Σε όσα ακολουθούν, δεν πρόκειται να ασχοληθώ με κανενός είδους υψηλή γεωπολιτική ανάλυση. Ειδήμονες και αδαείς ασχολούνται κατά κόρον. Θα υπενθυμίσω πικρές, κατά την κρίση μου, αλήθειες.

Οι τελευταίες εξελίξεις στη Συρία αποδεικνύουν ότι οι Τούρκοι επιχειρούν «γενναίους» πολέμους μόνον αφού διασφαλίσουν πρώτα ότι θα κάνουν περίπατο απέναντι σε αδύναμους αντιπάλους. Στο ίδιο μοτίβο είχαν προηγηθεί το 2016 και 2018 άλλες δύο «ειρηνικές» επιχειρήσεις, με ευφάνταστες ονομασίες.

Το ίδιο έγινε και το 1974 στην Κύπρο, όταν η απομόνωση της Ελλάδας, με την προδοτική χούντα και την αμερικανική συναίνεση, τους έδωσε το δικαίωμα να ασκήσουν εκ του ασφαλούς τον ηρωισμό τους.

Ο νεοσουλτάνος μάλιστα δεν χάνει την ευκαιρία να συνδέει τους σημερινούς στρατιωτικούς του περιπάτους στην αιματοβαμμένη Συρία με την περίπτωση της Κύπρου, υπενθυμίζοντας συνέχεια την πριν από σαράντα πέντε χρόνια παλικαριά τους, όταν οι Τούρκοι βρήκαν τις πόρτες ανοικτές και τα σκυλιά δεμένα.

Αυθαδιάζει με τη σιγουριά του μακελάρη που ξέρει πολύ καλά ότι μένει ελεύθερος να κάνει ανενόχλητος τη βρώμικη δουλειά των άλλων. Κάτι μας λέει, κάτι περισσότερο θέλει να μας πει με το κακόηχο ξυπνητήρι του.

Εντάξει. Είναι πέρα για πέρα δικαιολογημένη η αγανάκτηση, επειδή νομίζαμε κάποιοι ότι η αηδία το είχε τερματίσει δεκαετίες τώρα, ακούγοντας τις βαριεστημένες δηλώσεις μαλθακών Ευρωπαίων, Αμερικανών, Ρώσων -και βάλε- για την «εφαρμογή των ψηφισμάτων του ΟΗΕ» στη σφαγμένη Κύπρο. Κάναμε ασυγχώρητο λάθος.

Η περιπατητική εισβολή των Τούρκων στη Συρία έδωσε ξανά την εμετική ευκαιρία στη «διεθνή κοινότητα» να αποδείξει ότι η διαπλεκόμενη αναγούλα, όταν είναι τίγκα βουτηγμένη στη στυγνότητα του συμφέροντος, ξεπερνά και τα όρια της πιο αρρωστημένης φαντασίας, καθιστώντας τη γεωπολιτική διαστροφή μάθημα κατηχητικού.

Ευτυχώς, όλο και περισσότερος κόσμος κατανοεί ότι το μεγάλο μας πρόβλημα από δω και πέρα θα λέγεται Τουρκία. Όλο και πιο πολλοί αντιλαμβάνονται ότι οι γείτονες είναι στην πλειονότητά τους μία διαφορετικά εκπαιδευμένη κοινωνία, με άλλες αρχές και προτεραιότητες.

Εκεί, η αξία της ανθρώπινης ζωής προφανώς δεν εκτιμάται με τα «δυτικά» μέτρα – βοηθά προς τούτο και η αλαζονεία των αριθμών. Μέσα σε αυτό το κλίμα εντάσσεται η φρενίτιδα των στρατιωτικών χαιρετισμών που έχει καταλάβει μικρούς και μεγάλους στη γείτονα με αφορμή τη νέα εισβολή στη Συρία.

Το πρόβλημα αυτό το λέω πρόκληση, και όχι απλά απειλή. Πόσο έτοιμοι είμαστε; Η ελληνική κοινωνία, μετά την εισβολή στην Κύπρο το 1974, δεν προετοιμάστηκε ποτέ σοβαρά για την πολύ υψηλή πιθανότητα σύγκρουσης με την όλο και πιο επιθετική εθνικιστική Τουρκία. Έχουν ευθύνη οι πνευματικοί ταγοί του τόπου.

Πάντα αφέθηκε να υπάρχει η αδιόρατη βεβαιότητα ότι σε περίπτωση «θερμού επεισοδίου» η Ευρώπη θα μας προστατεύσει, οι ΗΠΑ θα το σταματήσουν, οι Ρώσοι θα βρουν την ευκαιρία να κινηθούν υπέρ μας, οι Κούρδοι θα κηρύξουν και αυτοί στους Τούρκους τον πόλεμο … καθώς και άλλα παρόμοια φοβικά, μεσσιανικά δικά μας. Αποτέλεσμα.

Oι Τούρκοι μπορούν, τώρα που μιλάμε, να σουλατσάρουν ανενόχλητοι στην κυπριακή ΑΟΖ και να ονειρεύονται αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάννης κατά τα γούστα τους. Α! Και να διεκδικούν το μισό Αιγαίο.

Σε ποιες σταθερές συμμαχίες να ελπίζουμε, τώρα που τα πάντα καταρρέουν, ενώ βεβαιότητες δεν υπάρχουν; Είναι κάτι παραπάνω από σαφές για ποιον κτυπά η καμπάνα. Σήμερα υπάρχουν μόνον χώρες συγκροτημένες από κάθε άποψη και προετοιμασμένες για θυσίες. Πάντα υπήρχαν.

Συμπέρασμα. Αυξάνονται κατακόρυφα οι πιθανότητες να επιτευχθεί η αποτροπή του πολέμου και της ήττας, όταν είσαι ισχυρός και καταφέρνεις να έχεις συμμάχους. Το «δίκαιο» υπάρχει μεταξύ ίσων. Για δικαιοσύνη ας μη μιλάμε. Θα τα βρούμε μπροστά μας. Είναι ιστορικός νόμος, είναι νομοτέλεια. Δεν θα έπρεπε επομένως να προετοιμάζεται ο κόσμος για την απευκταία σύγκρουση; Εάν θέλεις ειρήνη, να προετοιμάζεσαι για πόλεμο. Πού και πώς;

Σπεύδω να προκαταλάβω ότι δεν αναφέρομαι απλά στη στρατιωτική και αμυντική θωράκιση της χώρας με τα ανάλογα μέσα. Είμαι σίγουρος, άλλωστε, ότι υπάρχουν άνθρωποι που προσπαθούν πάντα, με επαγγελματισμό, γνώση, θάρρος και αυταπάρνηση για το καλύτερο δυνατό.

Άνθρωποι που λαμβάνουν πολύ σοβαρά υπ’ όψιν τις υπερφίαλες προειδοποιήσεις της τουρκικής παράνοιας περί «γαλάζιας πατρίδας». Εννοώ την επίπονη προσπάθεια θωράκισης του συνόλου των πολιτών με ιστορική, πολιτιστική και γεωπολιτική αυτογνωσία.

Καμία χώρα δεν μπορεί να επιδιώξει οτιδήποτε σταθερό και επιτυχές, εάν δεν έχει διαμορφώσει από πριν τις προϋποθέσεις μιας τέτοιας δράσης. Και οι προϋποθέσεις μιας τέτοιας δράσης απαιτούν να αποφασίσουμε τι μέλλον θέλουμε, ζητούν να συμφωνήσουμε τι περιεχόμενο θέλουμε να δώσουμε σε μια πιο ασφαλή αυριανή ζωή.

Εδώ και τριάντα χρόνια στη Μέση Εκπαίδευση κατάλαβα ότι το ελληνικό κράτος, διά του αρμοδίου υπουργείου, καταβάλλει συνεχώς ακατανόητες προσπάθειες για το πώς θα γίνει το σχολείο ευκολότερο και ποτέ για το πώς θα καταστεί απαιτητικότερο.

Μία παιδεία όμως αξιώσεων και προσδοκιών πρέπει να έχει ως κέντρο της την επαφή με εκείνες τις παγκόσμιες πηγές που δίδαξαν τι σημαίνει δημοκρατία, τι είναι αγάπη και αγώνας για την ελευθερία, την πατρίδα, τι σημαίνει εμπιστοσύνη στον συνάνθρωπο συμπολίτη, πώς σφυρηλατείται η πίστη στην ισότητα όλων των ανθρώπων, ποια είναι τα διαχρονικά διδάγματα της ιστορίας και ποιο το απόσταγμά τους, πώς εκδηλώνεται η ευθύνη και η υπευθυνότητα με την καλλιέργεια της ηθικής και της αισθητικής, πώς απεχθάνεται κανείς τον ψυχοφθόρο εγωισμό και την καταστροφική πλεονεξία!

Προσγείωση. Τα αναλυτικά προγράμματα μπορεί να έχουν τις ευγενέστερες των προθέσεων αλλά όμως είναι δαιδαλωδώς χαμένα μέσα στις γενικότητες και τα ευχολόγια. Εάν πρέπει να μιλήσω για τα λεγόμενα «φιλολογικά μαθήματα», στην πράξη διακρίνω παντού μία ασυνέχεια και αποσπασματικότητα στο ίδιο το περιεχόμενο των προς διδασκαλία αντικειμένων, όπου ζητείται η ανάπτυξη «δεξιοτήτων» ως απλά εργαλεία διεκπεραιωτικής κατανόησης τεχνικών εντολών για εξεταστικούς λόγους.

Με ποιο δικαίωμα τότε απαιτούμε από τα παιδιά λογοτεχνικές προσεγγίσεις, κοινωνιολογικές κατανοήσεις, πολιτειακές εμβαθύνσεις, ιστορικές τεκμηριώσεις, όταν αποκόπτουμε σύριζα όλο και περισσότερο τη νέα γενιά από τις μεγάλες εκείνες πηγές που φουσκώνουν τα ορμητικά ποτάμια; Λείπουν αυτά τα κείμενα.

Μα ελάτε μου τώρα, που περιμένουμε από τα νέα παιδιά να δείξουν ευαισθησία για περιπλοκές της Ιστορίας που μας σφραγίζουν στο παρόν ανεξίτηλα, όπως είναι η αξία του Συντάγματος, η πολυκομματική λειτουργία της δημοκρατίας, οι διχόνοιες, το Μικρασιατικό, η διεθνής Συνθήκη της Λωζάννης, οι πρόσφυγες, η δυστυχία, ο σεβασμός σε αυτήν την με χίλιους μύριους κόπους στερεωμένη πατρίδα.

Ελάτε μου τώρα, όταν η πολιτεία αποφάσισε από φέτος ότι μόνον οι πολύ λίγοι στην Τρίτη Λυκείου πρέπει να διδάσκονται Ιστορία – για να μένει ο κάθε μεγαλομανής Ερντογάν χωρίς απάντηση και να παρουσιάζει τον εαυτό του ως αγωνιστή εναντίον της τρομοκρατίας…

Μόνον με εκ βαθέων επαναπροσδιορισμό των στόχων και του περιεχομένου της Παιδείας μπορούμε να είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας και τους πολίτες συμπατριώτες μας, όταν υποσχόμαστε ένα καλύτερο και αποτελεσματικότερο αύριο.

Όσοι ονειρευόμαστε πατρίδα σε σύγχρονο σοβαρό κράτος αξιολόγησης και αξιοκρατίας, με στόχους σταθερούς, ασφαλές δηλαδή κατά το δυνατόν και ισχυρό απέναντι στην τρέλα των εθνικιστών Τούρκων πολιτικών, ας ζητήσουμε τον εξοπλισμό της χώρας με ότι βαρύτερο μπορεί να έχουμε, τη μόρφωση.

Ας γίνει η Εκπαίδευση το εφαλτήριο. Δεν έχουμε ανάγκη από κατευθυνόμενες κατευθύνσεις, ούτε από αποπροσανατολισμένους προσανατολισμούς. Γενικευμένη Μέση Παιδεία θέλουμε, σε θεωρητικό και πρακτικό επίπεδο. Δεν χρωστάμε σε κανέναν.

Ας είναι αυτή η νέα Μεγάλη μας Ιδέα, η συγκρότηση δηλαδή μιας χώρας ισχυρής από κάθε άποψη, που θα θέτει ερωτήσεις και δεν θα αναμασά απαντήσεις – που θα προτείνει με σθένος και όχι απλά θα δέχεται. Μιας χώρας που δεν θα ζει με το «φόβο» του Τούρκου. Θα ξέρουν έτσι και οι Μεμέτηδες ότι θα φάνε μια γερή γροθιά στα μούτρα, εάν επιμένουν στους μεγαλοϊδεατισμούς τους – και εμείς τη φάγαμε. Ρομαντισμοί, θα μου πείτε.

*Ο Κώστας Ν. Κωνσταντίνου είναι  διευθυντής του 2ου Γενικού Λυκείου Ηρακλείου

https://kostaskonstantinou.com/