Δεν δέχομαι το προπατορικό αμάρτημα. Πιστεύω ότι όχι μόνο το μεγάλο όνομα τού πατέρα, αλλά ούτε και οι αμαρτίες του θα πρέπει ν’ ακολουθούν τα παιδιά. Καθένας έχει τη δική του προσωπικότητα και είναι υπεύθυνος για τις δικές του πράξεις ή παραλείψεις. Καθένας σηκώνει το δικό του σταυρό, ή το δικό του φωτοστέφανο.
Και βέβαια, καθένας μπορεί, και πρέπει, να νοιώθει υπερηφάνεια για τον γεννήτορα του. Όμως, απ’ αυτό το σημείο, μέχρι τη δημόσια πλαστογράφηση τής ιστορίας, είναι πολύς ο δρόμος. Δεν θά θελα ν’ αναμειχθώ σε μια θλιβερή μικροκομματική αντιπαράθεση πολιτικών αρχηγών ή αρχηγίσκων, αν προτιμάτε. Είμαι πάρα πολύ μακριά από κάτι τέτοια. Όμως, η αίσθηση τής ευθύνης απέναντι στην ιστορία τού τόπου μου και τής οικογένειας μου, δεν μ’ αφήνει να σιωπήσω.
Ο κ. Τσίπρας, αγιογραφώντας τον πατέρα του, αναφέρει ότι μαζί με τον αδελφό του, γνωστών αριστερών καταβολών αμφότεροι, έπαιρναν δημόσια έργα στην Κρήτη. Σε μια εποχή δηλαδή, όπου και ο διορισμός καθαρίστριας σε δημόσια ουρητήρια, απαιτούσε πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων, τής ίδιας και τής απώτερης οικογένειας της.
Αναφέρει επίσης ότι είχαν διασυνδέσεις με τη “Δημοκρατική Άμυνα”, ενώ χωρίς να είναι οι ιδιοκτήτες τής τεχνικής εταιρείας “Σκαπανεύς”, μπορούσαν να παίρνουν εκρηκτικά από τα εργοτάξια της, και μ’ αυτά να προμηθεύουν την Αντίσταση. Μ’ αυτά μάλιστα τα εκρηκτικά τών αδελφών Τσίπρα, έγινε “μια βομβιστική επίθεση στην πλατεία Λιονταριών στο Ηράκλειο”.
Καταρχάς, η “Δημοκρατική Άμυνα” δεν έδρασε στην Κρήτη, και ουδεμία διασύνδεση είχε με τις εδώ οργανώσεις. Κατά δεύτερο λόγο, χωρίς να γνωρίζω το μετοχολόγιο τού “Σκαπανέως” δεν μπορώ να καταλάβω το πώς δυο απλοί υπάλληλοι του, μπορούσαν να παίρνουν εκρηκτικές ύλες και φυτίλια, τα οποία, εξ όσων προσωπικά γνωρίζω (γιατί το προσπάθησα με φίλους μου εργοδηγούς τής εταιρείας) ήταν πάντα αυστηρά ελεγχόμενα ώστε ήταν αδύνατο ν’ αφαιρεθούν.
Μόνο οι υψηλά ιστάμενοι μπορούσαν να το κάνουν και φυσικά σε ασήμαντες μικροποσότητες. Τέλος, ουδέποτε έγινε βομβιστική επίθεση στην πλατεία Λιονταριών.
Είναι αλήθεια, ότι ο θείος Ηρακλής Τσίπρας χρησιμοποιούσε πάντα το δόλωμα τής προμήθειας εκρηκτικών για να προσεγγίζει τους αφελείς. Μ’ αυτό το πρόσχημα είχε πλησιάσει, μεταξύ άλλων, τον πατέρα μου Μενέλαο Ξυλούρη και τον Φοίβο Ιωαννίδη.
Ο πατέρας μου, έμπειρος από τα χρόνια τής Κατοχής, κατάλαβε αμέσως ότι πρόκειτο για χαφιέ και τον απέφυγε. Όμως ο Φοίβος Ιωαννίδης εξαπατήθηκε, και τον εισήγαγε σε μυστικά που δεν έπρεπε να γνωρίζει. Είναι αλήθεια πως έγιναν κάποιες σποραδικές εκρήξεις στο Ηράκλειο τον Οκτώβριο τού 1967. Όχι στα Λεοντάρια.
Το αποτέλεσμα ήταν να συλληφθούν άμεσα οι βομβιστές (Ιωαννίδης, Ξυριτάκης, Παπαϊωάννου και άλλοι) και να αναρωτιούνται ποιός τους κατέδωσε. Το μυστήριο έγινε βαθύτερο, όταν εκτός τών βομβιστών συνελήφθησαν και άλλοι που άσχετα με τις βόμβες προετοίμαζαν ένα αποφασιστικό κτύπημα κατά τής Χούντας στις γιορτές τού Αρκαδίου. Θυμάμαι, εκτός τον πατέρα μου, και τους Τηλέμαχο Πλεύρη, Βαλυράκη, Ουρανό, παπά-Πέτρο Γαβαλά και πολλούς άλλους.
Ποιος ήταν ο καταδότης; Τα γεγονότα είναι αναμφισβήτητα. Αμέσως μετά την έκρηξη τών βομβών, ο Ηρακλής Τσίπρας εξαφανίσθηκε. Ο πρωθυπουργός λέει “απεδρασε”, και γι’ αυτό, όπως συνηθιζόταν τότε, συνελήφθη ο πατέρας του, και η σύζυγος τού “δραπέτη”, για ν’ αφεθούν ελεύθεροι σε λίγες μέρες.
‘Οπως εκ των υστέρων αποδείχθηκε, κατά τη διήγηση τού Φοίβου Ιωαννίδη, ο καταζητούμενος Ηρακλής Τσίπρας ήρθε σ’ επαφή με τον Ασλανίδη, τού έδωσε όλες τις πληροφορίες που είχε, σε αντάλλαγμα διορίσθηκε στη διοίκηση τού “Παναθηναϊκού” και την παραμονή τής δίκης εμφανίσθηκε.
Κρατήθηκε μια νύκτα, και την επομένη στο στρατοδικείο Χανίων παρουσιάσθηκε μετανοημένος αφού όπως κατέθεσε αν οι Ξυλούρης, Πλεύρης και Ιωαννίδης τον είχαν παρασύρει σε έκνομες ενέργειες κατά τής Εθνικής Κυβερνήσεως, τις οποίες περιέγραψε λεπτομερώς.
Από κατηγορούμενος δηλαδή, μετατράπηκε σε μάρτυρα κατηγορίας. Το στρατοδικείο δέχθηκε την ειλικρινή μεταμέλεια τού “παρασυρθέντος” και τον καταδίκασε με ελαφρυντικά. Δεν φτάνει όμως αυτό. Τού χορηγήθηκε αναστολή τής ποινής και αφέθηκε ελεύθερος, ενώ, πάντα κατά τη διήγηση τού Φοίβου Ιωάννίδη, είχε ήδη καταδικασθεί δυο φορές στο παρελθόν για απάτη, σε ποινές άνω τών έξι μηνών κάθε φορά. Δηλαδή, δεν δικαιούνταν αναστολής.
Επαναλαμβάνω. Σίγουρα μια τέτοια ιστορία δεν πρέπει να βαρύνει τους απογόνους. Δεν μού φταίνε σε τίποτα. Εγώ ξέρω τι έπρεπε να κάνω αν ζούσε ο Ηρακλής Τσίπρας. Το να επαναφέρω στη μνήμη παλιές ιστορίες, που σήμερα πια δεν ενδιαφέρουν κανένα, το κάνω ως ένα φόρο τιμής στους αγωνιστές τής γενιάς μου. Μιάς χαμένης γενιάς νέων ανθρώπων, που με τσακισμένα και τρεμάμενα δάχτυλα έγραψε με το αίμα της, στους τοίχους τών κελιών της, την Ιστορία τής Ελλάδας.