Η Ευρωπαϊκή Ένωση – η οποία προσπαθεί να επιτύχει κάτω από αντίξοες συνθήκες τη δική της ενοποίηση, την οποία η Αμερική, διακριτικά, υπονομεύει μακροχρόνια με τον δικό της έντεχνο τρόπο – αγνόησε την παραπάνω βασική αρχή και διέπραξε στις 16 Δεκεμβρίου 1991 στις Βρυξέλλες ένα μέγιστο λάθος, του οποίου τις δραματικές επιπτώσεις ζούμε στις μέρες μας.
Πιεζόμενη από ευρωπαϊκές δυνάμεις, που ζητούσαν την αύξηση της επιρροής τους στα Βαλκάνια, αποφάσισε τη διάλυση της πρώην Γιουγκοσλαβίας, αναγνωρίζοντας την Κροατία και τη Σλοβενία ως ανεξάρτητα κράτη, επικυρώνοντας τις μονομερείς αποφάσεις τους. Ήταν η αρχή του κακού. Από τη στιγμή εκείνη ξεκίνησε ένας φοβερός εμφύλιος πόλεμος, αιματηρός και ανελέητος, που στοίχισε τη ζωή πολλών χιλιάδων στρατιωτών και άμαχου πληθυσμού και δημιούργησε μεγάλα ρεύματα προσφύγων.
Την περίοδο του διπολισμού ανάμεσα στις ΗΠΑ και την πάλαι ποτέ κραταιά Σοβιετική Ένωση, οι αντιπαραθέσεις μεταξύ των βαλκανικών χωρών είχαν παγώσει μπροστά στην ευρύτερη αντιπαλότητα των δύο υπερδυνάμεων, στο πλαίσιο λεπτών, έστω και πλασματικών, ισορροπιών.
Μετά την πτώση όμως του «Υπαρκτού Σοσιαλισμού», τα καταπιεσμένα μέχρι χθες αισθήματα εθνικής ταυτότητας, θρησκείας και αντεκδίκησης πήραν έντονη μορφή.
Η κρίση στη Γιουγκοσλαβία, που είχε κύρια εθνικιστικά χαρακτηριστικά, αποτελεί το πιο τραγικό παράδειγμα.
Η «Νέα Τάξη πραγμάτων», που μας υποσχέθηκαν, αποδείχθηκε «πλήρης αταξία».
Ο εμφύλιος πόλεμος στη Βοσνία – Ερζεγοβίνη, που διήρκησε πολλά χρόνια, παρά το εμπάργκο πετρελαίου προς τον έναν εκ των αντιμαχόμενων και το εμπάργκο πώλησης όπλων έναντι όλων των πρώην Γιουγκοσλαβικών Δημοκρατιών, κατέρριψε την άποψη ότι ένας πόλεμος με συμβατικά όπλα είναι υπόθεση λίγων μόνο ημερών.
Ο πολυαίμακτος αυτός εμφύλιος πόλεμος, που ήρθε σαν επακόλουθο της αποομοσπονδοποίησης και ανεξαρτητοποίησης μικρών Δημοκρατιών, επιβεβαίωσε κατά τον τραγικότερο τρόπο την πρόβλεψη ότι μικρές χώρες της ηπείρου μας, ανεξάρτητα αν προϋπήρχαν ή δημιουργήθηκαν πρόσφατα, λόγω της απουσίας ενός συλλογικού συστήματος ασφαλείας, προσαρμοσμένου στις συνθήκες του νέου πολυπολικού κόσμου, το οποίο θα προσφέρει ίση ασφάλεια σε όλες αυτές τις χώρες, εγκυμονεί κινδύνους να αφεθούν στο έλεος κάθε είδους καιροσκόπων που θα δελεάζονταν να τις εκφοβίσουν, να τις εκβιάσουν ή και να εισβάλλουν σ’ αυτές.
Ο πόλεμος βέβαια στη Βοσνία – Ερζεγοβίνη, όπως είναι γνωστό, έληξε με τη συμφωνία του Ντέυτον, της οποίας την τήρηση επιτηρούν δυνάμεις του ΟΗΕ.
Η Ελλάδα, χώρα φιλειρηνική, είχε δηλώσει από παλιά ότι δεν επιθυμεί τη στρατιωτική εμπλοκή της στη γιουγκοσλαβική κρίση. Η Ελλάδα συνέπλεε πλήρως με την αρχή των Ηνωμένων Εθνών, ότι στις στρατιωτικές δυνάμεις που πραγματοποιούν επέμβαση, έστω και με το αιτιολογικό της επιβολής της ειρήνης, δεν πρέπει να συμμετέχουν μονάδες γειτονικών χωρών, γιατί κάτι τέτοιο θα αποτελούσε βόμβα στα θεμέλια του οικοδομήματος των Βαλκανίων.
Η κρίση στη Γιουγκοσλαβία, είχε τονίσει η Ελλάδα, δεν θα επιλυθεί με έξωθεν στρατιωτικές επεμβάσεις, γιατί το μόνο σίγουρο είναι ότι θα προκαλέσουν γενικότερη ανάφλεξη στην περιοχή.
Μόνο μέσα από διαπραγματεύσεις μπορεί να βρεθεί κοινά αποδεκτή λύση στις διαμετρικά αντίθετες θέσεις μεταξύ Σέρβων και Αλβανοφώνων, χωρίς πολεμική αντιπαράθεση.
Δύο δε βασικές αρχές μπορούσαν να δώσουν προοπτική επίλυσης στην κρίση στο Κόσοβο:
α) η απόρριψη κάθε ιδέας αλλαγής των παλιών συνόρων εσωτερικών και εξωτερικών και
β) ο πλήρης σεβασμός των ανθρωπίνων και μειονοτικών δικαιωμάτων.
Το βαρύ ήδη κλίμα στην περιοχή πυροδότησε η έναρξη ένοπλου αποσχιστικού αγώνα των Αλβανόφωνων κατά των Σέρβων, αλλά και τα βαριά αντίποινα των Σέρβων κατά των επαναστατών.
Οι διαπραγματεύσεις στο Ραμπουαγιέ της Γαλλίας, για την υπογραφή συνθήκης μεταξύ Σέρβων και Αλβανόφωνων, είχε φθάσει σε πολύ καλό σημείο, αλλά μία εμπλοκή, που προέκυψε από μία άρνηση του Μιλόσεβιτς σε πρόταση του Χόλμπρουκ να δεχθεί στα εδάφη του αμερικανικό στρατό που θα εγγυάτο την εφαρμογή των συμφωνιών, αποτέλεσε την αφορμή της έναρξης αλλεπάλληλων βομβαρδισμών των συμμαχικών δυνάμεων, εναντίον του Κόσοβου και της νέας Γιουγκοσλαβίας, με τραγικές συνέπειες.
Άλλη σοβαρή εστία αποσταθεροποίησης των Βαλκανίων παραμένει το πολυεθνικό μόρφωμα της Δημοκρατίας των Σκοπίων. Το λεγόμενο «Μακεδονικό πρόβλημα» ενεργοποιήθηκε όταν ο στρατάρχης Τίτο απέκοψε απ’ τη σερβική επικράτεια το 1946 το νότιό της μέρος και το ονόμασε Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας.
Η απόφαση αυτή του Τίτο είχε σκοπό αφενός να μειώσει τη σερβική ισχύ μέσα στη Γιουγκοσλαβική Ομοσπονδία, Κροάτης ο ίδιος, και αφετέρου να δημιουργήσει εδαφικές διεκδικήσεις για να επιτύχει τη διέξοδο της Γιουγκοσλαβίας στο Αιγαίο πέλαγος μέσα από την ελληνική Μακεδονία.
Σήμερα, βέβαια, τα Σκόπια φιλοξενούν μία απέραντη βάση των Αμερικανών, στα σύνορά τους με το Κόσσοβο, στην οποία στρατοπεδεύει πολυάριθμη Δύναμη Άμεσης Επέμβασης, από 9.000 Αμερικάνους στρατιώτες και αποτελεί το ορμητήριό τους, οι οποίοι μέσα απ’ αυτήν επιτηρούν και ελέγχουν όλες τις πρώην Ανατολικές Δημοκρατίες της ευρύτερης περιοχής όχι τόσο για την απίθανη παλινδρόμησή τους στο κομμουνιστικό στρατόπεδο, αν και δεν λείπουν οι νοσταλγοί του, όσο για την αποτροπή ή μείωση της επιρροής της Ρωσίας του ΠΟΥΤΙΝ σε αυτές…
Η τεράστια αυτή βάση, έκτασης πάνω από 3.000 στρέμματα, με την ονομασία BOLDSTEEL (ατσάλινη τόλμη) γίνεται αντιληπτή, με γυμνό μάτι από τη Σελήνη, όπως και το Σινικό τείχος.
-Η βάση αυτή, πέραν των άλλων σκοπών, θα έχει την εποπτεία του διαδριατικού αγωγού φυσικού αερίου (TAP), από τους Κήπους, στα σύνορα Ελλάδας –Τουρκίας και μέσω της βόρειας Ελλάδας, εφαπτόμενος με Σκόπια και Κόσσοβο, θα καταλήξει, διασχίζοντας την Αλβανία στις ακτές της Αδριατικής, για να συνδεθεί, τελικά, με το ιταλικό δίκτυο μεταφοράς φυσικού αερίου προς την Ε.Ε. που στερείται επαρκών ενεργειακών πόρων…
Η Ευρώπη έχει κατανοήσει ότι δεν μπορεί να αναπτυχθεί σε μια αρμονική κοινότητα κρατών, αν συνεχισθεί η επικίνδυνη πορεία συνεχών διασπάσεων σε μικρότερα κράτη ανεξάρτητων κρατών, ευνοώντας αλλαγές των παλαιών συνόρων.
Η επιδίωξη της αποσταθεροποιητικής ιδέας του απόλυτου Έθνους – Κράτους πρέπει να αντικατασταθεί με την ενθάρρυνση για ενότητα και συνεργασία ανάμεσα στις διάφορες εθνολογικές ομάδες, με βάση τις αρχές της προστασίας των ανθρωπίνων και μειονοτικών δικαιωμάτων.
Τεράστια, λοιπόν, συμφέροντα εμπλέκονται με το όλο ακανθώδες θέμα (η μεγάλη αμερικανική βάση, ο αγωγός του φυσικού αερίου προς τη Ευρώπη, η ειρήνη στα Βαλκάνια, δηλ. τελικά της Ευρώπης κλπ.) η πρόσφατη δε μεγάλη κινητικότητα για την αντιμετώπιση των πολυχρόνιων διαφορών Ελλάδας –Σκοπίων, η δραστηριοποίηση των εταίρων μας τόσο στην Ε.Ε όσο και στο ΝΑΤΟ, επιβεβαιώνει τη νέα στρατηγική αυτή επιλογή τους και δικαιολογεί την εναγώνια προσπάθεια επίλυσής τους…
Βέβαια υπάρχει το αγκάθι του ονόματος ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, που είναι καθαρά ελληνικό {(μάκος=υψος + δέμας=σώμα, άρα =(χώρα) με υψηλόσωμους (κατοίκους)} που εμποδίζει την επίλυση των διαφορών μας, καθότι είναι ακόμη νωπές οι πληγές του εμφυλίου πολέμου, στην Ελλάδα, καθώς και ο αλυτρωτισμός πολιτικών δυνάμεων της γειτονικής μικρής χώρας. Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ είναι αναμφισβήτητα ΕΛΛΗΝΙΚΗ.
Το ιδεώδες και το ιστορικά ορθό θα ήταν στο όνομα της γειτονικής χώρας να μην εμπεριέχεται ο όρος Μακεδονία.
Όμως δεν πρέπει να υποτιμούμε το γεγονός ότι λόγω του ότι τα Σκόπια είναι πολυεθνικό μόρφωμα, με Αλβανούς, Βουλγάρους, Ρομά, Σέρβους,Έλληνες κλπ κλπ με αντιθέσεις και εθνικούς εγωισμούς, το όνομα Μακεδονία τούς είναι απαραίτητο για τη συνοχή τους, καθόσον τους κολακεύει και είναι γενικά αποδεκτό. Άλλως, το πιθανότερο θα ήταν, αν η ονομασία τους παρέπεμπε σε σλαβικό ή αλβανικό ή βουλγαρικό κ.λπ. φύλο, να διασπασθούν ή να οδηγηθούν σε εσωτερική αναστάτωση με απρόβλεπτες συνέπειες.
Θα γινόταν δεκτό π.χ. οι Κρητικοί να λεγόμαστε Ηρακλειώτες ή Χανιώτες ή Λασιθιώτες ή Ρεθεμνιώτες και αντίστροφα; Θα γινόταν “εμφύλιος”.
Αν όμως, αντί αυτού προτεινόταν οι Κρητικοί όλοι να ονομαζόταν Μινωίτες, πιστεύω ότι δεν θα είχε κανείς αντίρρηση κολακευμένοι από την ευγενική βασιλική καταγωγή τους, που θα υποδήλωνε η νέα ονομασία τους…
Το ζήτημα πρέπει λοιπόν, να επιλυθεί συναινετικά από τα δύο κράτη, σταθμίζοντας το μείζον και όχι το ελάσσον, με σύνθετη ονομασία χωρίς μεν να πληγωθεί το πατριωτικό μας αίσθημα αλλά και με τη διασφάλιση της αποδυνάμωσης κάθε αλυτρωτικής τάσης εθνικιστικών πολιτικών δυνάμεων τους.
Μία λαϊκή παροιμία λέει: “Καλύτερο είναι ο σκύλος τού γείτονα να είναι και δεμένος και χορτάτος”.
Άρα η ένταξη της γειτονικής χώρας στο ΝΑΤΟ διασφαλίζει το πρώτο (δεμένος) δηλ. αφοπλισμένος επιθετικά, δεσμευμένη από τους κανόνες της συμμαχίας και η ένταξή της στην Ε.Ε. διασφαλίζει το δεύτερο (χορτάτος) δηλ. με σχετική ευμάρεια, καθόσον η ανέχεια είναι κακός σύμβουλος και αυξάνει την επιθετικότητα”…
…Συνεπώς η ένταξή της στην Ε.Ε. και στο ΝΑΤΟ μπορεί να διαλύσει τα σύννεφα του φόβου και της καχυποψίας απέναντι τους για αλυτρωτισμό…
Άρα, το εθνικό μας συμφέρον είναι να υπάρξει ομαλή εξέλιξη του θέματος, με ονομασία κοινής αποδοχής, άλλωστε σήμερα ο επισπεύδων είναι τα Σκόπια, αυτοί έχουν το πρόβλημα να ενταχθούν στις δύο μεγάλες συμμαχίες για δικό τους όφελος.
Έτσι θα επιτύχουμε την ειρηνική συνύπαρξή μας, ώστε, πέραν των άλλων, τα Βαλκάνια από “πυριτιδαποθήκη” της Ευρώπης να μετατραπούν σε παράγοντα ειρήνης και προόδου.