Την απόλυτη βεβαιότητα ότι οι απαγωγείς είχαν εσωτερική πληροφόρηση εξέφρασε στην πρότασή της η εισαγγελέας έδρας, η οποία έκανε λόγο για ένα αριστοτεχνικό σχέδιο απαγωγής από άτομα με εμπειρία στις απαγωγές και σε άλλες παράνομες ενέργειες.
«Έχουμε να κάνουμε με τον ορισμό της εγκληματικής οργάνωσης» τόνισε η κ. Δούρου, η οποία ανέλυσε με διεξοδικό τρόπο τα στάδια της απαγωγής, από την ημέρα της αρπαγής μέχρι και το τελευταίο κρησφύγετο, προσδιορίζοντας τον ρόλο τού καθενός κατηγορουμένου με βάση το αποδεικτικό υλικό, όπως είπε.
Για την εισαγγελέα, η ομάδα των απαγωγέων που είχε τα ηνία δεν παραιτήθηκε ποτέ των απαιτήσεών της. Παρέμεινε στο παιχνίδι μέχρι τέλους. Αναγκάστηκε να αποτραβηχτεί στο παρασκήνιο και να βάλει άλλους μπροστά, μετά την αδιέξοδη επιχείρηση στον Βρασκά Σφακίων, στις 6 Αυγούστου τού 2017, μία επιχείρηση που προκάλεσε αλυσιδωτές αντιδράσεις. «Δεν απενεργοποιούνται. Οπισθοχωρούν και στρατολογείται μία νέα ομάδα από τον 46χρονο Ρεθυμνιώτη ακτιβιστή που είναι ο σύνδεσμος με την πρώτη «φουρνιά».
Τα ηγετικά στελέχη της εγκληματικής οργάνωσης, αντιλαμβανόμενα ότι η Αστυνομία βρίσκεται κοντά, υποχρεώνονται να τεθούν στο περιθώριο και αναθέτουν σε άλλους τις κινήσεις. Αναγκάζονται υπό καθεστώς εκτάκτου ανάγκης να μεταφέρουν τον Μιχάλη Λεμπιδάκη από το 4ο κρησφύγετο στο 5ο, δηλαδή στο μαντρί, υπό άθλιες συνθήκες, χωρίς ρεύμα και με τους ψύλλους να κάνουν… πάρτι. Ο απαχθείς παραμένει εκεί από τις 6 έως τις 10 Αυγούστου, οπότε και μεταφέρεται στη μάντρα του 44χρονου, στο Ρέθυμνο.
Κατά την εισαγγελική λειτουργό, «στρατολογούνται» μέλη του ΣΑΟΡ, άτομα με σοβαρά οικονομικά προβλήματα και υπό αυτήν την έννοια τα χαρακτηρίζει «εύκολα» θύματα για να συμμετάσχουν. «Αυτό ήταν το κίνητρο που τους έβαλε στην υπόθεση και όχι επειδή ήταν εγκληματική φύση». Στο τελευταίο στάδιο της απαγωγής, οι επικοινωνίες που γίνονται προς το οικογενειακό περιβάλλον τού απαχθέντος κατευθύνονται από τον 44χρονο ιδιοκτήτη της μάντρας και τον 46χρονο ακτιβιστή ως ενδιάμεσους.