννη μου λούσο του χωριού, χρυσέ μου
τση γενεάς στολίδι, καντιφέ μου.
Κι όχι τση γενεάς, καμάρι μου
και του χωριού δα όλου παλικάρι μου.
Άιντεστε’μεις να πάμενε, χρυσές μου,
δεν είναι Αλβανία, ακριβές μου.
Αχι ! δεν είναι θάλασσα αθέ μου
να την περάσομενε καντιφέ μου.
Μόνο΄ναι στο Ηράκλειο, ο νιος μου
εις τω Χανιώ τη πόρτα ο καλός μου.
Στην τελευταία του στιγμή του νιου μου
ήμπα τόνε προλάβω, του αθού μου.
Και να ρωτήξω να μου πει ο νιος μου
ποιο δρόμο να βαδίσω, ο καλός μου.
Πώς θ’αναθρέψω τ’αρφανά μανά μου
Που μ’άφηκεν εμένα γλυκομά μου.
Που’χασα και τ’αδέρφια μου χρυσέ μου
όφου ! στην Αλβανία, μενεξέ μου.
Στης Αλβανίας τα βουνά μανά μου,
τα ψαροχιονισμένα, γλυκομά μου.
Κείτεται ο Βαγγέλης μου, ο νιος μου,
και ο καλός Σωκράτης, ο αξιωματικός μου.
Σωκράτη ’ξιωματικέ, αδερφέ μου,
και συ, αδερφέ Βαγγέλη, αδερφέ μου,
ε ! ψηλομαδαρείτη, καντιφέ μου.
Ε. Οι θυσίες των γυναικών της Κρήτης
Δεκάδες είναι οι γυναίκες της Κρήτης που πότισαν με το αίμα τους το δέντρο της λευτεριάς τον Μάη του 1941, είτε πολεμώντας πλάι στους άντρες τους, είτε στημένες στο εκτελεστικό απόσπασμα, είτε από τους βομβαρδισμούς που προηγήθηκαν της Μάχης της Κρήτης. Ενδεικτικά για τη συμμετοχή και τις θυσίες των γυναικών στη Μάχη της Κρήτης, αναφέρουμε τις:
Καρατζάκη Αθηνά του Χαρίτου, 60 ετών από το χωριό Αλικιανός Χανίων. Σκοτώθηκε στον Αλικιανό από τους «γενναίους και ιππότες» αλεξιπτωτιστές, στις 24 Μαΐου 1941.
Κοντοπυράκη Αργυρώ του Εμμανουήλ, 52 ετών από το Καστέλλι Κισσάμου Χανίων. Εκτελέστηκε από τους «γενναίους και ιππότες» αλεξιπτωτιστές, στις 28 Μαΐου 1941.
Κτιστάκη Αικατερίνη του Νικολάου από το χωριό Σταλός Κυδωνίας Χανίων. Σκοτώθηκε από τους «γενναίους και ιππότες» αλεξιπτωτιστές, στις 24 Μαΐου 1941.
Μποτονάκη Αρετή του Εμμανουήλ, 53 ετών, από το χωριό Μεγάλα Χωράφια Αποκορώνου Χανίων. Σκοτώθηκε στον αεροπορικό βομβαρδισμό του χωριού της, στις 27 Μαΐου 1941.
Ποντικάκη Αικατερίνη του Εμμανουήλ, 36 ετών, από το χωριό Βούβες Κισσάμου Χανίων. Σκοτώθηκε από τους «γενναίους και ιππότες» αλεξιπτωτιστές, στο χωριό Κακόπετρος Κισσάμου Χανίων, στις 23 Μαΐου 1941.
* Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι δρ Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Θραψανού Πεδιάδος.