Μετά τη μάχη και την κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανοϊταλούς, ένας μεγάλος αριθμός Βρετανών, Αυστραλών, Νεοζηλανδών και Κυπρίων στρατιωτών περιφέρονταν στις νότιες ακτές του νησιού, αναζητώντας κάποιο μέσον που θα τους οδηγούσε στη Μέση Ανατολή.
Οι Κρητικοί, τηρώντας τις πατροπαράδοτες παραδόσεις του τόπου, απέκρυψαν τους περιπλανώμενους μαχητές, μοιράστηκαν μαζί τους το λιγοστό φαγητό που διέθεταν, τους περιέθαλψαν με κίνδυνο της ζωής τους, αφού οι γερμανικές διαταγές του Διοικητή του ´Φρουρίου Κρήτης» Αντιπτεράρχου Κούρτ Στούντεντ ήταν σαφείς. Η απόκρυψη και περίθαλψη συμμάχων στρατιωτών, τιμωρούνταν με θάνατο !
Το Στρατηγείο Μέσης Ανατολής γνώριζε από την πρώτη στιγμή ότι, μετά την Μάχη με τους αλεξιπτωτιστές, στην Κρήτη είχε απομείνει ένας μεγάλος αριθμός συμμάχων στρατιωτών. Οι περισσότεροι είχαν συγκεντρωθεί στη Μονή Πρέβελη, της Επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνης. Οι ανώτεροι αξιωματούχοι του Καϊρου, προσπαθούσαν να βρουν έναν τρόπο επαφής με την Κρήτη για να διασώσουν τους στρατιώτες τους.
Αυτό επιτεύχθηκε την 28η Ιουλίου 1941, με το υποβρύχιο «Θράσερ» και τον Πλωτάρχη Φράνσις Πουλ. Τον Πλωτάρχη συνέδραμαν στην περισυλλογή και μεταφορά των στρατιωτών στη Μέση Ανατολή, ο Ηγούμενος της Μονής Πρέβελη Αγαθάγγελος Λαγουβάρδος και οι Αρχηγοί Ανωγείων Γιάννης Δραμουντάνης – Στεφανογιάννης και της Ανταρτικής Ομάδας Κρουσώνα, Αντώνης Γρηγοράκης – Σατανάς.
Ο Γεώργιος Κάββος στο βιβλίο του ´Γερμανοϊταλική Κατοχή και Αντίσταση Κρήτης 1941-1945», στη σελίδα 78, γράφει για τον Πλωτάρχη Πουλ και το υποβρύχιο Θράσερ : «…τη μέρα αυτή, 26 Ιουλίου 1941, το πλήρωμα του υποβρυχίου Θράσερ, που περιέπλεε την ακτή του όρμου της Λίμνης όπου οι εκβολές του ποταμού Μέγα, (σημ. : της περιοχής Πρέβελη), αντιλήφθηκε τα σήματα της ξηράς.
Πλησίασε και αποβίβασε τον Πλωτάρχη του Βρετανικού Ναυτικού Φράνσις Πουλ, ο οποίος μιλούσε Ελληνικά και είχε υπηρετήσει ως Υποπλοίαρχος Διοικητής της βάσεως ανεφοδιασμού υδροπλάνων της Ιμπέριαλ Ερ Γουέις στην Ελούντα Κρήτης και είχε σταλεί από τις Ειδικές Υπηρεσίες ως αντιπρόσωπος της μονάδος 133, που είχε την ευθύνη για τα Βαλκάνια και τον καταγόμενο από τα Σφακιά Στρατή Λιπαράκη, γνώστη της περιοχής και μέλος της ίδιας οργάνωσης.
Αυτοί οι δύο πήγαν από την ακτή με πολλές προφυλάξεις στη Μονή Πρέβελη όπου συνάντησαν τον Ηγούμενο Αγαθάγγελο Λαγουβάρδο και τον Ιερονόναχο Διονύσιο Σταφυλάκη…ª.
Ο κρητικός αγγελιοφόρος της κατοχής Γιώργος Ψυχουντάκης από το χωριό Ασή Γωνιά, στο βιβλίο του ´Ο κρητικός μαντατοφόρος, Χανιά 2001», αναφέρεται στο υποβρύχιο Θράσερ, στον Φράνσις Πουλ και τη Μονή Πρέβελη. Συγκεκριμένα, ο Γιώργος Ψυχουντάκης γράφει : «…σε λίγες μέρες μια πληροφορία έρχεται στο χωριό μας. Η πληροφορία τούτη έλεγε ότι ήλθε ένα αγγλικό υποβρύχιο από τον Πρέβελη, στο μοναστήρι της επαρχίας Αγίου Βασιλείου Ρεθύμνης, από τη θάλασσα του Λιβυκού και αποβιβάστηκε ένας ανώτερος αξιωματικός του Βρετανικού ναυτικού.
Πράγματι, ήταν τότε που πραγματοποιήθηκε η πρώτη επαφή του συμμαχικού Στρατηγείου Μέσης Ανατολής μετά της Κρήτης ύστερα από την κατάληψη. Το υποβρύχιο πλησίασε την παραλία του μοναστηριού και βγήκε ο Άγγλος πλωτάρχης του ναυτικού κ. Πουλ, ο οποίος ήλθε σε επαφή με τοη Ηγούμενο της Μονής Πρέβελη. Έκανε μια μικρή περιοδεία και συνάντησε διάφορους πατριώτες από τους οποίους έμαθε όλα τα γενικά και την κατάσταση που επικρατούσε σε όλη την Κρήτη.
Έμαθε και είδε ότι πολλοί στρατιώτες δεν είχαν πιαστεί ούτε και είχαν παραδοθεί στους Γερμανούς, αλλά εκρύβουνταν και ετροφοδοτούνταν απ’τους Κρητικούς στα χωριά και παντού. Είπε λοιπόν ο κ. Πουλ ότι η πρώτη δουλειά που έπρεπε να γίνει ήταν να περιμαζευτούν όλοι αυτοί οι περιπλανώμενοι στρατιώτες και να φύγουν με υποβρύχια στην Αφρική. Έτσι άρχισε η περισυλλογή όλων των περιπλανώμενων. Η είδηση έφτανε μυστικά παντού.
Οι Άγγλοι καταρτίζουνταν σε μικρές ομάδες και οδηγούντο από χωριό σε χωριό ως να φτάσουν στον Πρέβελη. Όλοι οι στρατιώτες που είχαν κρυφτεί στον νομό Χανίων, επερνούσαν υποχρεωτικά από το χωριό μας γιατί ήταν ο ασφαλέστερος δρόμος προς τον Πρέβελη. Οι Γερμανοί πήραν είδηση ότι στα χωριά εβρίσκουνταν πολλοί Βρετανοί στρατιώτες που δεν είχαν παραδοθεί.
Ακόμη όμως το κατάλαβαν περισσότερο όταν άρχισαν να τους το σκάζουν κι από τα στρατόπεδα των αιχμαλώτων – γιατί μυστικά το πληροφορήθηκαν κι αυτοί για την περίθαλψη που έβρισκαν από το λαό της Κρήτης και για τη φυγή τους με υποβρύχια στην Αφρική.
Πολλές φορές που οι Γερμανοί πήγαιναν αιχμαλώτους σε εργασία ή τους μετέφερναν σε διάφορα στρατόπεδα πεζοπορώντας, οι άνθρωποί μας δεν έχαναν την ευκαιρία να τους κλέψουν από κανέναν ή και περισσότερους, όσους τέλος πάντων μπορούσαν και να τους φυγαδέψουν στα ορεινά.
Τούτο γινόταν, φυσικά, με φόβο και με κίνδυνο της ζωής τους και από τους άντρες και από τις γυναίκες της Κρήτης. Πολλαπλασιάστηκαν τα κρούσματα των δραπετεύσεων από τα στρατόπεδα και οι Γερμανοί ανησύχησαν και προσπάθησαν να σταματήσουν το κακό με τουφεκισμό όλων εκείνων που μάθαιναν πως έδιναν άσυλο στους δραπέτες ή που γενικά έκρυβαν και περιέθαλπαν Βρετανούς περιπλανώμενους…».
Για τη συνάντηση Στεφανογιάννη – Σατανά και κατόπιν Σατανά – Φράνσις Πουλ, με τελικό στόχο τη συγκέντρωση και μεταφορά των στρατιωτών του Συμμαχικού Στρατηγείου στη Μέση Ανατολή, πληροφορίες αντλούμε από τα απομνημονεύματα του Δημήτρη Λεμονάκη, ανιψιού του Καπετάν Αντώνη Γρηγοράκη – Σατανά : ´…Αύγουστος μήνας 1941 ήρθε ο αγγελιοφόρος του Ιωάννη Δραμουντάνη Στεφανογιάννη από τα Ανώγεια Μυλοποτάμου, ο Κωνσταντίνος Δραμουντάνης, εις το σπίτι μου στον Κρουσώνα και μου λέει, ότι έχω μια επιστολή για το θείο σου το Σατανά και πρέπει να του την δώσω στο χέρι. Φύγαμε αμέσως για το λημέρι μαζί με τον κομιστή της επιστολής Κώστα Δραμουντάνη. Διαβάζοντας την επιστολή ο Σατανάς με πολύ λίγα λόγια, του λέει.
Αγαπητέ Σύντεκνε, μόλις λάβεις την επιστολή μου αυτή να έλθεις το συντομότερο προς συνάντησή μου όπου είναι μεγάλη ανάγκη. Πράγματι φύγαμε αμέσως με κατεύθυνση προς τα Ανώγεια με τα παρακάτω πρόσωπα, Αντώνιο Γρηγοράκη ή Σατανά, Γρηγόριο Νικάκη, Ιωάννη Ανδρεαδάκη, ο γράφων αυτές τις γραμμές Δημήτριος Λεμονάκης και ο αγγελιοφόρος Κώστας Δραμουντάνης.
Πρωτού όμως προχωρήσω στην εξιστόρισή μου για να συναντήσωμε τον Στεφανογιάννη, πρέπει να γυρίσω λίγο πίσω για να δώσω λίγο φως εις τον ιστορικό του μέλλοντος, πως και τι είχε συμβεί προηγουμένως και εβγήκα προς αναζήτηση του Σατανά. Μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς, οι Σύμμαχοι δεν κάθησαν με σταυρωμένα τα χέρια, προσπαθούσαν να έλθουν σε επαφή με το Νησί όπως τελικά το πέτυχαν με υποβρύχια, απ το ιστορικό Μοναστήρι της Ιεράς Μονής Πρέβελη με ένα Πλωτάρχη του Βασιλικού Ναυτικού της Αγγλίας ονόματι Φράνσις Πουλ.
Η Αγγλική κατασκοπία είχε πληροφορηθεί ότι πολλές εκατοντάδες είχαν διαφύγει την αιχμαλωσία όπως και πολλοί άλλοι Άγγλοι στρατιωτικοί είχαν δραπετεύσει από τα διάφορα στρατόπεδα αιχμαλώτων. Όλοι αυτοί κρύβονταν στα βουνά και πολύ περισσότερον στις ακτές περιμένοντας μήπως βρουν τρόπο για να φύγουν στη Μέση Ανατολή.
Μεταξύ τώρα όλων αυτών των αναζητήσεων περισσότερο βάρος έδιναν στην ανεύρεση του Λοχαγού Τζων Πελντέμπουρη. Αφού έσβυσε κάθε ελπίδα για την ανεύρεσή του, κάποιος δικός τους στρατιώτης τους είπε ότι τον Πελντέμπουρη τον είδαν την τελευταία μέρα που έγινε η κατάληψη της πόλης Ηρακλείου να μάχεται μαζί με το Σατανά έξω από τα τείχη της πόλεως εις την θέση Χανιόπορτα. Σταμάτησαν την αναζήτηση του Πελντέμπουρη και άρχισαν να αναζητούν το Σατανά μήπως αυτός ξέρει τίποτε για την τύχη του.
Αφού δεν μπόρεσαν να βρουν και το Σατανά, κάποιος Αμαργιώτης είπε εις τον Ηγούμενο της Μονής Πρέβελη με το όνομα Αγαθάγγελος Λαγουβάρδος, ότι μόνο ο Στεφανογιάννης από τα Ανώγεια μπορεί να ξέρει το λημέρι του Σατανά. Ύστερα από αυτή την πληροφορία που είχε πάρει ο Ηγούμενος Λαγουβάρδος στέλνει επιστολή με αγγελιοφόρο στα Ανώγεια του Στεφανογιάννη και του λέει μέσα για την επείγουσα ανεύρεση του Σατανά διότι ο Πουλ όπου του άφησε οδηγίες φεύγοντας από τη Μονή με όσους στρατιώτες μπόρεσε να πάρει, ότι, επανέρχομαι μετά τρεις ημέρες και πρέπει ο Σατανάς να είναι εδώ.
Και προχωρώ τώρα στο σημείο που εσταμάτησα και γύρισα πίσω για λίγο στη συνάντηση Σατανά με Στεφανογιάννη. Άμα φθάσαμε στο σπίτι του Στεφανογιάννη στα Ανώγεια, βγάζει την επιστολή του Ηγούμενου και του τη διαβάζει και εν συνεχεία του λέει ότι ο άνθρωπος που θα σας συνοδεύσει θα σας περιμένει εις την Ιερά Μονή Αρκαδίου. Θα του ζητήσετε να σας φέρει σε επαφή ο καλόγερος Γαβριήλ Κλάδος. Χωρίς καμιά άλλη καθυστέρηση εις τα Ανώγεια συνεχίσαμε την πορεία μας με κατεύθυνση προς τη Μονή Αρκαδίου, όλοι αυτοί που ανέφερα παραπάνω πλην του Κώστα Δραμουντάνη. Αλλά ακολούθησε μαζί μας ο Στρατηγός Ζουδιανός και ένας Χαριτάκης που ήταν στο σπίτι του Στεφανογιάννη όταν εμείς πήγαμε.
Φθάσαμε στη Μονή Αρκαδίου. Μας παρέλαβε ο καλόγερος Γαβριήλ Κλάδος και μας πήγε στο χωριό Αποστόλους και μας παρέδωσε στον αδελφό του Ηγούμενου της Μονής Πρέβελη Λαγουβάρδο. Εις το σημείο δε όπου περίπου επεριμέναμε να έλθει το υποβρύχιο εκεί κοντά στη Μονή ήταν πάρα πολλά άτομα Άγγλοι και Έλληνες ίσως και διακόσια άτομα. Περίμεναν σε διάφορα σημεία με τη σκέψη ότι ίσως μπορέσουν να φύγουν. Μεταξύ αυτών ήταν ο Καπετάν Πετρακογιώργης.
Κατά την ενάτη νυκτερινή ώρα επλησίασε το σκάφος εκεί που είμαστε συγκεντρωμένοι. Ο καπετάνιος του σκάφους Πλωτάρχης Πουλ πρωτού ρίξουν την λαστιχένια βάρκα είπε. Μην τρέχετε και πέσετε μαζεμένοι στη βάρκα, διότι έχω διαταγή να πάρω μόνο το Σατανά από το Στρατηγείο και όσους Άγγλους στρατιώτες είναι εδώ και μην ανησυχείτε διότι οι αποστολές αυτές θα συνεχισθούν και σιγά σιγά θα τους πάρωμε κάτω όλους τους κυνηγημένους από τους Γερμανούς…ª.
Ο Δημήτρης Λεμονάκης στο χειρόγραφό του σημειώνει ότι ο Φράνσις Πουλ διέμενε στο πατρικό σπίτι του αδερφού του Ηγούμενου της Μονής Πρέβελη Αγαθάγγελου Λαγουβάρδου στο χωριό Αποστόλοι Αμαρίου.
Σημαντικά στοιχεία σχετικά με την απομάκρυνση στρατιωτών του συμμαχικού Στρατηγείου που πήραν μέρος στη Μάχη της Κρήτης από την παραλία του Πρέβελη, προκύπτουν από την παρακάτω ανέκδοτη επιστολή του Φράνσις Πουλ στον ιστορικό Ιωάννη Μουρέλλο, (επιστολή στην Ελληνική γλώσσα χωρίς ημερομηνία, ΒΔΒΗ). Συγκεκριμένα ο Βρετανός Πλωτάρχης γράφει:
«Αγαπητέ κ. Μουρέλλε
Εις απάντησιν της επιστολής σας, σας αποστέλλω εσωκλείστως ένα απόκομμα μιας εφημερίδας του Καΐρου με φωτογραφία του Ηγουμένου Λαγγουβάρδου με την ιερατικήν και την στρατιωτικήν στολήν του. Σας αποστέλλω επίσης και μία μικρή μου φωτογραφία η οποία είναι η μόνη διαθέσιμος.
Μου είναι πολύ δύσκολον, έπειτα από την παρέλευσιν τόσου χρόνου να μπορέσω να θυμηθώ ημερομηνίες και λεπτομέρειες δια τα γεγονότα που διαδραματίσθησαν εις το νότιον τμήμα της Ρεθύμνης, πάντως όμως τα όσα δημοσιεύονται εις το απόκομμα του «Αέρα» που σας εσωκλείω ανταποκρίνονται πλήρως προς την πραγματικότητα.
Λυπούμαι διότι επί του παρόντος δεν θα μπορέσω να σας είπω λεπτομερείας, έχετε όμως υπ’όψιν σας ότι η πρώτη ομάδα στρατιωτών που απέστειλα από το Πρέβελη ήσαν 78 άνδρες, οι πλείστοι των οποίων ήσαν Αυστραλοί του 2/ΙΙ Συντάγματος και οι οποίοι είχον λάβει μέρος εις την μάχη της Ρεθύμνης και η δευτέρα ομάς από 122 άνδρες. Όλοι αυτοί οι στρατιώται είχον μεταφερθεί εις την Μονήν Πρέβελη όπου τους διέθρεψαν και τους έκρυψαν. Υπολογίζω ότι 600-650 αξιωματικοί και στρατιώται έτυχον προστασίας από τον Ηγούμενον και τους Μοναχούς της Μονής Πρέβελης.
Όταν ήμουν μαζί του, οι Γερμανοί πληροφορηθέντες τας ενεργείας και την δράσιν του, επικήρυξαν αμοιβήν δια την κεφαλήν του 300 χιλιάδες δραχμές. Έπειτα από το γεγονός αυτό εκρυφθήκαμε και οι δυο μας δι’ένα αρκετό χρονικό διάστημα σε μια σπηλιά κοντά στο χωριό Αποστόλοι Αμαρίου. Εγώ εν τω μεταξύ έφυγα δια την Αίγυπτο, ο Ηγούμενος όμως αρνήθηκε να με ακολουθήσει διότι ως μου είπε το καθήκον του είναι να ευρίσκεται πάντα κοντά στο λαό του.
Αργότερα στα 1942 η υγεία του εκλονίσθη και μετεφέρθη εις Αίγυπτον με ένα από τα μικρά πλοία μου. Και προσθέτω ακόμη ότι σε κάθε αποστολή και επιβίβαση στρατιωτών για την Αίγυπτο, ο Ηγούμενος συνόδευε τους άνδρες έως το πλοίον της επιβιβάσεως όπως και τους ευλογούσε κάθε ένα χωριστά καθώς έφευγαν για το εξωτερικό. Ελπίζω ότι το απόκομμα αυτό γράφει λεπτομέρειες που θα σας βοηθήσει εις το έργον σας.
Με εκτίμηση, F… Poolª.
Τις ακριβείς ημερομηνίες απόβασης του Πλωτάρχη Φράνσις Πουλ στην παραλία Πρέβελη και την μεταφορά στρατιωτών από την Κρήτη στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, διαπιστώνουμε από το ημερολόγιο του υποβρυχίου Θράσερ. Στις 22 και 28 Ιουλίου 1941, ο Διοικητής του υποβρυχίου Πλωτάρχης P.J. Cowell σημειώνει :
22 Jul 1941
HMS Thrasher (Lt.Cdr. P.J. Cowell, DSC, RN) departed from Alexandria for her 2nd war patrol. She was ordered to land a person on Crete and then evacuate stranded troops. After this she is to patrol in the Aegean.
Το υποβρύχιο HMS Thrasher (Πλωτάρχης P.J. Cowell) αναχώρησε από την Αλεξάνδρεια για την 2η πολεμική περιπολία του. Είχε διαταγή να αποβιβάσει ένα άτομο στην Κρήτη και έπειτα να εκκενώσει τα αποκλεισμένα στην ακτή στρατεύματα. Μετά από αυτό, θα περιπολεί στο Αιγαίο.
28 Jul 1941
HMS Thrasher (Lt.Cdr. P.J. Cowell, DSC, RN) picks up 78 men from Crete. With so many on board the patrol in the Aegean had to be abandoned and Thrasher set course to return to Alexandria.
Το υποβρύχιο HMS Thrasher (Πλωτάρχης P.J. Cowell) μαζεύει-περισυλλέγει 78 άντρες από την Κρήτη. Με τόσους πολλούς επί του σκάφους, η περιπολία στο Αιγαίο ήταν αναγκαίο να εγκαταλειφθεί και το υποβρύχιο να λάβει πορεία επιστροφής προς την Αλεξάνδρεια.
Συμπερασματικά, τονίζουμε ότι : Στις 24 Ιουλίου 1941, το υποβρύχιο του Βασιλικού Βρετανικού ναυτικού Θράσερ με πλοίαρχο τον Πλωτάρχη P.J. Cowell, αποβίβασε στην ακτή του μοναστηριού Πρέβελη τον Βρετανό Πλωτάρχη Φράνσις Πουλ. Αναζητούσε απαντήσεις για την τύχη του αξιωματικού συνδέσμου Τζων Πεντλέμπουρυ και τους στρατιώτες του Συμμαχικού Στρατηγείου που είχαν απομείνει μετά τη Μάχη της Κρήτης στο νησί. Με την βοήθεια του Ηγουμένου της Μονής Αγαθάγγελου Λαγουβάρδου και των Αρχηγών Αντώνη Γρηγοράκη – Σατανά και Γιάννη Δραμουντάνη – Στεφανογιάννη, πληροφορείται τον θάνατο του Πεντλέμπουρυ την πρώτη ημέρα της μάχης και οργανώνει την πρώτη αποστολή απομάκρυνσης των περιπλανώμενων στρατιωτών στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.
Αυτό επιτυγχάνεται με το υποβρύχιο Θράσερ στις 28 Ιουλίου 1941, με την επιβίβαση και μεταφορά 78 στρατιωτών από την παραλία του Πρέβελη. Από την ίδια παραλία, στις 20 Αυγούστου 1941, επιτυγχάνεται η απομάκρυνση από την Κρήτη 122 ακόμη στρατιωτών και του Αρχηγού Αντωνίου Γρηγοράκη – Σατανά. Οι Βρετανοί, Αυστραλοί, Κύπριοι και Νεοζηλανδοί στρατιώτες που παρέμεναν ακόμη στην Κρήτη, απομακρύνονταν με σκάφη επιφανείας σε μικρές ομάδες, από τα νότια παράλια της Κρήτης στη Μέση Ανατολή, καθ’όλη τη διάρκεια της κατοχής.
1Χειρόγραφο αφηγήσεων από το έτος 1940 και μετά του Δημήτρη Λεμονάκη, σελ. 24-26. Αντίγραφο του χειρογράφου με αφιέρωση παραχώρησε ο Δημήτρης Λεμονάκης στον Ζαχαρία Δραμουντάνη, γιο του Στεφανογιάννη.
*Ο Γεώργιος Α. Καλογεράκης είναι Δρ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Διευθυντής Δημοτικού Σχολείου Θραψανού