Μία από τις πιο σκληρές υποθέσεις διακίνησης προσφύγων και μεταναστών αναμένεται να εκδικαστεί σήμερα σε δεύτερο βαθμό στο Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων Ανατολικής Κρήτης.
Η ωμότητα στην συμπεριφορά των διακινητών, όπως περιγράφεται μέσα από καταθέσεις θυμάτων και αστυνομικών, τη διαφοροποιεί από τόσες άλλες που έχουν απασχολήσει κατά καιρούς τις διωκτικές και δικαστικές Αρχές.
Οι φωτογραφίες από τις σπηλιές και τις τρώγλες όπου κρατούνταν επί μερόνυχτα σαν ζώα 113 μετανάστες-ανάμεσα τους και γυναικόπαιδα-είχαν κάνει τον γύρο της Ελλάδος και της Ευρώπης τον Μάρτιο του 2017.
Μετά από πολύμηνες έρευνες για τη δράση του διεθνούς εγκληματικού δικτύου που προωθούσε μετανάστες και πρόσφυγες από την Αίγυπτο προς την Κρήτη με σκοπό την περαιτέρω προώθησή τους στην ηπειρωτική Ελλάδα ή στην Ιταλία, άνδρες των ειδικών υπηρεσιών έκαναν έφοδο για την απελευθέρωσή τους, ακινητοποιώντας παράλληλα τους πάνοπλους φρουρούς τους.
Μέσα σε συνθήκες απίστευτης βρομιάς και δυσωδίας, μετανάστες πεινασμένοι, διψασμένοι, με το κρύο και την υγρασία να «τσακίζει» τα κόκαλά τους, ζητούσαν να κάνουν την ανάγκη τους και τους κλωτσούσαν. Τους σημάδευαν με το όπλο στον κρόταφο και τους απειλούσαν ότι θα τους θάψουν και κανείς δεν θα πάρει χαμπάρι.
Μέσα σε αυτές τις «ποντικότρυπες» ένα παιδάκι αρρώστησε βαριά και χρειάστηκε να μεταφερθεί στο νοσοκομείο για να μην τους μείνει στα χέρια. Ήταν μία υπόθεση που απασχόλησε τα διεθνή μέσα ενημέρωσης αλλά και τα ευρωπαϊκά όργανα.
Στο πρωτόδικο δικαστήριο στο εδώλιο κάθισαν 21 κρατούμενοι, ανάμεσα τους και έξι κρητικοί. Στη φυλακή επέστρεψαν οι ένδεκα καταδικασθέντες, ανάμεσα στους οποίους και επιτελικά στελέχη της οργάνωσης. Σε τέσσερις επιβλήθηκαν ποινές-”μαμούθ”.
Οι ποινές για τους άλλους επτά καταδικασθέντες κινήθηκαν σε ένα πλαίσιο από έξι έως 12 έτη κάθειρξης. Το δικαστήριο αθώωσε πέντε κατηγορούμενους, ανάμεσα στους οποίους και ένας κρητικός.
Οι άλλοι πέντε εμπλεκόμενοι κρητικοί καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης, από μερικούς μήνες έως πέντε έτη και ανά περίπτωση δόθηκε αναστολή με ή χωρίς όρους ή αποφασίστηκε μετατροπή της ποινής σε εξαγοράσιμη.
Όπως έχει γράψει η «Π», “εμβληματική” μορφή της εγκληματικής οργάνωσης φέρεται να ήταν ένας Σύρος με το παρατσούκλι Eshan, τον οποίο οι μετανάστες έτρεμαν και μόνο στο άκουσμα του ονόματός του. Περιγράφεται κυνικός και ανάλγητος.
Με τρομακτική ευκολία τραβούσε όπλο και πυροβολούσε για να «καταστείλει» κάθε ίχνος αντίστασης ή διαμαρτυρίας από πλευράς των απελπισμένων, τους οποίους κρατούσαν σε «ομηρεία».
Τους παραλάμβαναν συνήθως από απόκρημνες παραλίες όπου κατέφθαναν τα σκάφη από την Αίγυπτο. Τους περίμεναν με κουκούλες και τα καλάσνικοφ στο χέρι. Πεζοπορία και στη συνέχεια τούς στοίβαζαν σε αυτοκίνητα της οργάνωσης. Τους μετέφεραν σε σπίτια, διαμερίσματα, αποθήκες, στάβλους, σπηλιές, θερμοκήπια.
Οι διακινητές τούς εξουσίαζαν ψυχή και σώμα, προτάσσοντας τα όπλα σε όποιον σήκωνε κεφάλι. Τους αντιμετώπιζαν σαν ένα προπληρωμένο κομμάτι «κρέας».