Άλκη Ζέη
Αυθόρμητη, ειλικρινής, σαν ένα μικρό παιδί, έτσι μιλούσε στις συνεντεύξεις της η Άλκη Ζέη

Φτωχότερος πλέον ο κόσμος της λογοτεχνίας στην Ελλάδα, καθώς σε ηλικία 97 ετών η σπουδαία συγγραφέας, Άλκη Ζέη, άφησε την τελευταία της πνοή. Η κηδεία της θα γίνει την Τρίτη από το Α’ Νεκροταφείο, όπου αναπαύεται και ο σύζυγός της Γιώργος Σεβαστίκογλου.

Η Άλκη Ζέη γεννήθηκε στην Αθήνα.  Ο πατέρας της καταγόταν από την Κρήτη και η μητέρα της από τη Σάμο, όπου πέρασε τα πρώτα παιδικά της χρόνια. Παντρεύτηκε τον θεατρικό συγγραφέα και σκηνοθέτη Γιώργο Σεβαστίκογλου, που πέθανε το 1991.

Απέκτησαν δύο παιδιά. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών και στο Κινηματογραφικό Ινστιτούτο της Μόσχας, στο τμήμα σεναριογραφίας.

Από το 1954 έως το 1964 έζησε σαν πολιτική πρόσφυγας στη Σοβιετική Ένωση. Το 1964 επιστρέφει οικογενειακώς στην Ελλάδα, για να ξαναφύγουν πάλι όλοι μαζί με τον ερχομό της Χούντας το 1967. Αυτήν τη φορά ο τόπος διαμονής τους είναι η Γαλλία, και συγκεκριμένα το Παρίσι, απ’ όπου επιστρέφουν μετά τη δικτατορία.

Από πολύ μικρή ασχολήθηκε με το γράψιμο. Στις πρώτες ακόμη τάξεις του Γυμνασίου άρχισε να γράφει κείμενα για το κουκλοθέατρο. Ένας από τους ήρωες που δημιούργησε, ο Κλούβιος, έγινε κατοπινά ο ήρωας του γνωστού κουκλοθέατρου «Μπαρμπα-Μυτούσης», εμπνεύστρια του οποίου ήταν η Ελένη Θεοχάρη-Περάκη.

Πρώτο της μυθιστόρημα είναι «Το καπλάνι της βιτρίνας» (1963), που το έχει εμπνευστεί από τα παιδικά της χρόνια στη Σάμο και είναι σχεδόν αυτοβιογραφικό. Ακολουθεί μια σειρά μυθιστορημάτων για παιδιά, και το 1987 κυκλοφορεί το πρώτο της βιβλίο για μεγάλους «Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα». Το 2013 κυκλοφόρησε το αυτοβιογραφικό της βιβλίο «Με μολύβι φάμπερ νούμερο δύο», και το 2017 το «Πόσο θα ζήσεις ακόμα, γιαγιά».

Το 2010 τιμήθηκε με το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου της.

Ο καθαρός τρόπος γραφής της, η γλωσσική αρτιότητα, η κριτική στάση απέναντι σε πρόσωπα και καταστάσεις, το χιούμορ και η διεισδυτική ματιά στα γεγονότα είναι τα χαρακτηριστικά του έργου της Άλκης Ζέη που το έχουν κάνει να αγαπηθεί από το ελληνικό και το ξένο αναγνωστικό κοινό.

Τα βιβλία της απευθύνονται κυρίως στα παιδιά και τους εφήβους, πάντα όμως διαβάζονται με μεγάλη ευχαρίστηση και από τους ενήλικες. Εμπνέονται από προσωπικές της εμπειρίες υφαίνοντας την υπόθεσή τους παράλληλα με ιστορικά γεγονότα. Τα θέματα που πραγματεύονται είναι καθημερινά και πανανθρώπινα.

Το «Καπλάνι της βιτρίνας», το πρώτο της μυθιστόρημα, υπήρξε έργο – σταθμός για την ελληνική παιδική λογοτεχνία και θεωρείται πλέον ένα κλασικό έργο της παγκόσμιας λογοτεχνίας για παιδιά, με συνεχείς επανεκδόσεις από το 1963 που πρωτοκυκλοφόρησε στην Ελλάδα και πολλές μεταφράσεις και διακρίσεις στο εξωτερικό.

Η Άλκη Ζέη αποτελεί πρέσβειρα της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας στο εξωτερικό, καθώς το σύνολο του έργου της είναι μεταφρασμένο και κυκλοφορεί σε πολλές χώρες ανά τον κόσμο. Η ίδια έχει επίσης μεταφράσει από τα γαλλικά, τα ιταλικά και τα ρωσικά αρκετά βιβλία.

Το 2012 αναγορεύτηκε επίτιμη διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Κύπρου.

Το 2014 αναγορεύτηκε επίτιμη διδάκτωρ του Τμήματος Επιστημών Προσχολικής Αγωγής και Εκπαίδευσης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ενώ το 2015 απέσπασε την ίδια τιμή από το Πανεπιστήμιο Πατρών της Σχολής Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών.

Τον Ιανουάριο του 2015 έλαβε τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος της Τιμής, διάκριση που αποδίδεται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας σε διαπρεπείς προσωπικότητες των τεχνών, των επιστημών και των γραμμάτων, ενώ τον Σεπτέμβριο του 2015 τιμήθηκε από τη Γαλλία με τον τίτλο του Ταξιάρχη του Τάγματος των Τεχνών και των Γραμμάτων (Commandeur de l’Ordre des Arts et des Lettres).

 

Όταν η μεγάλη μας συγγραφέας μιλούσε στην “Π”

Όταν η μεγάλη μας συγγραφέας Άλκη Ζέη μιλούσε στην “Π”
Όταν η μεγάλη μας συγγραφέας μιλούσε στην “Π”

«Τα χρόνια τρέχουν τώρα πια και δεν θα ήθελα να γράψει κανείς άλλος τη βιογραφία μου», ήταν η αφοπλιστικά ειλικρινής απάντησή της στην ερώτηση της «Π», τον Νοέμβριο του 2013, για ποιο λόγο θέλησε να γράψει την αυτοβιογραφία της «Με μολύβι φάμπερ νούμερο δύο».

Είχε εκφράσει, ακόμα, την άποψη: «Δεν νομίζω ότι τώρα είναι η εποχή που υπάρχουν κύματα, ήταν άλλη εποχή, τελείως άλλη τότε.

Αυτοί οι άνθρωποι, όταν στη χειρότερη κατοχή και πείνα βγήκε το θέατρο του Κουν, τρώγανε μαύρες σταφίδες και φουντούκια, αν υπήρχαν, βγήκε το πρώτο βιβλίο του Ελύτη, ο Ήλιος ο πρώτος, άνοιξε εκδοτικός οίκος και βιβλιοπωλείο, ο Ίκαρος σε μια τέτοια εποχή, του Γκάτσου το βιβλίο βγήκε και όλοι συζητούσαν πώς θα κάνουν κάποιο θέατρο, πώς να γράψουν κάτι, όχι αντιστασιακό, αλλά κάτι που θα έδινε στον κόσμο μια ώθηση, μια ελπίδα.

Η διαφορά με την εποχή τώρα είναι ότι τότε είχαμε ένα όραμα, ήμασταν όλοι μαζί και πιστεύαμε ότι κι εμείς συμβάλλουμε σε αυτό το όραμα και σίγουρα θα πραγματοποιηθεί».

Για τα πρόσωπα που είχαν στιγματίσει τη ζωή της είχε πει πως «πρώτα- πρώτα ο άντρας μου, ο Γιώργος Σεβαστίκογλου.

Ήμουν δέκα χρόνια νεότερή του, πήγαινα σχολείο ακόμα όταν τον γνώρισα. Ύστερα όλοι μαζί, ο Ελύτης, ο Εμπειρίκος, ο Γκάτσος. Εμείς ακούγαμε, δεν συζητάγαμε, ακούγαμε τι έλεγαν, ήταν σαν να πηγαίναμε σε ένα Πανεπιστήμιο».