Ήταν Σεπτέμβρης του ’83 όταν ανέβαινα για πρώτη φορά τα σκαλιά του Πανεπιστημίου Κρήτης, γεμάτος από περηφάνια και φορτωμένος με ένα σωρό όνειρα και φιλοδοξίες για το μέλλον, ως πρωτοετής τότε φοιτητής Μαθηματικών του τμήματος Φυσικών Επιστημών του Ανώτατου Πνευματικού Ιδρύματος του τόπου μας!

Εκεί, στα «λυόμενα» της Κνωσού, όπως τα λέγαμε, μοιραζόμασταν για τέσσερα ολόκληρα χρόνια, μαζί με δεκάδες συμφοιτητές μου, ίσως την ωραιότερη περίοδο της ζωής μας! Εκεί μέσα δημιουργήθηκαν αληθινές φιλίες που δοκιμάστηκαν στον χρόνο, δεσμοί ζωής για κάποιους, σημαντικές ανθρώπινες γνωριμίες για κάποιους άλλους!

Περπατώντας στους μακριούς προκατασκευασμένους ατέλειωτους διαδρόμους της σχολής, με τον αμίαντο να κυριαρχεί στα υλικά της κατασκευής τους (ποιος νοιαζόταν τότε;), «γευόμασταν» όλοι με τον ίδιο ενθουσιασμό και για πρώτη φορά, τα υπέροχα συναισθήματα της ελευθερίας, της ατομικής ανεξαρτησίας, της οικογενειακής «απελευθέρωσης», της κοινωνικής και πολιτικής μας ενηλικίωσης!

Εκεί μέσα, σε αυτούς τους χώρους αδράξαμε τις προκλήσεις της γνώσης, παρακολουθήσαμε εξαίρετες διδασκαλίες από σημαντικούς πανεπιστημιακούς δασκάλους, που μας σημάδεψαν στην μετέπειτα διαδρομή μας, ως επιστήμονες αλλά και ως σκεπτόμενους πολίτες. Σε εκείνα τα «λυόμενα» κάποτε γράφτηκε ιστορία. Ήταν η δική μας ταπεινή ιστορία! Η ιστορία της δικιάς μου γενιάς που δεν επαναστάτησε για κάποια αιτία, αλλά που άφησε κι με τη σειρά της  το δικό της αποτύπωμα στον χώρο και τον χρόνο!

Στις αρχές της δεκαετίας του ‘90 τα τμήματα των σχολών Θετικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης, μεταφέρθηκαν σιγά-σιγά το ένα μετά το άλλο στις σύγχρονες εγκαταστάσεις του Πανεπιστημίου στις Βούτες. Όμως για εμάς τους «παλιούς» το Πανεπιστήμιο θα εδρεύει για πάντα στα κτήρια της λεωφόρου Κνωσού και φυσικά, μέσα στις καρδιές μας!

Τον Ιούλιο του 2013, τριάντα χρόνια μετά την εισαγωγή μας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, οι φοιτητές του Μαθηματικού τμήματος δώσαμε ραντεβού επανένωσης (γνωστό και ως reunion) και συναντηθήκαμε στα «ίδια μέρη» όπως τότε! Η προσέλευση ήταν εντυπωσιακή και από όλες της μεριές της Ελλάδας, παρά την επέλαση της οικονομικής κρίσης.

Μετά από επανειλημμένες προσπάθειες καταφέραμε να εξασφαλίσουμε μια ολιγόωρη άδεια επίσκεψης στα «λυόμενα» αφού είχαν πλέον εγκαταλειφθεί και τελούσαν «υπό φύλαξη». Όλα όμως ήταν όπως τα είχαμε αφήσει. Τίποτε δεν είχε αλλάξει στο χώρο κι ας ήταν εγκαταλελειμμένος από τους ανθρώπους. Οι δικές μας αναμνήσεις ήταν παντού διάσπαρτες εκεί και μας περίμεναν!

Η συγκίνηση όλων μας ήταν διάχυτη και οι μνήμες ξύπνησαν τα συναισθήματα, αναβιώνοντας σε ώριμη πια ηλικία, αναμνήσεις και εικόνες από το μακρινό, αγαπημένο παρελθόν των νεανικών μας χρόνων. Η επίσκεψη στους χώρους της σχολής μας ήταν ένα «προσκύνημα», ένα ιερό χρέος επιστροφής σε έναν ιστορικό χώρο τον οποίο  νιώθουμε πάντα δικό μας!

Η τελευταία φορά που περπάτησα μέσα στους διαδρόμους στα «λυόμενα» της Κνωσού ήταν το περασμένο καλοκαίρι όταν με επισκέφθηκε ο «κολλητός» μου συμφοιτητής από τη Θεσσαλονίκη που δεν κατάφερε να έρθει στο reunion το 2013. Ήρθε κι αυτός με τη σειρά του, για «προσκύνημα» στον «ιερό τόπο» των αναμνήσεων των φοιτητικών του χρόνων και ένιωσε κι εκείνος όλο το δέος, τη συγκίνηση και την συναισθηματικά ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα του χώρου, γυρνώντας πίσω στο χρόνο.

Είναι Σεπτέμβρης του 2018 και μια ηλιόλουστη Κυριακή ξημερώνει. Ένα πυκνό σύννεφο καπνού, που ανεβαίνει στον ουρανό πάνω από τα «λυόμενα» της Κνωσού, που απέχουν πλέον μικρή απόσταση από το σπίτι μου, μετατρέπει την Κυριακή μου σε συννεφιασμένη. Σειρήνες ηχούν παντού προαναγγέλλοντας τον κίνδυνο.

Κάτι με τραβά να τρέξω και να πλησιάσω το μέρος που απειλείται. Αυτό όμως που φοβόμουν, το «θέαμα» που δεν ήθελα να αντικρύσω, δυστυχώς ήταν πια μπροστά μου. Το κτήριο του Πανεπιστημίου Κρήτης φλέγεται! «Εδώ τελειώνουν όλα», είπα μέσα μου. Το κτήριο σύμβολο της πανεπιστημιακής μου παιδείας καταστρέφεται ολοσχερώς κι εγώ το κοιτάζω αδύναμος, χωρίς να μπορώ να αντιδράσω.

Έβλεπα με δέος την αξιοθαύμαστη προσπάθεια των πυροσβεστών, που με αυταπάρνηση αναμετριόντουσαν με τις φλόγες, ενώ ταυτόχρονα καθησύχαζαν τον κόσμο ότι δεν υπήρχαν ανθρώπινες απώλειες και αυτό ήταν το σημαντικότερο εκείνη τη στιγμή!

Οι φλόγες έσβηναν και μετά από λίγο άναβαν ξανά. Παρατηρούσα ανήμπορος ένα κομμάτι από τη ζωή μου να μετατρέπεται σε στάχτη και αυτό με πονούσε πολύ! Θέλησα να μοιραστώ την λύπη μου με τον  συμφοιτητή μου από την Θεσσαλονίκη, να πάρει κι αυτός την μισή και να αλαφρώσω λίγο. Του τηλεφώνησα μεταφέροντας τα κακά μαντάτα! Συγκλονισμένος κι εκείνος δεν μπορούσε να χωρέσει στο μυαλό του αυτό το άδικο και άδοξο τέλος που επιφύλασσε η μοίρα για το ιστορικό κτήριο.

Τα κακά νέα όμως διαδίδονται γρήγορα.

Έτσι, στη συνέχεια, ο ένας μετά τον άλλο, όλοι οι παλιοί συμφοιτητές μου επικοινώνησαν μαζί μου και δήλωσαν συγκλονισμένοι για την μεγάλη καταστροφή.

Για άλλη μια φορά, κατά έναν πολύ περίεργο τρόπο, ένιωσα σαν να είχαν μαζευτεί και πάλι όλοι τους εδώ, για να υπερασπιστούμε από κοινού όλα εκείνα που δεν πάψαμε ποτέ ούτε στιγμή να διεκδικούμε να τα κρατάμε ζωντανά στην μνήμη μας: Τα όμορφα χρόνια που ζήσαμε μαζί!

Αυτά δεν θα μπορέσει ποτέ και καμιά φωτιά να τα κάψει!